Το ποδόσφαιρο είναι παιχνίδι, αλλά το επαγγελματικό ποδόσφαιρο είναι δουλειά. Και τη δουλειά κάποιοι πληρώνονται (καλά) για να την κάνουν (καλά). Οταν μια ομάδα κορυφής όπως ο Ολυμπιακός κάνει τον απολογισμό της, τις κούπες «ζυγίζει» πρώτα, χωρίς να ξεχνά την προοπτική.
Κατά τον Αισχύλο, το δ’ ευτυχείν, τόδ’ εν βροτοίς θεός τε και θεού πλέον. Η επιτυχία είναι για τους ανθρώπους Θεός, και παραπάνω από Θεός. Αντίστοιχα η αποτυχία είναι κάποιες φορές τόσο σκληρή, που γίνεται μη διαχειρίσημη. Ειδικά εάν δεν έχεις τα στεγανά, την προσωπικότητα και την τόλμη να πας παρακάτω. Εάν όμως βρέξεις τα πόδια σου στο ποτάμι των ευθυνών, καταλάβεις τι έχεις κάνει, πού έχεις λαθέψει, κάνεις την αυτοκριτική σου, τότε βρίσκεις λύσεις και παίρνεις ασφαλείς αποφάσεις. Αποφεύγοντας περιττά ρίσκα και καταστροφολογικές προσεγγίσεις.
Ο αποκλεισμός του Ολυμπιακού από τη Λαμία είναι μια μεγάλη αποτυχία. Δεν είναι ντροπή. Η ντροπή είναι μια κατάσταση πολύ προσωπική και διαφέρει από άνθρωπο σε άνθρωπο. Δεν υπάρχει ντροπή στα σπορ. Είναι μια εξαιρετικά δυσάρεστη, σκληρή και έντονη κατάσταση, για την οποία ευθύνη φέρουν όσοι συμμετείχαν. Χωρίς διακρίσεις στο ποιος λιγότερο, ποιος περισσότερο. Οι ομάδες χάνουν ως ομάδες και όχι ως μονάδες. Και ειδικά ομάδες κορυφής που χωνεύουν/αποδέχονται πιο δύσκολα τις ήττες, όπως οι Ερυθρόλευκοι, δεν έχουν περιθώρια ή και δικαίωμα αν θέλετε σε δικαιολογίες. Εξάλλου αυτό ήταν και ένα από τα βασικά μηνύματα της ομιλίας του Βαγγέλη Μαρινάκη, μετά το τέλος του αγώνα.
Ο λόγος που οι περισσότεροι άνθρωποι δεν πετυχαίνουν είναι ότι ανταλλάσσουν αυτό που περισσότερο θέλουν, με αυτό που θέλουν εκείνη τη στιγμή. Ο Ολυμπιακός ήθελε να κατακτήσει τον τίτλο, να κατακτήσει το Κύπελλο, να κάνει ακόμη καλύτερη πορεία στην Ευρώπη. Αλλά πάνω από όλα ήθελε (και θέλει) να δημιουργήσει μια ομάδα με ταλέντο, ποιότητα, προοπτική, δίψα για νίκες, τίτλους, διακρίσεις. Αυτό είναι η μεγάλη εικόνα, το δάσος. Αυτό που ξεκίνησε το καλοκαίρι και συνεχίστηκε τον Ιανουάριο, με την άφιξη 25 διαφορετικών ποδοσφαιριστών, ήταν ένα βουνό. Ένα εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα.
Οσο κι αν θέλει κανείς να εθελοτυφλεί ή να βάζει τον οπαδισμό, την «τρέλα», την αγανάκτησή του πάνω από το προφανές, αυτό δεν αλλάζει. Ο Ολυμπιακός έκανε την αρχή για κάτι μεγάλο. Και το μεγάλο δεν είναι ένας τίτλος. Από τέτοιους υπάρχει αφθονία. Όταν ο Μαρινάκης απέκτησε τον Ολυμπιακό τη σεζόν 2009-10, έκανε την ανοικοδόμηση που απαιτούνταν και έχτισε σερί 7ετίας. Τέτοιες σαρωτικές αλλαγές, κάποιες (λίγες) φορές πετυχαίνουν αμέσως, κάποιες άλλες χρειάζονται χρόνο. Οσο κι αν αυτό δεν αρέσει ή… δεν αντέχεται σε κάποιες περιπτώσεις, σε συλλόγους ασφυκτικών απαιτήσεων, όπως ο Ολυμπιακός.
Οποιος προσπαθήσει να προβλέψει τι θα γίνει αύριο, 99% θα πέσει έξω. Η εύκολη απάντηση είναι «να φύγει ο προπονητής». Ας φύγει, λέω εγώ. Εάν η αλλαγή είναι για καλό κι εάν η διοίκηση κρίνει ότι μπορεί να προσληφθεί κάποιος καλύτερος, που θα προσφέρει περισσότερα και θα φέρει αποτελέσματα. Το σίγουρο είναι ότι ο Μαρτίνς δεν απέτυχε πλήρως. Προσέφερε το «φάτε μάτια ψάρια» που αποτελεί βασικό ζητούμενο για τον Ολυμπιακό. Οσες ειρωνείες περί «Μπαρτσελόνα» και λοιπών γραφικοτήτων κι αν εκτοξεύουν οι μεθυσμένοι από το πρωτόγνωρο συναίσθημα της κορυφής αντίπαλοί του, ο Ολυμπιακός έπαιξε σπουδαίο ποδόσφαιρο φέτος. Ακόμη και τη Λαμία, την ισοπέδωσε. Αλλά δεν νίκησε. Και με την Ντιναμό, άξιζε να προκριθεί. Και στο πρωτάθλημα δικαιούνταν να είναι πιο κοντά στον ΠΑΟΚ.
Αυτά τα «αν», βέβαια, δεν αλλάζουν τη σκληρή πραγματικότητα. Διότι η πραγματικότητα θέλει τον Μαρτίνς να μην έχει οδηγήσει σε κάποιον τίτλο τους Πειραιώτες φέτος. Και αυτό μπαίνει στη ζυγαριά. Καθώς όταν ένας οργανισμός όπως ο Ολυμπιακός κάνει τον απολογισμό του, στο τέλος της χρονιάς, τις κούπες «ζυγίζει» πρώτα. Οσο κι αν αυτό κάποιες φορές μπορεί είναι άδικο για τη διαδρομή.
Οσο, λοιπόν, κι αν ακόμη και ο υπογράφων έχει την άποψη πως ο Μαρτίνς είναι καλός προπονητής και πλήρωσε κυρίως την απειρία του στη διαχείριση των κρίσιμων στιγμών, χάνοντας μέσα σε έναν μήνα όλους τους στόχους, η ουσία δεν αλλάζει. Το ποδόσφαιρο είναι παιχνίδι, αλλά το επαγγελματικό ποδόσφαιρο είναι δουλειά. Και τη δουλειά καλούνται να την κάνουν (καλά), οι ποδοσφαιριστές και ο προπονητής. Στο τέλος όλοι κρίνονται από εκείνον που πληρώνει. Για το εάν κάνουν (για) τη δουλειά.
Δεν υπάρχει σαφής απάντηση για το τι «πρέπει» να γίνει με τον Μαρτίνς. Αλλοι μπορεί να τον ψέγουν ως βασικό υπαίτιο της κατάστασης. Αλλοι μπορεί να ψέγουν πιο πολύ τους παίκτες. Αλλοι την… τύχη, που αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του παιχνιδιού. Όπως και να έχει, όμως, αυτές οι αποφάσεις είναι πάντα δύσκολες. Και δεν υπάρχει κάποια νόρμα, κάποιος κανόνας που να σου εξασφαλίζει την επιτυχία.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι με τον τρόπο που διαχειρίστηκε το φετινό ρόστερ του Ολυμπιακού ο Μαρτίνς, φάνηκε στην πράξη ότι οι Ερυθρόλευκοι έχουν αποκτήσει ποδοσφαιριστές πολύ υψηλού επιπέδου. Εχουν τη βάση, τον κορμό για την επόμενη ημέρα και για τη δημιουργία μιας ομάδας κορυφής. Δεν χρειάζονται ράβε/ξήλωνε. Μόνο λίγες προσθήκες υψηλής ποιότητας, που θα ανεβάσουν το ταβάνι των δυνατοτήτων και θα αλλάξουν το στάτους, την προσωπικότητα, τον χαρακτήρα της ομάδας. Και οι κινήσεις για την επόμενη ημέρα έχουν ξεκινήσει. Ωστε όταν έρθει η ώρα, τα κομμάτια του παζλ να έχουν μπει όλα, στη σωστή θέση.