Άνθρωποι σαν το Θέμο ξεπερνάνε τις περισσότερες πτυχές της ζωής με χαμόγελο, όχι όμως το ακροτελεύτιο σημείο της.
Αισθάνθηκα περίεργα χθες βράδυ, διαβάζοντας την είδηση πως «έφυγε ο Θέμος Αναστασιάδης». Μου ήταν εξαιρετικά συμπαθής, ίσως ο πιο αγαπητός γαύρος που κυκλοφορούσε στον πλανήτη.
Παρόμοια συναισθήματα κουβαλάω για όσους διαθέτουν τόσο πηγαίο και ποιοτικό χιούμορ, σαν του Θέμου. Όποιος πει πως δεν είχε γελάσει με κάποιες από τις ατάκες του, θα είναι απλά ψεύτης. Τέτοιοι άνθρωποι έχουν την ευλογία να ξεπερνούν ευκολότερα τις συνήθεις αναποδιές και τα προβλήματα της ζωής, τα αντιμετωπίζουν όπως ακριβώς τους αξίζουν.
Ως πλάκα, που σήμερα προκαλούν πόνο στο μυαλό και την επόμενη αποτελούν παρελθόν.
Γιατί σε τελική αυτό είναι η ζωή που ζούμε, ένας χαβαλές, μια αστεία στιγμή, που μέσα στην αιωνιότητα διαρκεί όσο το άναμμα ενός σπίρτου.
Όσοι έχουν το χάρισμα να κάνουν τους άλλους χαμογελούν, κρύβουν μέσα τους καλοσύνη, έστω κι αν επιφανειακά δείχνουν διαφορετικοί και κουβαλάνε όλα τα κουσούρια που υπάρχουν.
Ακόμα κι αν σκοτωθείς μ΄ έναν τέτοιο άνθρωπο, αν βριστείς και γίνεται εχθροί, έτσι και του πεις πάνω στην έξαρση της κόντρας «πάμε να πιούμε ένα τσίπουρο ρε, να πούμε καμμιά μ@λ@κία να γελάσουμε και συνεχίζουμε μετά τον καυγά», θα το αποδεχτεί χωρίς δεύτερη σκέψη…
Είναι στη φύση μας να λησμονούμε το αυθεντικό νόημα της ζωής, την αντιλαμβανόμαστε πολύ πιο σοβαρά απ΄όσο της αξίζει και σπαταλάμε το χρόνο που διαρκεί, σε τόσο ασήμαντα και ανούσια πράγματα. Ίσως επειδή ο καθένας από εμάς, αντιλαμβάνεται τον εαυτό και τις ιδέες του, ως επίκεντρο του κόσμου.
Το συνειδητοποιούμε κάθε φορά που ακούμε πως κάποιος έφυγε από αυτόν τον κόσμο, δεν αργούμε όμως να επανέλθουμε στα ίδια. Σε μερικές ώρες θα μαυρίζουμε τις ψυχές μας, μαλώνοντας για τις ομάδες, για ένα οφσάιντ, επειδή τέλος πάντων δεν έγινε αυτό που περιμέναμε να συμβεί.
Κι ενώ οι άνθρωποι με τον χαρακτήρα και την προσωπικότητα του Θέμου είναι ευτυχείς αφού ξεπερνάνε τις περισσότερες πτυχές της ζωής με χαμόγελο, αδυνατούν να το καταφέρουν όταν το ζητούμενο είναι η ίδια η ζωή. Ειδικά όταν αφορά το ακροτελεύτιο σημείο της, που είναι ο θάνατος.
Την ασθένεια και τον Γολγοθά που ανέβαινε ο Θέμος όπως και κάθε Θέμος, τα κρατάνε για τον εαυτό τους και τους οικείους τους, εκείνους από τους οποίους δε γίνεται να το κρύψουν τέλος πάντων.
Κι αυτό μέρος της ανθρώπινης φύσης είναι, κανείς δεν επιθυμεί να αποτελεί αντικείμενο οίκτου, αποφεύγει να τον βλέπουν οι άλλοι και να τον λυπούνται. Έστω κι αν δεν ισχύει πάντα, το ζήτημα είναι πως νομίζει ότι τον βλέπουν…
Ο Θέμος ήταν εξαιρετικά ευφυής και δημιουργικός άνθρωπος, θαυμάζω εκείνους που πρωτοπορούν και το μυαλό τους δε γερνάει ποτέ. Η πένα του ήταν φαρμάκι, οι εκπομπές του στην τηλεόραση μοναδικά ευρηματικές, χάραξαν νέους δρόμους. Το κάνω τηλεόραση σατιρίζοντας την ίδια την τηλεόραση, αυτός το καθιέρωσε…
Το κατάφερε και ως εκδότης, σε μια εποχή μάλιστα που η κυκλοφορία των εφημερίδων βρισκόταν σε ύφεση κι όλα έδειχναν πως ο χώρος έχει μπει σε μη αναστρέψιμη πορεία.
Είτε συμφωνούσες είτε όχι με τη γραμμή που είχε το Θέμα, ήταν η μοναδική εφημερίδα που μπορούσες να κρατήσεις στα χέρια σου για ώρες, βρίσκοντας ενδιαφέρον σε πολλά από τα ρεπορτάζ της.
Η θνησιγένεια των εντύπων, ενισχύεται από την πλήρη απουσία φαντασίας, οι περισσότεροι εκδότες αρκούνται στην εύκολη και βολική επιλογή διανομής δώρων.
Το διαπιστώνουμε και από τον τρόπο που διαφημίζονται «μη χάσετε την τάδε εφημερίδα, δώρο ταινία του Μπρους Λι και cd με τις μεγαλύτερες επιτυχίες του Μανώλη Χιώτη».
Παρεμπιπτόντως, αν κάποια εφημερίδα έκανε δώρο «τις καλύτερες συνταγές του Μανόλο Χιμένεθ», θα την αγόραζα ευχαρίστως.
Μιλάμε για τον απόλυτο δημοσιογραφικό ξεπεσμό, να μην διαφημίζουν θέματα, ρεπορτάζ, αποκαλύψεις, αλλά να προβάλουν αποκλειστικά τα δώρα που προσφέρουν, εξομοιώνοντας το υποτιθέμενο λειτούργημα, με τα Jumbo. Αγοράζεις την εφημερίδα λοιπόν, παίρνεις την πραμάτεια, τα κουπόνια και την πετάς, χωρίς να μπεις στον κόπο να την ξεφυλλίσεις.
Σε μια τέτοια εποχή το Θέμα πήγε κόντρα στο ρεύμα, ναι μεν μοίραζε δώρα, είχες και κάτι να διαβάσεις όμως.
Δεν αρέσκομαι σε κάθε μορφής επικήδειου, οπότε ίσως να μην έγραφα τα παραπάνω, αν το μάτι που δεν έπεφτε σε απαξιωτικά σχόλια και ύβρεις για τον εκλιπόντα, με αστείες αφορμές, όπως τη γραμμή της εφημερίδας του, κάποιες απόψεις που είχε εκφράσει κατά καιρούς, όπως και μια παλιά υπόθεση που είχε εμπλακεί και αφορούσε μαύρο χρήμα.
Πόσο σκατόψυχος μπορεί να είσαι ρε γαμώτο, ευχόμενος «να είναι ελαφρά τα κόπρανα που θα σκεπάσουν», έναν άνθρωπο που δεν είναι πλέον στη ζωή.
Όποιος βγάζει τόση εμπάθεια για κάποιον που έχει φύγει, σημαίνει πως η εσωτερική σαπίλα που κουβαλά έχει φτάσει σε τέτοια επίπεδα, που δεν του επιτρέπουν να υποκλιθεί στο μεγαλείο του θανάτου, βγάζοντας έστω τον σκασμό.
Λες κι απαξιώνοντας έναν νεκρό, θα κερδίσει το αλαζονικό παράσημο της αυτοδικαίωσης, ή θα εισπράξει ποσοστό της μίζας που λένε πως ενθυλάκωσε ο Θέμος. Πόσο ασήμαντα μοιάζουν αυτά μπροστά στο θάνατο κι όμως, υπάρχουν άνθρωποι που ηδονίζονται βγάζοντας κόμπλεξ, πάνω από έναν τάφο.
Αν είναι δύσκολο να κατανοήσουμε το πραγματικό νόημα της ζωής όπως προείπα, για κάτι τέτοιους είναι πραγματικά αδύνατον. Η κακία που κουβαλάνε σε μόνιμη βάση, τους καταδικάζει να μην απολαμβάνουν, ούτε την αναπνοή τους.
Δε με αφορά τι έκανε ο Θέμος, ούτε με απασχολεί κατά πόσο όλα όσα κυκλοφορούν γι αυτόν, ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Όχι μόνο σήμερα, αλλά ούτε μέχρι χθες που ζούσε στο ίδιο περιβάλλον με εμάς, ουδείς εξ ημών είναι εξουσιοδοτημένος για να παραστήσει τον δικαστή.
Είναι επιβεβαιωμένο άλλωστε, πως ειδικά όσοι φωνασκούν δίνοντας μαθήματα ηθικής και παριστάνουν τις τιμητές των πάντων, θα πουλούσαν και την ψυχή της μάνας τους, για πολύ πιο ασήμαντα ανταλλάγματα.
Αφετηρία του μένους τους είναι η ζήλια, επειδή δεν κατάφεραν να βρεθούν στη θέση εκείνου που υβρίζουν…