Λαλίστατος στις συνεντεύξεις ο πρόεδρος της ΕΟΚ, κωφεύει τώρα που ο νόμος διαλύει στην ουσία τα ερασιτεχνικά σωματεία
Είναι αυτή η… επαγγελματική διαστροφή που με οδηγεί να διαβάζω (σχεδόν) όλες τις συνεντεύξεις που κατά καιρούς δίνει ο Γιώργος Βασιλακόπουλος. Αν μη τι άλλο έχει πλούσιο λεξιλόγιο, είναι εξαιρετικός χειριστής της γλώσσας, μπορεί να σε πείσει αν δεν γνωρίζεις!
Παρά το πλούσιο λεξιλόγιο του, υπάρχει μια λέξη που (σχεδόν) μονότονα επαναλαμβάνει: Εμπορευματοποίηση. Σταθερά κρατά ψηλά το λάβαρο κατά της εμπορευματοποίησης του αθλητισμού, ενθυμούμενος τις μέρες του ΠΑΣΟΚ, όταν τα συνθήματα ήταν… τρόπος ζωής. Κι αν ο ίδιος ονειρεύεται επαναστάσεις, σθεναρή αντίσταση και σκληρή μάχη για να διατηρηθεί ο ερασιτεχνικός αθλητισμός, τώρα που ηχούν τα τύμπανα του πολέμου, εκείνος μένει σιωπηλός, αποδεικνύοντας πως άλλο οι ιδέες κι άλλο η πράξη.
Σύμφωνα με το σχέδιο του νέου Αθλητικού Νόμου, που δόθηκε για διαβούλευση, στο άρθρο 53 (β) «… ιδιωτική σχολή εκμάθησης αθλήματος: Κάθε κλειστή, ή ανοικτή εγκατάσταση, ειδικά διαμορφωμένη και με την κατάλληλη υλικοτεχνική υποδομή κι εξοπλισμό, με κύριο σκοπό την εκμάθηση, έναντι αμοιβής, ενός ή περισσότερων αθλημάτων, αναγνωρισμένων ή μη από τη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή (ΔΟΕ)».
Κάπως έτσι, με μια απολύτως αντισυνταγματική διάταξη, οδηγούμαστε στο τέλος του ερασιτεχνικού αθλητισμού. Όποιος έχει λεφτά, μπορεί να στήσει σχολές εκμάθησης αθλημάτων. Μια διάταξη που οδηγεί σε εμπορευματοποίηση του αθλητικού ιδεώδους και μετατροπή ενός κοινωνικού αγαθού σε αντικείμενο οικονομικής δραστηριότητας, με σκοπό το κέρδος.
Το Σύνταγμα αναφέρει πως ο αθλητισμός τίθεται υπό κρατική προστασία, λόγω της σπουδαίας, ηθικής, κοινωνικής και παιδαγωγικής του σημασίας. Γι’ αυτό και πληρώνουμε, μέσω κρατικού προϋπολογισμού τις αθλητικές ομοσπονδίες. Η άθληση οδηγεί σε ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, μέσω της συμμετοχής στα κοινωνικά τεκταινόμενα. Αύριο, γιατί μια ιδιωτική σχολή να προασπίσει τη συμμετοχή και να μην γίνει εκτροφείο πρωταθλητών;
Τα ερασιτεχνικά σωματεία είναι «μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα», έλκουν την ύπαρξή τους στην εθελοντική εργασία, είναι ταυτόχρονα αυτοτελή, κινούμενα σε συγκεκριμένα πλαίσια, καθώς υπάγονται σε κρατικό έλεγχο. Συντηρούν τους δημοτικούς αθλητικούς χώρους, καλύπτοντας την ανάγκη των παιδιών να παίξουν, μαθαίνοντας το σπορ της αρεσκείας τους.
Τώρα, οι έχοντες, μπορούν να μετατρέψουν την ανάγκη σε προϊόν εκμετάλλευσης, έχοντας ως μοναδικό στόχο το κέρδος. Ως εκ τούτου, ποια η διαφορά ανάμεσα στον επαγγελματικό κι ερασιτεχνικό αθλητισμό, από τη στιγμή που δημιουργούνται ιδιωτικές σχολές εκμάθησης; Πώς θα πάρει καλούς προπονητές ένα ερασιτεχνικό σωματείο, όταν απέναντι θα υπάρχουν συμβόλαια και κατοχυρώσεις; Πώς θα έχει καλύτερες εγκαταστάσεις;
Κι αν κάποιος σκέφτεται ότι καλό είναι να έχουν εξασφαλισμένους μισθούς οι προπονητές και την καλύτερη υλικοτεχνική υποδομή τα παιδιά, μήπως πιστεύει ότι ένας όχι και τόσο καλός αθλητής θα έχει θέση σε ένα ανταγωνιστικό σύστημα, που επιζητεί το υπερκέρδος;
Αποστερούμε πλήρως την έννοια του παιχνιδιού από παιδιά σε τρυφερή ηλικία, αφήστε που οι φτωχές οικογένειες δεν θα έχουν πρόσβαση σε τέτοιου είδους σχολές. Μιλάμε για τον βίαιο θάνατο κάθε αθλητικού ιδεώδους, κάθε έννοιας ερασιτεχνικού αθλητισμού, για την πιο βάναυση μετάδοση από τον (όποιο) ρομαντισμό στη φιλοσοφία του κέρδους.
Όλα αυτά δίχως ο υπέρμαχος -στα λόγια- της πολεμικής κατά της εμπορευματοποίησης του αθλητισμού να έχει αρθρώσει μια λέξη. Φέρτε μου ένα σύννεφο να πέσω…