Η μεγαλύτερη όσο και πραγματική παρουσία των Ελλήνων παικτών στο Ρέντη προσθέτει δύναμη στον Ολυμπιακό!
Στην προηγούμενη εκδοχή της ιστορίας το ελληνικό στοιχείο του Ολυμπιακού είχε περιοριστεί σε δύο επιλογές. Τον Κώστα Φορτούνη και τον Λεονάρντο Κούτρη, από τη στιγμή που ο Στέφανο Καπίνο δεν μπόρεσε να μείνει για πολύ κάτω από την ερυθρόλευκη εστία.
Η επικράτηση των ξένων ήταν σαρωτική, πλην όμως αυτό δεν βοήθησε ιδιαίτερα την ομάδα, αντιθέτως έφερε στην επιφάνεια τη νοοτροπία του «δεν τρέχει τίποτα, ανεξαρτήτου αποτελέσματος» και για λόγο αυτό η ηγεσία της πειραϊκής εταιρίας πήρε την απόφαση, εκτός από τη ριζική ανακαίνιση να ενισχύσει σε σημαντικό βαθμό το ποσοστό των Ελλήνων παικτών, με σκοπό να αλλάξει το κλίμα και στα αποδυτήρια του Ρέντη.
Κοντά στον Φορτούνη βρέθηκε ο Λάζαρος Χριστοδουλόπουλος και αυτή η «ένωση» έφερε καλή χημεία στην ομάδα, αν κρίνει κανείς από το ξεκίνημά της στους αγώνες της προκριματική φάσης του Γιουρόπα Λιγκ, αλλά και την τελευταία αναμέτρηση του ομίλου με την Ντουντελάνζ.
Δεν έφτασε τυχαία ο «Φόρτου» να βρίσκεται στους κορυφαίους μαέστρους του Γιουρόπα Λιγκ, πίσω από τον Σούσο της Μίλαν, σε ψηφοφορία της διοργανώτριας αρχής όπου συμμετέχει το κοινό. Όταν βρίσκει τον συμπαίκτη που του δίνει την «αφορμή» για να πατήσει περιοχή, τότε ο Κώστας εκτός από δημιουργός γίνεται και εκτελεστής. Την προηγούμενη φορά ήταν ο Ιντέγε, τώρα είναι ο Λάζαρος, ενώ και στις δύο περιπτώσεις υπάρχει Πορτογάλος προπονητής στον πάγκο-καθόλου συμπτωματικό κι αυτό.
Και ο Βασίλης Τοροσίδης έχει προσφέρει όμως πάρα πολλά με την εμπειρία του και παρά το γεγονός ότι έχει πέσει στον καλύτερο Ομάρ -από τότε που ήρθε στον Πειραιά ο Νορβηγός- ωστόσο τις δίνει τις μάχες του και φτάνει μέχρι και στα δίχτυα των αντιπάλων, όπως το έπραξε στο Λουξεμβούργο, όταν άνοιξε το δρόμο για τη νίκη του Ολυμπιακού.
Στο αριστερό άκρο της άμυνας υπάρχει για τα καλά η ελληνική σημαία, αφού ο Κώστας Τσιμίκας και ο Λεονάρντο Κούτρης αποτελούν ένα από τα καλύτερα δίδυμα και όσο κι αν γυρίσουμε πίσω το χρόνο δύσκολα θα φτάσουμε στο προηγούμενο, αφού κανείς δεν νομίζουμε ότι θυμάται τον παίκτη που ήταν πίσω από τον Γρηγόρη Γεωργάτο.
Στη μεσαία γραμμή ο Ανδρέας Μπουχαλάκης σαφώς και έχει κερδίσει πολλούς πόντους, αν αναλογιστεί κανείς ότι έχει να τα βάλει με έναν παίκτη όπως ο Νάτχο, ο οποίος τα «σπάει»με το Ισραήλ κι ενώ δίπλα του υπάρχουν και η «αποκάλυψη» που λέγεται Καμαρά και ένας παίκτης με την εμπειρία του Γκιγιέρμε. Ο Ταχτσίδης, για παράδειγμα, δύσκολα θα μπορούσε να επιβιώσει σε τέτοιον άξονα, ενώ κάτω από την εστία ξεκίνησε με καλή προοπτική ο Ανδρέας Γιαννιώτης, ο οποίος στην παρούσα φάση περιμένει την επόμενη ευκαιρία, όπως και ο Μάνος με τον Φετφατζίδη που αποτελούν λύσεις από τον πάγκο.
Σε κάθε περίπτωση, το άφθονο γαλάζιο που υπάρχει στο κόκκινο ρόστερ συμβάλει στη συσπείρωση και στην εφαρμογή του δόγματος «η ομάδα πάνω από όλους». Γιατί ναι μεν δεν τα πάει άσχημα με τη διαχείριση του ρόστερ ο Μαρτίνς, όμως η «μισή δουλειά» ανήκει στους παίκτες και ιδιαίτερα σε αυτούς που δεν παίζουν και δεν δημιουργούν πρόβλημα. Ούτε και βγαίνει ο ατζέντης τους να μας λέει ιστορίες για αγρίους…