Ο Κώστας Καίσαρης γράφει για την εικόνα του Γιάννου Παπαντωνίου, να τον βάζουν σηκωτό στη κλούβα. Την αριστοκρατική καταγωγή του, τα πλούτη πλεονεξία του, τη φυλακή που σε τσαλακώνει.
ΒΛΕΠΕΙΣ την εικόνα του Γιάννου. Λευκό πουκάμισο, γραβάτα και το σακάκι στα χέρια για να μην φαίνονται τα βραχιόλια. Λίγο πριν, είχε ακούσει τη λυπητερή: «Προφυλακιστέος». Κι έβγα έξω να σε πάνε συνοδεία στο μεταγωγών. Ατσαλάκωτος σε ότι έχει να κάνει με το πουκάμισο, αλλά τσαλακωμένος σφόδρα. Με τα φλας να αστράφτουνε. Τον φρουρό, να του έχει περάσει το χέρι μέσα από τη μασχάλη, όπως ο Σέρχιο Ράμος τον Σαλάχ. Για να τον ανεβάσουνε σχεδόν σηκωτό στη κλούβα. Το Ρόμπερτ Ντε Νίρο, τον Τζακ Νίκολσον, να έβαζες να κάνουνε τη σκηνή, δεν θα τη παίζανε καλύτερα. Από τον ίδιο το Γιάννο Παπαντωνίου. Την έκφραση του προσώπου του. Η εικόνα του, είναι η περιγραφή του ράκου.
ΚΙ ΕΠΕΤΑΙ η συνέχεια. Η διανυκτέρευση στη ΓΑΔΑ. Ποιος να σου φέρει πιτζάμες τέτοια ώρα; Και πως να σε πάρει ο ύπνος. Και την άλλη μέρα το πρωί, ξανά στη κλούβα για τον Κορυδαλλο. Θα φτάσουμε κι εκεί αλλά πρώτα θα κάνουμε μία παρένθεση. Γιάννος Παπαντωνίου. Ούτε Ιωάννης σαν το Μελισσανίδη, ούτε Γιάνης με ένα «ν», σαν τον Βαρουφάκη, ούτε Johnnιε σαν τον Walker, ούτε Τζων σαν το Τίκη. Γιάννος. Και Παπαντωνίου μάλιστα. Από το όνομα της μητέρας του. Όχι Πανόπουλος, που ήτανε το όνομα του πατέρα του.
ΕΤΣΙ πάνε αυτά. Όταν είσαι ξεχωριστός, δεν γίνεται λένε Βαγγέλη. Σωτήρη. Μέχρι που μπορεί να φτάσεις με ονόμα Σωτήρης; Άντε μέχρι διαχειριστής στη πολυκατοικία. Παραπάνω δεν γίνεται. Γι’ αυτό και οι μανάδες δίνουνε στα παιδιά ιδιαίτερα ονόματα. Αχιλλέας στα αγόρια, Υακίνθη στα κορίτσια. Για να ξεχωριζουνε από τα μικράτα τους. Μαρίες στη τάξη, υπάρχουνε πολλές. Υακίνθη μία. Ήτανε ποτέ δυνατόν ολόκληρο Βενιζέλο, να τον φωνάζουνε Βαγγέλη; Βαγγέλης, είναι αυτός που έχει την ΕΒΓΑ στη γειτονιά. Το Ευάγγελος έχει βαρύτητα.
ΚΑΙ δεν ήτανε μόνο ξεχωριστός ο Γιάννος Παπαντωνίου. Ήτανε και μοσχαναθρεμμένος. Με το πιάνο του και τα γαλλικά του. Με σπουδές στο Ουισκόνσιν, στη Σορβόννη και στο Κέιμπριτζ. Με βίλα στη Κηφισιά. Τρίο με εσωτερική, θερμαινόμενη πισίνα. Μία περιουσία είχανε στοιχήσει τα κουφώματα. Όλα από τίμιο ξύλο, όπως λέει ο Ζωρζ Πιλαλί. Με εξοχικό στη Σύρο εκτιμώμενης αξίας πέντε εκατομμυρίων. Μόνιμος κάτοικος Ελβετίας για ένα διάστημα. Και τρία διαμερίσματα στο Κολωνάκι να βρίσκονται. Αριστοκράτης. Μαθημένος με τα καλύτερα. Τίποτα δεν του έλειψε στη ζωή του. Ήθελε όμως περισσότερα.
ΕΝΑΣ μπον βιβέρ στον Κορυδαλλό. Συμβαίνει. Ο Τζοχατζόπουλος, ήτανε διαφορετική περίπτωση. Ο Άκης ήταν ο σαλταδόρους. Που μπούκαρε και τα έκανε όλα λίμπα. Ο «λεβεντόπαιδο Αρίστο μπες στο μαγαζί και κλείστο». Κι έτσι ακριβώς έγινε. Το ξεφτιλίσανε το ΠΑΣΟΚ. Πουτάνα το κάνανε. Και γι’ αυτό και του αλλάξανε το όνομα. Ο μικρός αδερφός του Κοεμτζή, ο Δημοσθένης, όταν βγήκε από τη φυλακή, έφυγε από την Αθήνα και άλλαξε τ όνομά του. Πως θα πηγαίνανε τα παιδιά σχολείο με το όνομα Κοεμτζής; Έτσι και το ΠΑΣΟΚ. Πως να ξανακατέβει στις εκλογές με αυτό το όνομα.
ΞΕΦΥΓΑΜΕ όμως. Ο Γιάννος ήταν η αστική τάξη. Με καλό πρώτο γάμο. Κι όταν λέω «καλό» ελπίζω να γίνομαι κατανοητός. Με τα κουτσομπολιά της εποχής να λένε, ότι η πρώτη σύζυγος είχε δώσει εντολή να μην επιτρέψουν στο Γιάννο να παραβρεθεί στη κηδεία της. Ο οποίος Γιάννος, κάποια στιγμή την είδε σοσιαλιστικά. Κι όχι βέβαια να κάνει αφισοκολλήσεις για το Κίνημα. Στα 32 του έγινε Ευρωβουλευτής. Ακολούθως έξι φορές βουλευτής. Στα 45 υπουργός οικονομικών. Υπουργός εθνικής άμυνας. Κι ομορφάντρας. Είχε μία παρουσία. Ένα στυλ.
ΚΙ όταν κάθεσαι σ αυτές τις καρέκλες, δεν ψάχνεις να βρεις κανέναν εσύ. Έρχονται και σε βρίσκουνε μοναχοί τους: «»Αυτή είναι η δουλειά, αυτά είναι τα λεφτά. Είσαι μέσα»; Και δεν σου ζητάνε να κάνεις φόνο. Να σκοτώσεις άνθρωπο. Μία υπογραφή θα βάλεις. Που έτσι η αλλιώς θα την έβαζες. Τον κόβεις εσύ το Γιάννο να έλεγε όχι σε τρία εκατομμύρια γιούρο, εν ονόματι του σοσιαλισμού; Σ αυτές τις δουλειές όμως πρέπει να υπάρχει και η δεύτερη κουβέντα. Ο Γιώργος στη Μύκονο πριν ξεκινήσει η οποιαδήποτε συζήτηση, ρώταγε για να μάθει; «Πόσα χρόνια φυλακή έχει. Πριν μου πεις οτιδήποτε θέλω να μάθω, ποια θα είναι η ποινή». Ήθελε να ξέρει. Αν άντεχε τα χρόνια που του λέγανε, προχώραγε η κουβέντα στο διά ταύτα και στις λεπτομέρειες. Αν τα χρόνια ήτανε πολλά, η συζήτηση σταμάταγε εκεί. Δεν ήθελε ν ακούσει τίποτα.
ΕΤΣΙ είναι. Αν πας να κλέψεις την ΕΒΓΑ που λέγαμε, η ποινή είναι οκτώ μήνες. Αν μπούκαρεις στη τράπεζα με τα σιδερικά η ποινή πάει στα πέντε έως είκοσι χρόνια. Αν σου βρούνε απάνω σου εκατό γραμμάτια μαύρο, δηλώνεις χρήστης και καθάρισες. Με δύο κιλά άσπρη, τη πούτσισες. Αν ψειρίσεις ένα πορτοφόλι πάνω στο στριμωξίδι στο μετρό είναι έξι μήνες. Η ληστεία χρηματαποστολής είναι στα δέκα συν. Κι ο Γιάννος δεν χρειαζότανε να ρωτήσει κανέναν. Ήτανε σε θέση να ξέρει από μόνος του. Και μην πει κανένας ότι ήτανε φορτωμένος σαν νταλίκα και δεν είχε ανάγκη. Κι ο Da Capo βάζει κάθε βράδυ την είσπραξη σε μαύρες σακούλες. Σε εκατομμύρια ευρώ κοστολογείται η αξία της επιχείρησης. Κι είχε κάνει μάκινα να κλέβει το ηλεκτρικό ρεύμα.
ΤΟ να είσαι κλέφτης, δεν έχει σχέση με το πόσα μηδενικά έχει το βιβλιάριο καταθέσεων του. Δεν είναι θέμα ανάγκης. Ότι είσαι φτωχός και δεν μπορείς να τη βγάλεις. Η κλοπή είναι θέμα αρχής. Ο κλέφτης δεν κλέβει μόνο την εφορία, η τη ΔΕΗ. Ο κλέφτης κλέβει το συνέταιρό του, κλέβει το φίλο του, κλέβει τη γυναίκα του κλέβει το παιδί του. Τους κλέβει όλους. Όσους μπορεί να κλέψει. Δεν είχε καμιά ανάγκη να κλέψει ο Γιάννος. Και λεφτά έτοιμα βρήκε και δικά του λεφτά έβγαλε. Πολλά λεφτά. Δεν του έλειπε τίποτα. Όλα τα είχε. Οι αρχές του έλειπαν. Και δεν μπόρεσε να αντισταθεί στη πλεονεξία.
Η φυλακή είναι δύσκολη. Και γίνεται αφόρητη, αν είσαι ρέστος. Αν δεν έχεις λεφτά. Αν είσαι φορτωμένος, γλυτώνεις κάποιες ταλαιπωρίες. Θα τρως καλύτερο φαγητό απ’ έξω. Θα έχεις κάποιον που θα στέλνεις να σου φέρνει τα ψώνια. Εφημερίδες, τσιγάρα κλπ. Τον καφέ σου. Δεν θα κάθεσαι στην ουρά στο καρτοτηλέφωνο για να μιλήσεις με τον ξένο κόσμο. Βάζεις ΟΤΕ και Νόβα για να βλέπεις ποδόσφαιρο. Όσο δυνατή κι αν είναι η ανθρώπινη φύση, όσες αντοχές κι αν έχει, η φυλακή σε τσαλακώνει. Δεν είσαι, αυτό που ήσουνα. Έχω πάει σε επισκεπτήρια στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και είδα άλλους ανθρώπους. Όχι αυτούς που ήξερα. Βγαίνουν έξω, ύστερα από δύο-τρία χρόνια περπατάνε στο δρόμο και γυρίζουνε και κοιτάνε πίσω.
ΚΙ ειδικότερα μάλιστα , όπως είπαμε παραπάνω, αν δεν είσαι προετοιμασμένος. Αν είσαι κακοποιός ξέρεις τι σε περιμένει. Οι πιτσιρικάδες των Πυρήνων είναι συνειδητοποιημένοι. Ξέρουν ευθύς εξ αρχής ότι τους περιμένουν από 20+ χρόνια μέχρι ισόβια. Για τον Γιάννο στα εβδομήντα του είναι ζόρικα. Από τα κασμίρια και τα μοχέρ στις φόρμες. Από τα μοκασίνια στα αθλητικά. Κουστούμια, πουκάμισα γραβάτες στις κρεμάστρες, σε νάιλον σακούλες. Εκεί που κοιμάσαι στο κελί σηκώνεται ο άλλος και χέζει δίπλα σου. Δεν τα λέμε αυτά για τον λυπηθούμε τον Γιάννο.
ΚΑΙ λίγα θα είμαι τα πέντε χρόνια, συν πλην κάτι μήνες που θα κάτσει φυλακή. Η ποινή προβλέπεται να είναι από δέκα έως είκοσι χρόνια. Στη τελική θα ακούσει δώδεκα στα πέντε θα εξέλθει. Όπως του αξίζει. Ταλαιπωρημένος και τσαλακωμένος. Και θα φέρει μέχρι το τέλος του βίου του, τον τίτλο του λαμόγιου. Αυτός είναι άλλωστε ο μοναδικός τρόπος για να γίνει ο άνθρωπος νομοταγής. Ο φόβος. Ο φόβος της ποινής. Όχι η ηθική του υπόσταση. Κι αυτό είναι το κέρδος από την εικόνα του Γιάννου που λέγαμε. Βλέποντάς τον με το σακάκι στα χέρια για να κρύβει τις χειροπέδες και το πρόσωπό του, λες και του έχει φύγει όλο το αίμα, ο επόμενος ενδεχόμενα να το σκεφτεί. Και να μην το κάνει τόσο εύκολα.
Στη μουσική επιλογή Snowy White-Slabo Day.