Ο Κώστας Καίσαρης, γράφει για τον μύθο της γενιάς του 2004. Ότι, αν αναλάβει κάποιος παλαίμαχος την εθνική ομάδα θα τη σώσει από τη καταστροφή.
ΜΙΑ και αύριο μείνανε, για την Εθνική ομάδα. Από το Σάββατο που αρχίζει το πρωτάθλημα, σχόλασε ο γάμος. Οι ανησυχούντες αθλητικογράφοι θα στραφούν στις ομάδες (τους). Μεταξύ όλων των άλλων, λοιπόν διατυπώθηκε αυτές τις μέρες η άποψη, ότι δεν είναι το κυρίαρχο, το θέμα προπονητή. Ότι διώχνουμε τον Σκίμπε και παίρνουμε τον Άγγελο. Ή, τον Κωστένογλου, που είναι επίσης βαθιά θρησκευόμενος. Για να έχουμε τη Παναγιά μαζί μας. Ο προπονητής είναι το ελάσσων. Το μείζων είναι να βρεθεί μία προσωπικότητα, που να μπορεί να εμπνεύσει και να συσπειρώσει τους ποδοσφαιριστές. Κι όχι γενικά και αφηρημένα. Αλλά, με συγκεκριμένες προτάσεις. Εις εκ των Ντέμη Νικολαΐδη, Θοδωρή Ζαγοράκη. Η, ο Κώστας Κατσουράνης, που είναι σαφώς πιο ικανός στο νταραβέρι.
ΚΑΤ αρχήν, να πούμε ότι η εθνική ομάδα, είχε στο παρελθόν στα αποδυτήρια ποδοσφαιρική προσωπικότητα και αυξημένου μάλιστα κύρους. Τον Γιώργο Καραγκούνη. Και χάνανε μέσα έξω από τα Φερόε. Και σήμερα έχει τον Ζήση Βρύζα. Δεν κάνει κουμάντο στην εθνική, κάποιος βλαχοδήμαρχος τραχανοπλαγιάς. Ένας πρωταθλητής Ευρώπης, την έχει στα στιβαρά χέρια του. Μπορεί να είναι ριγμένος οικονομικά, στα έξι χιλιάρικα και κάτι ψιλά. Σε σχέση με τα εφτά και κάτι ψιλά του Φιλιππούση, αλλά το βιογραφικό του, ζυγίζει τουλάχιστον 750 γραμμάρια. Τεχνικός διευθυντής στον ΠΑΟΚ επί Ζαγοράκη, έχει κάνει. Προπονητής, βοηθός του Σάντος στην εθνική ομάδα, έχει διατελέσει. Πρόεδρος στον ΠΑΟΚ επί Σαββίδη, έχει κάνει. Κι από τη Βέροια έχει περάσει σαν γενικός διευθυντής με μετάθεση. Κι από την αλήστου μνήμης προσωρινή διοικούσα επιτροπή του Δρόσου μέχρι σήμερον, υπεύθυνος εθνικών ομάδων.
ΣΤΑ χαρτιά. Στη πράξη, είναι ένα ζήτημα. Πάει μία φορά τη βδομάδα στο γραφείο του στην ΕΠΟ, ο Βρύζας; Πολύ δύσκολο. Πάει μία φορά στις δεκαπέντε; Δύσκολο. Πάει μία φορά το μήνα; Ίσως. Κάπως έτσι. Πουθενά δεν υπάρχει Βρύζας στην εθνική ομάδα. Το καλοκαίρι είχε αράξει στη Χαλκιδική και ψάχνανε να τον βρούνε. Οι συμβάσεις των άλλων Ομοσπονδιακών (Νικοπολίδης κλπ) είχαν λήξει από τις 30 Ιουνίου και για να ανανεωθούν, κόντεψε να μπει ο Σεπτέμβριος. Μέχρι να τελειώσει δηλαδή τα μπάνια ο Ζήσης. Και ποιος να τον ελέγξει και ποιος να του ζητήσει λογαριασμό; Σοβαροί να είμαστε. Το μόνο που ξέρουνε να κάνουνε εκεί μέσα, είναι να αρμέγουνε τη κότα με τα χρυσά αβγά. Τα δεκαχίλιαρα να πέφτουνε κάθε πρώτη του μηνός. Και για να αισθάνονται άνετα, φέρανε και κορίτσια της επιλογής τους. Για γραμματείς και άμεσες συνεργάτιδες. Η γραμματέας του Δρόσου φερ ειπείν, με δυόμιση χιλιάρικα μισθό, τους έχει μείνει αμανάτι. Λεφτά υπάρχουν.
Η εθνική ομάδα, θεωρητικά τουλάχιστον, έχει άνθρωπο του ποδοσφαίρου, στο κουμάντο. Και με γεμάτο το βιβλιάριο ενσήμων. Αν φύγει δηλαδή ο Βρύζας και πάει ο Κατσουράνης, θ αλλάξει, τι; Από που κι ως που, η επιλογή ενός παλαίμαχου, εξασφαλίζει την επιτυχία; Επειδή, έχουνε παίξει καλή μπάλα; Πόθεν τεκμαίρεται ότι είναι σε θέση να διοικούν και να παίρνουν αποφάσεις; Ένας στους πενήντα, ίσως. Ένας καλός μπουζουξής μπορεί να ανοίξει μαγαζί και να γίνει επιχειρηματίας; Είδαμε τα χαΐρια και τις προκοπές τους, όταν κάνανε κουμάντο στις ομάδες τους. Για κακούργημα τον πήγανε τον Ζαγοράκη στον ΠΑΟΚ. Εικόνισμα να κάνει τον Σαββίδη και να τον προσκυνάει, που τον γλύτωσε. Την ΑΕΚ ο Ντέμης τη χρεωκόπησε. Ο Κατσουράνης στη Παναχαϊκή, όλο λάδι λάδι, αλλά από τηγανίτα τίποτα.
ΒΑΡΕΘΗΚΑ ν’ ακούω και να διαβάζω κουταμάρες, δέκα χρόνια τώρα, για τη γενιά του 2004. Που δεν αξιοποιήθηκε. Από που κι ως που, θεωρείται δεδομένο, ότι ένας παλαίμαχος ποδοσφαιριστής, θα ασχοληθεί με μία δουλειά που δεν την ξέρει και θα είναι αποτελεσματικός; Ότι θα αναλάβει ευθύνες. Ότι ξαφνικά στα 35 η στα 40, θα ξυπνάει κάθε πρωί να πάει στο γραφείο και ν ανοίξει το κομπιούτερ. Πόσοι ποδοσφαιριστές, έχουν πετύχει στις επαγγελματικές τους δραστηριότητες. Δίπλα είναι η Ιταλία. Η εθνική τους ομάδα, τετράκις παγκόσμια πρωταθλήτρια, πάει κατά διαόλου. Το τελευταίο Μουντιάλ της Ρωσίας το είδανε από τη τηλεόραση. Άμα ήτανε τόσο απλό, παίρνανε έναν Ντελ Πιέρο, έναν Τότι, τον βάζανε στα αποδυτήρια και λύνανε το πρόβλημα, σε πέντε λεπτά. Δεν είναι τόσο εύκολο.
Ο Χόρχε Βαλντάνο που αποκαλείται «φιλόσοφος του ποδοσφαίρου», είναι ένας. Που έχει γράψει βιβλία. Που αρθρογραφεί στον «Observer». Που μετέχει σε παγκόσμια φόρουμ, για τη σύνδεση των επιχειρήσεων με το ποδόσφαιρο. Που έχει λόγο και άποψη, να σχολιάζει σε μεγάλα κανάλια και εφημερίδες. Για κάθε έναν Χόρχε Βαλντάνο υπάρχουν εκατό χασομέρηδες. Παλαίμαχοι, που το μόνο που μπορούν να κάνουνε, είναι να λένε ιστορίες και καλαμπούρια. Κι από χασομέρηδες παλαίμαχους υπάρχουνε πολλοί. Έλληνα Βαλντάνο, δεν έχω δει ακόμα.