Ο «νόμος» μπορεί να έλεγε το τάδε και η ερμηνεία του να υπαγόρευε το δείνα. Αλλά το τι θα ήταν δίκαιο, το κατάλαβαν πρώτοι απ’ όλους οι ίδιοι οι φίλοι της ΑΕΚ, που αντέδρασαν άμεσα και αυθόρμητα στην εγκληματική απερισκεψία του Χιμένεθ…
Στα χρόνια μου της Νομικής Σχολής (και δε θέλω αστειάκια περί… Χαμουραμπί, Δράκοντος Σόλωνος, κ.λπ., ναι;) τα δύο μαθήματα που δίδασκε ο μακαρίτης πλέον Ι.Π. Αραβαντινός, θεωρούντο απ’ όλους τα πιο δύσκολα να «περάσεις» και με μεγάλη διαφορά από οποιοδήποτε άλλο.
Όταν ξεκίνησα να ξεφυλλίζω την «Εισαγωγή στην Επιστήμη του Δικαίου», κατάλαβα γιατί. Δεν πιστεύω να έχω διαβάσει ποτέ μου κείμενο πιο «πυκνό» σε έννοιες, πιο θαυμαστό σε διορατικότητα, πιο έμπλεο νομικής ιδιοφυίας και επιστημονικής κατάρτισης και, συγχρόνως, πιο φωτισμένο από βαθιά, πλήρη γνώση και κατανόηση της ανθρώπινης κατάστασης.
Μετά, διάβασα και τα «Στοιχεία Μεθοδολογίας του Δικαίου» και ο εκμαυλισμός μου ολοκληρώθηκε. Ήταν σα να διέσχισα τον καθρέφτη και βρέθηκα σ’ ένα άλλο σύμπαν γεμάτο θαύματα.
Με αντιμετώπισαν περίπου ως φρικιό που πέρασα και τα δύο με την πρώτη και σχεδόν άριστα, εννιά και οκτώ, ενώ δε μπορούσα να αντέξω χωρίς να αποκοιμηθώ από ανία ούτε μια σελίδα π.χ. του Αστικού ή της Δικονομίας, πόσο μάλλον να περάσω κανένα απ’ αυτά…
Τελικά, δικηγόρος δεν έγινα, αλλά χάρη σ’ αυτά τα δύο βιβλία κυρίως, μπόρεσα και κατανόησα σχεδόν βιωματικά τι ακριβώς χωρίζει το «δίκαιο», από το «νόμο»: το δίκαιο είναι κάτι που μπορεί να καταλάβει απόλυτα κι ένα μικρό παιδί. Ο νόμος είναι αυτό που μπορεί να καταλάβει απόλυτα μόνο ένας δικηγόρος –και αν.
Μέρα που είναι σήμερα , για να το πω λίγο διαφορετικά: αύριο μπορεί να γίνει νόμος ότι ο κάθε κομπλεξικός πορδόμαγκας δικαιούται να σπάει στο ξύλο τη γυναίκα του επειδή τον στραβοκοίταξε ή έκαψε το παστίτσιο (σε κάποιες θεοκρατίες πρακτικώς είναι και σήμερα νόμος κάτι τέτοιο).
Ακόμη κι αυτός ο ίδιος πορδόμαγκας, λοιπόν, που λέτε, έτσι και βγει ένας άλλος νόμος που θα προβλέπει ότι αν φτύσει στο πεζοδρόμιο θα έρχεται κάποιος τριάντα πόντους πιο ψηλός και σαράντα κιλά πιο βαρύς και θα τον κάνει τουλούμι στο ξύλο, θα αναφωνήσει κατουρημένος πάνω του όσο τις τρώει: «Μη, αυτό δεν είναι δίκαιο».
Ο Χιμένεθ έκανε κ#λ^δάχτυλο στην κερκίδα του Παναθηναϊκού, με κίνδυνο να μετατρέψει τη Λεωφόρο σε σκηνικό Άγριας Δύσης. Και τιμωρήθηκε γι’ αυτό με 15 μέρες και 10.000 ευρώ πρόστιμο.
Και δεν ξέρω, ούτε με νοιάζει εάν όντως προβλέπει κάτι τέτοιο ο κανονισμός (είμαι βέβαιος πως όχι, αλλά έως και αυτό είδα να αναφέρεται κάπου).
Ούτε αν δεν το προβλέπει μεν, αλλά έπρεπε για κάποιο λόγο να ερμηνευθεί προς την κατεύθυνση της εκλογίκευσής του.
Ούτε κι αν κάποτε ο Κασάμι και ο Περέιρα τιμωρήθηκαν για ανάλογες χειρονομίες μόνο με πρόστιμο –μικρότερο μάλιστα.
Αυτά είναι για τους δικηγόρους. Αφορούν τους νόμους και την ερμηνεία τους. Δεν αφορούν το τι είναι δίκαιο και τι όχι. Δίκαιο θα ήταν η ποινή να είναι ανάλογη με το παράπτωμα και τις πιθανές συνέπειές του –που για τον Παναθηναϊκό θα μπορούσαν να είναι καταστροφικές.
Το ότι δεν αντέδρασε η κερκίδα του είναι αξιοσημείωτο και συνιστά εύσημο για τους οπαδούς του. Αλλά δεν αλλάζει την ουσία.
Όπως δεν την αλλάζει και η καθυστερημένη και μάλλον προσχηματική συγγνώμη του Ισπανού.
Ο «νόμος» μπορεί να έλεγε το τάδε και η ερμηνεία του να υπαγόρευε το δείνα.
Αλλά το τι θα ήταν δίκαιο, το κατάλαβαν πρώτοι απ’ όλους οι ίδιοι οι φίλοι της ΑΕΚ, που αντέδρασαν άμεσα και αυθόρμητα στην εγκληματική απερισκεψία του Χιμένεθ χωρίς να ανοίξουν κανένα εγχειρίδιο και χωρίς να επικαλεστούν υψηλές νομικές έννοιες όπως η αναλογικότητα των ποινών, ή ο εξορθολογισμός δια της ευρείας ερμηνείας ενός κανονιστικού πλαισίου.
Είδαν κάτι που δεν ήταν σωστό (πρώτα απ’ όλα απέναντι στην ομάδα τους και την ιστορία της) και έτσι το χαρακτήρισαν, ανοιχτά και ξάστερα, χωρίς μα και μου.
Οι οπαδοί της ΑΕΚ θεωρώ ότι θα περνούσαν άνετα και τα δύο μαθήματα του Αραβαντινού. Όλοι οι υπόλοιποι θα μπορούσαν να γίνουν δικηγόροι…