Η «πιάτσα» αρνείται να πιστέψει ότι ο φετινός Άρης δεν κοστίζει πάνω από 3,4 εκ. ευρώ.
Ακούω, διαβάζω, συζητώ, όπως όλοι άλλωστε, διάφορα για τη νέα λίγκα, κυρίως δε για την επιστροφή του Άρη στο φυσικό του χώρο. Είτε αφορά Αρειανούς, είτε φίλους άλλων ομάδων, είτε -ακόμη και- συναδέλφους, ο κοινός παρονομαστής είναι η ερώτηση: Πόσο κοστίζει η ομάδα του Άρη;
Όταν η απάντηση είναι… «το αγωνιστικό μπάτζετ δεν ξεπερνά τα 3,4 εκατομμύρια», αρχίζουν οι επόμενες, κυρίως ως προϊόν της αμηχανίας που προκαλεί κάτι που δεν περιμένει να ακούσει ο ερωτών: «Όλοι κάνουν τόσο ή μόνον οι νέοι παίκτες;» ή… «μήπως δεν τα ξέρετε καλά, μήπως λέει τόσα ο Καρυπίδης για να μην προκαλέσει;» Και πολλά άλλα ευρηματικά…
Η «πιάτσα» λοιπόν, ήδη αποτιμά τον Άρη ως ένα προϊόν ακριβότερο από το κόστος των συμβολαίων που το συνιστούν. Η πρώτη και μεγαλύτερη κατάκτηση των κιτρινόμαυρων είναι αυτή.
Ο Ερέρα έφερε παίκτες που γνώριζε προσωπικά και στο βαθμό που μπορούσε να επηρεάσει και τους οικονομικούς όρους της συνεργασίας. Ο Διαμαντόπουλος άνοιξε πόρτες σε αγορές που ο προπονητής «δεν είχε» αξιοποιώντας την ατζέντα του και ο Καρυπίδης συμμετείχε στις περιπτώσεις εκείνες που ανέλαβε να χειριστεί και να τελειώσει προσωπικά.
Ο προϋπολογισμός, όπως σχεδιάστηκε δεν εξετράπη, το αποτέλεσμα είναι καλό γιατί όλοι μαζί κατάφεραν να πετύχουν δυο πράγματα: Πρώτον να καλύψουν τις θέσεις χωρίς να υπάρχει στο τέλος της ημέρας, μία για την οποία να λέει κάποιος πως «εκεί δεν έχουμε επιλογή» και δεύτερον, ήταν και τυχεροί στην προσέλκυση προσωπικοτήτων που «ταίριαξαν» μεταξύ τους όπως φάνηκε από την προετοιμασία ακόμη, αλλά και στα πρώτα επίσημα ματς.
Έχουμε αναφερθεί ξανά στο… «πώς πανηγυρίζουν και πώς διαμαρτύρονται». Επιπλέον, δικαιώθηκε και η επιλογή Καρυπίδη να πάει ως το τέλος με τις «άστεγες ΠΑΕ» αν και είχε από νωρίς πρόταση από την ελεύθερη αγορά.
Τον «κανονικό» Άρη, λογικά, θα τον δούμε από τον Οκτώβρη και μετά. Αυτοί που ήδη παίζουν θα έχουν τότε στα πόδια τους έναν ικανό αριθμό αγώνων και αυτοί που ήρθαν τελευταίοι, καθώς είναι και ποιοτικότατοι στις θέσεις τους, θα έχουν βρει έναν ρυθμό και τους ρόλους τους στο σύνολο.
Εφόσον οι κιτρινόμαυροι συνεχίσουν να προοδεύουν αγωνιστικά, αν κάθε αγωνιστική προσθέτουν «κάτι» στο παιχνίδι τους, στο τέλος του -θεωρητικά- βατού προγράμματος, θα είναι σε εξαιρετική θέση για να μπουν στο κομμάτι της σεζόν που θα τους οδηγήσει και στη θέσπιση στόχων, με την ολοκλήρωση του πρώτου μισού της σεζόν.
Αρκεί να διατηρηθεί στο μεσοδιάστημα η ταπεινότητα και η επιμονή στη δουλειά, σαν να μην έχει προηγηθεί κανένα από τα προηγούμενα παιχνίδια.