Η Άρσεναλ πλήρωσε 7 εκατ. ευρώ στον ΠΑΟΚ για τα ποσοστά μεταπώλησης του Λούκας, δε θα τους χαλούσε καθόλου αν αύριο βρισκόταν στη θέση του.
Με την επικαιρότητα των τελευταίων εβδομάδων στο ασπρόμαυρο στρατόπεδο να επικεντρώνεται στους προκριματικούς του Τσάμπιονς Λιγκ, άφησα εντελώς ασχολίαστα τα μεταγραφικά και κυρίως αυτή που αφορά το προτελευταίο μπαμ, αυτό του Ακπόμ. Για τον Βέρνμπλουμ, είπαμε κάτι ψιλά.
Λίγο ή πολύ έχετε πιάσει τον τρόπο που αντιλαμβάνομαι την καθημερινότητα, γι αυτό και εννοείται πως δεν πρέπει να περιμένετε τα κλασικά και τετριμμένα για το πόσο παικταράς είναι, πόσες φορές θα σκίσει τα αντίπαλα δίχτυα και παρόμοιες χαζοχαρούμενες προσεγγίσεις της πλάκας.
Το δόγμα μου το γνωρίζετε, πάνω απ’ όλα πιστεύω στον προπονητή και την ομάδα που φτιάχνει, αυτό είναι το κυρίαρχο ζητούμενο. Μέσα σε μια καλή ομάδα, ακόμα και οι μέτριοι θα φαίνονται καλοί, πόσο δε οι άνω του μετρίου. Σε μια κακή ομάδα, ακόμα και οι σούπερ παίκτες θα μοιάζουν με παικτάκια της σειράς
Έτσι και ο ΠΑΟΚ συνέχιζε με τον Στανόγεβιτς, ο Βιειρίνια σήμερα θα ήταν ο αποδιοπομπαίος τράγος αφού θα είχε έρθει για την τελευταία αρπαχτή και ο Πρίγιο δε θα ήταν ο δολοφόνος με τη χαίτη, αλλά ένας ακόμα μισθοφόρος. Μη ρωτάτε που το ξέρω, από καλά ονόματα και ακριβούς παίκτες χορτάσαμε στα χρόνια του Σαββίδη, όλοι τους όμως έφευγαν ως αποτυχημένοι, με απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς.. Δεν ήταν δική τους ευθύνη, ένα προβληματικό μαγαζί μοιραία θα παρασύρει όσους το στελεχώνουν, κανένας Μπερμπάτοφ, Νομπόα ή Λούκας, δεν έχει τη δύναμη να γιατρέψει πληγές που ξεκινάνε από την κεφαλή.
Ο ΠΑΟΚ αγόρασε τον Ακπόμ από κοτζάμ Άρσεναλ, σε τιμή που δε συνάδει με τα γενικότερα χρηματιστηριακά επίπεδα της Πρέμιερ, ακόμα κι αν μιλάμε για παίκτη που δε λογιζόταν ως πρώτης γραμμής.Το ότι έχει αξία είναι γεγονός, σε διαφορετική περίπτωση οι Λονδρέζοι θα τον άφηναν ελεύθερο και σίγουρα δε θα του ανανέωναν το συμβόλαιο, μερικά χρόνια πριν. Ακόμα κι αν δεν ποντάριζαν πως θα έχουν αγωνιστικό κέρδος, προσδοκούσαν τουλάχιστον σε οικονομικό, με τον παίκτη να φτιάχνει το όνομά του στις ομάδες που δινόταν δανεικός. Συνηθισμένη πρακτική για συλλόγους όπως η Άρσεναλ, που αντιλαμβάνονται το ποδόσφαιρο ως εμπορική πράξη, κατά βάσει.
Κάπου στα 2.5 τον κοστολογούσε αρχικά η Άρσεναλ και το ότι η ομάδα που αγωνίστηκε πέρσι ήθελε να τον κρατήσει, δείχνει πως ο ΠΑΟΚ δεν ήταν η μόνη επιλογή του. Τα 2.5 της τιμής εκκίνησης, δεν είναι εξωφρενικό νούμερο, για τα ποσά που ξοδεύουν ομάδες της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης.
Ο ΠΑΟΚ τον αγόρασε μόλις 1 εκατ. ευρώ και ο λόγος που η Άρσεναλ επέλεξε αυτήν την πρόταση, είναι προφανής. Κρατώντας ποσοστό μεταπώλησης, μπορεί να κερδίσει πολλαπλάσια από τη διαφορά μεταξύ αρχικής και τελικής τιμής πώλησης. Ακόμα κι αν η πρώην ομάδα του μπορούσε να πληρώσει αυτά που ζητούσε η Άρσεναλ, το ενδεχόμενο να αποκτούσε ο παίκτης υπεραξία σε μικρομεσαίο κλαμπ του Βελγίου, με απειροελάχιστες προοπτικές Ευρωπαϊκής συμμετοχής πόσο δε διάκρισης, ακούγεται ουτοπικό..
Τα τελευταία χρόνια ο ΠΑΟΚ έχει κάνει καλές έως γερές μπάζες από πωλήσεις ποδοσφαιριστών, είτε άμεσα είτε διατηρώντας ποσοστό μεταπώλησης, Βιειρίνια, Λούκας, Ροντρίγκεζ, Μακ, Όλσεν..
Δεν είναι η μοναδική ομάδα στην Ελλάδα που έχει αυξήσει τα έσοδα της με αυτόν τον τρόπο, ο Ολυμπιακός είναι πρωτοπόρος, εισπράττοντας αστρονομικά ποσά για τα εγχώρια δεδομένα.
Αναφέρομαι στον ΠΑΟΚ όμως διότι το κοινό του είναι το μοναδικό που δε μπορεί να συμβιβαστεί με την ιδέα της πώλησης, σε όλες τις ομάδες είναι λογικό να υπάρχει γκρίνια όταν γίνονται αποχωρούν καλά ονόματα, ειδικά στον ΠΑΟΚ όμως νόμιζες πως ο πρόεδρος έβαλε τα λεφτά στο παντελόνι και την έκανε για Σεϊχέλες, αφήνοντας την ομάδα στη μοίρα της και απλήρωτους λογαριασμούς της ΔΕΗ..
Τελευταία και πιο χαρακτηριστική περίπτωση ήταν αυτή του Ροντρίγκεζ, το 48ωρο μετά την ανακοίνωση της πώλησης του, νόμιζες πως βρισκόμαστε στα πρόθυρα σύρραξης.
Άκουγες και διάβαζες τρελά πράγματα και απίστευτη γκρίνια για την απόφαση να πουληθεί ο καλύτερος παίκτης του πρώτου εξαμήνου του 2016..
Εκείνο το «ο καλύτερος παίκτης μας» ήταν το πιο εξωφρενικό, λες και υπήρχε περίπτωση να πουληθεί ο χειρότερος.Πάντα οι καλύτεροι πιάνουν λεφτά, αυτούς που δεν ξεχωρίζουν και να θες να τους πουλήσεις, δεν θα βρεις αγοραστές.
Αν υπήρχε τρόπος να γίνει το τελευταίο, τα μέλη του ΔΣ θα έπρεπε να αναλάβουν το υπουργείο Οικονομικών, μπας και βγάλουν τη χώρα από την κρίση.
Λίγο μετά ήρθε ο Πρίγιοβιτς, η θέση καλύφθηκε από τον Ενρίκε, κι ο Ροντρίγκεζ δεν ξεχάστηκε απλά, αλλά όταν τα βρήκε σκούρα στο ξεκίνημα και εκδήλωσε διακριτικά επιθυμία επιστροφής, αυτοί που έβριζαν την ΠΑΕ για την πώληση, σχολίαζαν στις ΠΑΟΚτσήδικες ιστοσελίδες «δε σε θέλουμε ρε, να μείνεις εκεί που είσαι».
Το ότι αν επρόκειτο για δικό τους παιδί θα το συμβούλευαν να προτιμήσει την ομάδα που του προσφέρει πολλαπλάσια είναι δευτερεύον σε σχέση με το σημαντικότερο όλων, πως με ελάχιστες εξαιρέσεις οι παίκτες σήμερα, είναι εντελώς αναλώσιμοι. Με τον ίδιο τρόπο, βλέπουν και οι αθλητές τις ομάδες που αγωνίζονται, γι αυτό και οι αλλαγές φανέλας γίνονται με ταχύτητα φωτός.
Ποδοσφαιριστές σαν τον Ροντρίγκεζ μπορείς να βρεις με το τσουβάλι, το ζητούμενο δεν είναι ότι πουλάς, αλλά πως βρίσκεις παίκτες και τους αξιοποιείς..
Αφού το καταφέρνεις αυτό, δεν υπάρχει πρόβλημα, θα βρίσκεις πάντα καλύτερους αντικαταστάτες, θα γεμίζεις και τα ταμεία, το τερπνόν με τα του ωφελίμου, όπως λέμε.
Κι όχι μόνο αυτό, αλλά θα ενισχύσεις και το εμπορικό πρεστίζ σου, θα γίνεις πιο ελκυστικός προορισμός για παίκτες που θα σε βλέπουν ως σκαλοπάτι για να εκτοξεύσουν τις μετοχές τους, γιατί στην πραγματικότητα, αυτό είναι που επιζητά η συντριπτική πλειοψηφία των αθλητών, ειδικά όσων βρίσκονται σε καλή ηλικία. Σε περίπτωση λοιπόν που τους κρατάς φυλακισμένους για να κάνεις το χατίρι της κερκίδας, θα μαραζώσουν, οπότε και λεφτά θα χάσεις και κυρίως, θα εισπράττεις μόνο αρνητικές απαντήσεις όταν θα θες να φέρεις κάποιον της προκοπής.
Μια από τις ευεργετικές συνέπειες των πωλήσεων λοιπόν είναι και η απόκτηση του Ακπόμ, η Άρσεναλ άλλωστε πλήρωσε πρόσφατα 7 εκατ. στον ΠΑΟΚ για τα ποσοστά μεταπώλησης του Λούκας, δε θα τους χαλούσε καθόλου αν αύριο βρισκόταν στη θέση του βγάζοντας ξεκούραστα λεφτά.
Αυτό είναι που οφείλει να κατανοήσει ο κόσμος, πως μιλάμε πλέον για εταιρίες, όπου τα ισχύοντα και οι νόμοι μπορεί να μη συνάδουν με το ρομαντισμό όλων ημών που καθόμαστε στην κερκίδα, καλώς ή κακώς όμως έτσι έχουν τα πράγματα.
Όσο για το χαρακτηρισμό «αναλώσιμοι» που απέδωσα προηγουμένως στους αθλητές, ας μην παρεξηγηθώ, αυτή είναι η πραγματικότητα σήμερα.
Τα πάντα γύρω αλλάζουν με αστραπιαίες ταχύτητες.
Κάποτε οι αθλητές πρωτοεμφανίζονταν σε μια ομάδα ως αμούστακα παιδιά και αποχωρούσαν γκριζομάλληδες,χωρίς να αλλάξουν φανέλα.
Εκείνη την εποχή, οι πατεράδες και οι παππούδες μας, αγόραζαν ένα αυτοκίνητο και το κρατούσαν 50 χρόνια, στην Ελλάδα -προ κρίσης εννοείται-, ο κόσμος άλλαζε αυτοκίνητο, κάθε πενταετία.
Οι πατεράδες και οι παππούδες μας επίσης, γνώριζαν μια γυναίκα, την παντρεύονταν κι έμεναν μαζί μέχρι τα γεράματα, τα διαζύγια σήμερα είναι περισσότερα από τους γάμους.
Καλώς ή κακώς αυτά είναι τα σημεία των καιρών, όποιος δεν τα αντιλαμβάνεται, θα συνεχίζει να εθελοτυφλεί και να βράζει στο ζουμί του σε κάθε αποχαιρετισμό…