Οι Έλληνες αθλητές και αθλήτριες σημείωσαν σημαντικές επιτυχίες σε ένα Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα στίβου δείχνοντας ότι παρά τις δυσκολίες και την έλλειψη ουσιαστικής κρατικής στήριξης έχουν το ταλέντο τη δύναμη και την τεχνογνωσία των προπονητών τους για να υπερκεράσουν κάθε δυσκολία.
Οι μεγάλες επιτυχίες των Ελλήνων αθλητών στίβου και τα μετάλλια που κατέκτησαν, αλλά και πολλά παιδιά που πλασαρίστηκαν σε τελικούς αγωνισμάτων (12 συνολικά εκτός του βάδην και του μαραθωνίου που δεν έχουν προκριματικά) άφησαν έντονο το στίγμα τους στο φετινό Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του Βερολίνου που τελειώνει απόψε. Μπορεί να μην είναι η κορυφαία από πλευράς μεταλλίων απόδοσή μας στην ιστορία (αυτή σημειώθηκε το 2002 στο Μόναχο με 6 μετάλλια, 4 χρυσά + 2 χάλκινα) όμως η παρουσία της ελληνικής αποστολής κρίνεται αρκούντως εντυπωσιακή. Το θετικό πέρα από τα μετάλλια είναι ότι πλέον ο ελληνικός στίβος διαθέτει αθλητές σε καλή ηλικία για να πρωταγωνιστήσουν και τα επόμενα χρόνια. Πέρα από την παγκόσμιας κλάσης Κατερίνα Στεφανίδη, αλλά και τις σταθερές αξίες αθλητριών, φαίνεται ότι και από κάτω έχει αρχίσει να ανθίζει μία νέα γενιά ικανή να φέρει διακρίσεις σε μεγάλες διοργανώσεις. Μπορεί μάλιστα η συνολική συγκομιδή μεταλλίων να αυξηθεί σήμερα, αφού ο Κώστας Φιλιππίδης και ο πολύπειρος Δημήτρης Τσιάμης σε επί κοντώ και τριπλούν αντίστοιχα, βρίσκονται στους τελικούς των αγωνισμάτων τους.
Θεωρώ ότι τα παιδιά αυτά, όπως και οι αθλητές άλλων σπορ (κολύμβηση, ενόργανη γυμναστική κ.α) με ευθύνη κυρίως δική μας, των δημοσιογράφων δηλαδή, τα θυμόμαστε μόνο τις μέρες που θα κάνουν την υπέρβαση και όχι όλο τον υπόλοιπο χρόνο που δυσκολεύονται να βρουν τις κατάλληλες συνθήκες για να προπονηθούν Είμαστε μάλιστα ικανοί να τους χλευάσουμε ή να τους στήσουμε στον τοίχο στην πρώτη αποτυχία τους σε μεγάλη διοργάνωση, λες και γνωρίζουμε τις δυσκολίες, την τεχνική και στο φινάλε αυτό καθ’ αυτό το άθλημα. Το ποδόσφαιρο και το μπάσκετ είναι αθλήματα τα οποία γίνονται σε μεγάλο βαθμό εύκολα αντιληπτά και σε αυτό βοηθάει το επάγγελμά μας και η σχεδόν καθημερινή τριβή με αυτά. Αντίθετα, τα ατομικά σπορ με διαφορετικό τρόπο προσέγγισης από τον αθλητή, με εντελώς άλλο πρόγραμμα προπόνησης δεν είναι εύκολο για έναν δημοσιογράφο (δεν βάζω τους φιλάθλους σε αυτό γιατί δεν κάνουν τους ειδικούς στα μέσα) να γίνει κοινωνός του μηχανισμού που οδηγεί στη διάκριση. Ποιος άραγε θα ασχολιόταν με την τραγική κατάσταση που παρουσίαζε το μοναδικό ουσιαστικά διαθέσιμο προπονητήριο του στίβου, αν δεν είχε τραυματιστεί σοβαρά ο Κώστας Φιλιππίδης; Κανείς! Ποιος ασχολείται αν το κλειστό της Παιανίας που αποτελούσε το σπίτι του στίβου παρέμενε κλειστό και λεηλατημένο; Η αλήθεια είναι ότι τα τελευταία χρόνια με αφορμή και τον τραυματισμό που αναφέραμε έχουν βελτιωθεί οι συνθήκες κάτω από τις οποίες προπονούνται οι αθλητές μας, ακόμα και στην περιφέρεια. Μέχρι να φτάσει κανείς από τα παιδιά αυτά στο επίπεδο να προπονείται είτε στο εξωτερικό, είτε σε εθνικά κλιμάκια του ΣΕΓΑΣ, πρέπει να αθληθεί σε μικρότερα μεγέθη που είναι ευθύνη αποκλειστική της πολιτείας να του τα παρέχει, εάν θέλουμε να πανηγυρίσουμε και στο μέλλον μεγάλες εθνικές επιτυχίες.
Ειδική μνεία πρέπει να γίνει και στους χορηγούς, τις ιδιωτικές εταιρείες δηλαδή που στηρίζουν πέρα από ηθικά και υλικά τους αθλητές μας βοηθώντας τους να φτάσουν στους στόχους τους. Επειδή έχει γίνει μεγάλη κουβέντα τελευταία περί των προνομίων που απολαμβάνουν οι αθλητές που φέρνουν μετάλλια διεθνών διοργανώσεων, καλό θα ήταν η ελληνική πολιτεία κάποια στιγμή να μπει στη διαδικασία πραγματικής αξιοποίησης αυτού του εθνικού κεφαλαίου. Τι σημαίνει πρακτικά αυτό; Οι άνθρωποι αυτοί μετά το πέρας του αθλητικού τους βίου, θα μπορούσαν να γίνουν μόνιμοι πρεσβευτές της χώρας μας ανά τον κόσμο, αλλά και ως κοινωνοί του ευ αγωνίζεσθαι και της ροπής των νέων ανθρώπων προς τον αθλητισμό στα σχολεία. Την επόμενη φορά λοιπόν που θα στηθείτε μπροστά σε έναν τηλεοπτικό δέκτη και θα νιώσετε εθνικά υπερήφανοι από μία επιτυχία ενός Έλληνα αθλητή αναλογιστείτε πόσο έχει κοπιάσει για να φτάσει εκεί, τι θυσίες έχει κάνει και τι αγώνα έχει κάνει μαζί του και η οικογένειά του.