Παπούτσι από τον τόπο σου κι ας είναι… ξένο

Παπούτσι από τον τόπο σου κι ας είναι… ξένο

Για χρόνια -όχι μόνο τα χρόνια της ευμάρειας- παρακολουθούσαμε διαρκείς αλλαγές ξένων παικτών. Οι περισσότεροι χρησιμοποιούσαν τη χώρα μας ως σταθμό μετεπιβίβασης (χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Μάικ Τζέιμς) και δείχνοντας δείγματα γραφής στο ανταγωνιστικό μας πρωτάθλημα, κέρδιζαν ένα καλύτερο -από κάθε άποψη- συμβόλαιο. Κάποιοι λίγοι… ρίζωναν (χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Τζέιμς Γκιστ), σε βαθμό που πλέον τους […]

Για χρόνια -όχι μόνο τα χρόνια της ευμάρειας- παρακολουθούσαμε διαρκείς αλλαγές ξένων παικτών. Οι περισσότεροι χρησιμοποιούσαν τη χώρα μας ως σταθμό μετεπιβίβασης (χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Μάικ Τζέιμς) και δείχνοντας δείγματα γραφής στο ανταγωνιστικό μας πρωτάθλημα, κέρδιζαν ένα καλύτερο -από κάθε άποψη- συμβόλαιο. Κάποιοι λίγοι… ρίζωναν (χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Τζέιμς Γκιστ), σε βαθμό που πλέον τους λογαριάζουμε σαν… δικούς μας.

Φέτος είναι η πρώτη φορά που τόσο πολλοί ξένοι άλλαξαν ομάδα, όχι όμως και χώρα. Κι αν για τον Άρη ήταν αναγκαιότητα, το Περιστέρι, ο Χολαργός, η Κύμη, σχεδόν όλες οι ομάδες προχώρησαν σε μια… πρωτοφανή «ανακύκλωση». Κατά το κοινώς (παραφρασμένο) λεγόμενο «παπούτσι από τον τόπο σου κι ας είναι… ξένο». Αυτό δείχνει ωριμότητα!
Οι προπονητές, οι οποίοι στη συντριπτική τους πλειοψηφία είναι έμπειροι και ικανοί, αντιλήφθηκαν δύο βασικά πράγματα: Δεν είναι ανάγκη να εντυπωσιάσουν προσπαθώντας -τάχα μου- να ανακαλύψουν την Αμερική και πως είναι σημαντικό ο παίκτης να έχει εικόνες κι εμπειρία.

Εδώ, νιώθω υποχρέωση να ανοίξω μια παρένθεση και να σημειώσω πως, ο πρώτος διδάξας ήταν ο Γιάννης Σφαιρόπουλος, ο οποίος -σ’ ένα υψηλότερο επίπεδο- σχεδόν «δογματικά» ζητούσε παίκτες που να έχουν ευρωπαϊκή εμπειρία, πολύ δε καλύτερα εμπειρία Ευρωλίγκας. Ο πρώην κόουτς του Ολυμπιακού ίσως να το παράκανε, κάποιες στιγμές αρνήθηκε να πάρει ελεγχόμενο ρίσκο, όμως στη βάση της σκέψης του είχε δίκιο.

Είναι πολύ σημαντικό να μην χρειάζεται χρόνο προσαρμογής ο παίκτης. Ομάδες όπως ο Άρης, το Περιστέρι, ο Χολαργός, «χτίζονται» εκ θεμελίων. Ως εκ τούτου απαιτείται χρόνος για να γίνουν ομάδες. Αν σε αυτόν τον χρόνο προσθέσεις και τον χρόνο που ατομικά καθένας θέλει να συνηθίσει στις συνθήκες ζωής της χώρας μας, αλλά και στον τρόπο που παίζουμε μπάσκετ (πιο σκεπτόμενο, με λιγότερη επένδυση στο ταλέντο και στην επιθετική έφεση του ατόμου), αντιλαμβάνεστε ότι υπάρχει λογική επιμήκυνση.

Σε αυτό το διάστημα χάνεται πολύτιμος χρόνος κι ενδεχομένως υπάρξουν αποτελέσματα που θα καθορίσουν αν όχι το μέλλον της ομάδας, συχνότερα το μέλλον του προπονητή. Πλέον οι κινήσεις εντυπωσιασμού περιορίζονται, η λογική λέει πως παίκτες οι οποίοι έδειξαν στοιχεία και γνωρίζουν την ελληνική πραγματικότητα είναι πρώτες επιλογές κι οι ομάδες δεν ψαρεύουν σε θολά νερά. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι προπονητές που διάλεξαν ξένους από άλλα πρωταθλήματα πρέπει να μαστιγωθούν στην κεντρική πλατεία της έδρας της ομάδας τους.

Δεδομένου ότι έχουμε εικόνα γι’ αυτούς, χωρίς κι αυτό να σημαίνει πως ό,τι κάνει ένας παίκτης σε μια ομάδα θα το κάνει και στην άλλη, αλλά -διάολε- ο ΜακΓκι ούτε τη δύναμή του θα απολέσει, ούτε θα βάζει 95% βολές, ούτε τρίποντα θα σουτάρει, μπορούμε από τώρα να πούμε ότι πηγαίνουμε για ένα εξαιρετικά αμφίρροπο πρωτάθλημα. Ένα πρωτάθλημα όπου δεν γνωρίζεις -πλην των δύο πρώτων- πού θα κάτσει η μπίλια. Πόσο μάλλον στην ουρά, όπου αναμένεται να γίνει… μάχη.

Βεβαίως με μεγαλύτερη σιγουριά θα μιλήσουμε όταν οι ομάδες φτάσουν στο 80-90% του ρόστερ, γιατί -για παράδειγμα- ο Πανιώνιος δεν έχει ακόμα ούτε έναν Έλληνα, άρα τι κρίση να κάνουμε;

Ακολουθήστε στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις αθλητικές ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Αθλητικές Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, από

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ