Κωνσταντίνος Ασλανίδης: Ο "μαύρος" υφυπουργός. Υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ, υφυπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων και Γενικός Γραμματέας Αθλητισμού.
Η μισητή επταετία είναι μισητή γιατί πήγε κόντρα στην ζωή, την ελευθερία και την αξιοπρέπεια. Ο τρόπος που εγκαθίδρυσε την παντοδυναμία της, ήταν βασισμένος στην τρομοκρατία και στον χειρισμό. Από τη μία γέμιζε τα ξερονήσια και τα κελιά με αντιφρονούντες -βασανιστήρια, θάνατος, αίμα. Από την άλλη, προσπάθησε να γκρεμίσει από τα θεμέλια όλο το αξιακό πλαίσιο της κοινωνίας, για να εγκαθιδρύσει ένα νέο: Με πατρίδα-θρησκεία-οικογένεια κι εκείνο το «βούλωσ’το», που πάρα πολύ βοηθούσε την χούντα. Σώπαινε.
Το ποδόσφαιρο, από τη μέρα που ξεμύτισε στον κόσμο και άρχισε να συναρπάζει τους λαούς, ήταν δεδομένο πως θα γινόταν το πιο άμεσα συνδεδεμένο με την κοινωνία άθλημα. Επίσης, ήταν δεδομένο πως τα καθεστώτα, κυρίως τα τυραννικά, θα προσπαθούσαν να το χρησιμοποιήσουν ως «θέαμα» που συνοδεύει τον «άρτο». Το ίδιο έκανε ο Μουσολίνι στην φασιστική Ιταλία, το ίδιο έκανε κι η χούντα στην Ελλάδα.
Κωνσταντίνος Ασλανίδης: Ο «μαύρος» υφυπουργός. Υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ, υφυπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων και Γενικός Γραμματέας Αθλητισμού.
Βήμα πρώτο: ‘Αρθρο22. Τα αθλητικά σωματεία είναι -όπως κι όλες οι συλλογικότητες- κακό σπυρί για την χούντα. Έτσι με ένα άρθρο-διάταγμα, ο Ασλανίδης «περνά» το νόμο που ελέγχει πλήρως τον αθλητισμό, άρα και το μαζικότερο άθλημα όλων: Το ποδόσφαιρο.
Ο νόμος ρύθμιζε τις λειτουργείες των σωματείων, έβαζε δε το κράτος σε ρόλο δερβάναγα -ήταν τα μάτια και τα αυτιά κάθε αθλητικής συλλογικότητας. Υπεύθυνοι για τον διαρκή έλεγχο του κράτους, ήταν στρατιωτικοί συνήθως- διορισμένοι στις αντίστοιχες επιτροπές ελέγχου. Φυσικά, από τα χέρια τους περνούσαν και όλα τα χρήματα που επρόκειτο να δίνει η Γενική Γραμματεία στους Συλλόγους.
Και, φυσικά, η διάταξη-κλειδί: «Απαγορεύεται η εγγραφή ως μέλους σωματείου, καλλιεργούντος οιονδήποτε κλάδον σωματικής Αγωγής προσώπου μη νομιμόφρονος…»
Όλα καλώς καμωμένα για την χούντα. Πλήρης έλεγχος και μάλιστα με «καλά παιδιά».
Το διαβόητο Νομοθετικό Διάταγμα 76: Η διάλυση
Δεύτερη πράξη στην χουντική φαρσοκομωδία ήταν το Πρωτάθλημα. Αρχικά, αρμόδια ένωση για την διεξαγωγή του πρωταθλήματος ήταν η Ένωσις Σωματείων Αμειβομένων Ποδοσφαιριστών, η οποία αντικαθίσταται από την ΕΠΟ με το Νομικό Διάταγμα 76.
Και τότε διαλύονται αντικαθεστωτικά σωματεία. Με εντολή Ασλανίδη και μέσω του διατάγματος, κάθε νομός της χώρας οφείλει να έχει μία ομάδα στην Β’ Εθνική. Και ξεκινά το μεγάλο ξεκαθάρισμα: Ομάδες μικρές, τοπικές, συγχωνεύονται σε μεγαλύτερες, ανά περιπτώσεις μόνο και μόνο επειδή είχαν στελέχη αντιφρονούντες.
«Στόχος μου όχι να διαλύσω τις μικρές ομάδες, αλλά να δημιουργήσω πολλές μεγάλες», θα πει ο Ασλανίδης.
Περιττό να πούμε ότι η πρώτη χρονιά της χούντας άφησε τις μισές ομάδες εκτός ομίλων, ειδικά κάποιες που δεν τα είχαν και τόσο καλά με το καθεστώς.
Εξαφάνιση ή εξαγορά ποδοσφαιριστών
Η «καλώς καμωμένη» διάρθρωση του αθλητισμού φυσικά και βόλευε την χούντα. Τα επικίνδυνα σωματεία είχαν ήδη εξαφανιστεί, οι επικίνδυνοι φίλαθλοι δεν μπορεί παρά να είχαν ήδη σταλεί στα ξερονήσια ή βασανιστεί -μεταξύ άλλων, από μετέπειτα αθλητικούς παράγοντες, όπως ο Μάκης Ψωμιάδης- το πρωτάθλημα στήθηκε στα μέτρα της «επιχείρησης εξυγίανσης» (sic), οπότε αυτό που απέμεινε ήταν να καθαρίσουν κι από τους «επικίνδυνους» παίκτες. Ή, να εξαγοράσουν παίκτες από επικίνδυνα σωματεία.
Η πιο διάσημη ιστορία εξαγοράς είναι των πέντε του Εργοτέλη. Το γνωστό για τα προοδευτικά του αισθήματα σωματείο του Ηρακλείου δεν ήταν σε καμία περίπτωση το αγαπημένο της χούντας. Τότε 5 παίκτες, οι Κώστας Θοδωράκης, Δημήτρης Παπαδόπουλος, Μανόλης Σταυρουλάκης, Κώστας Ζουράρρης και Γιώργος Σκανδαλάκης, δέχονται μια δελεαστική πρόταση από τον ΟΦΗ, που θα εξασφάλιζε τη συμμετοχή τους σε άλλη κατηγορία.
Ο Εργοτέλης αντιδρά. Η δικαστική διαμάχη φουντώνει (μεταξύ Εργοτέλη και ΟΦΗ, έπειτα από προσφυγή του πρώτου στην ΕΠΟ), αλλά οι αριστερές πεποιθήσεις του Εργοτέλη υπονόμευαν την υπόθεση. Ο Ασλανίδης συναντήθηκε με ανθρώπους της ομάδας, ωστόσο η υπόθεση πέρασε ξανά στα χέρια της γραφειοκρατίας, μη επιτρέποντας την δικαίωση
Κι από την άλλη, ομάδες αποδυναμώθηκαν όταν ζητήθηκε η αποβολή παικτών αριστερών καταβολών. Πράγμα που συνέβη με την ΑΕΚ. Το 1969, με απόφαση του Ασλανίδη, απομακρύνθηκαν από την ομάδα οι πολύτιμοι κεντρικοί αμυντικοί Τάσος Βασιλείου και Φώτης Μπαλόπουλος. Με την κατηγορία των «αριστερών φρονημάτων» θα εκδιωχθούν και η ομάδα θα αποδυναμωθεί.
Κι ο κατάλογος μακρύς. Μακρύς όταν μικρές ομάδες, σαν την προσφυγική Θύελλα Πατρών ήταν στο μάτι του καθεστώτος, όταν με μεθοδεύσεις Ασλανίδη ο Αστέρας δεν βγήκε Ευρώπη, όταν ο Ασλανίδης είχε αποφασίσει να επιβλέπει τα έργα όλων των αθλητικών εγκαταστάσεων και έστηνε στασίδι στο «Καραϊσκάκη» για να επιτηρεί τις πορείες των εργασιών.
Κι όταν, και πάνω απ’όλα, οι θαρραλέοι οπαδοί σήκωναν αντιδικτατορικά πανό, την ώρα που το ποδόσφαιρο και ολόκληρη η κοινωνία δεχόταν ένα από τα πιο βάρβαρα πλήγματα που θα μπορούσε να δεχθεί ποτέ.
Οι πορείες των ομάδων επί χούντας, λοιπόν, βασίστηκαν σε τεράστιο βαθμό στην κατάρρευση των σωματείων, των αθλητικών συλλόγων, των «αντιδραστικών» ποδοσφαιριστών και πάει λέγοντας, για να φτάσει σε βρώμικα πρωταθλήματα και κύπελλα. Αλλά πού και πότε; Σε μία βρώμικη περίοδο, όπου το τυραννικό καθεστώς δεν θα επέτρεπε να κουνηθεί φύλλο. Κι άμα κουνιόταν, το έκοβε.
Με ενορχηστρωτή τον Κωνσταντίνο Ασλανίδη.