Ο Κώστας Καίσαρης, γράφει για το παραμύθι φούρναρης, σχέδιο-αποστασίας που καταγγέλλει ο Σύριζα. Την επιστροφή στο 1965 και παραθέτει την ανάλυση του Ρουβίκωνα για τα πολιτικά «παρατράγουδα».
ΩΔΙΝΕΝ όρος και έτεκεν μυν, όπως είχε πει ο Αλή Πασάς στη Κυρά Φροσύνη. Ούτε η δημοκρατία και το πολίτευμα κινδυνεύουν, ούτε η καθεστηκυία τάξης. Η απειλή κατά της ζωής του βουλευτή Κατσίκη, απεδείχθη παραμύθι φούρναρης. Κανείς, δεν του επιτέθηκε, κανείς δεν τον απείλησε, κανείς δεν μπήκε στο γραφείο του. Κι οι του Ρουβίκωνα που ανέλαβε τη ευθύνη του εγχειρήματος, όπως είναι γνωστό, δεν κουβαλάνε απάνω τους, ούτε νυχοκόπτη. Είναι όμως ο Σύριζα, που γυρίζει μισό αιώνα πίσω. Που ασκεί πολιτική με όρους και μεθοδολογία 1965. Ότι, όπως ο πατήρ, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης με το παλάτι έριξαν πριν 53 χρόνια τη κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου, έτσι ο υιός Μητσοτάκης, ο Κυριάκος θέλει να ρίξει τη κυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου. Με απειλές εκβιασμούς και αποστασίες που απεργάζονται σκοτεινά κέντρα του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης. Για να τα κάνουμε πενηνταράκια, όπου Πειραιάς Μαρινάκης κι όπου Θεσσαλονίκη Σαββίδης. Και καλά ο Βαγγέλης που τον βλέπουνε και στον ύπνο τους. Ο Ιβάν; Ο ίδιος ο Αλέξης έσκιζε τα ρούχα του, από του βήματος της Βουλής, ότι πρόκειται περί «υγιούς επιχειρηματία».
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ: Ο πολιτικός ογκόλιθος που ακούει στο όνομα Ράνια Σβίγγου να αποφανθεί: «Ακόμα πιο λυσσαλέα η προσπάθεια επιχειρηματικών συμφερόντων να πέσει η κυβέρνηση». Ο πρώην ΚΚΕ, τέως παρατρεχάμενος του Γιωργάκη και πάντα χαμογελαστός Νίκος Κοτζιας, ξιφούλκησε: «Οργανωμένο σχέδιο πολιτικής ανωμαλίας σε εξέλιξη». Ο θρησκευόμενος ταβλαδόρος, Πάνος Καμμένος το πήγε ένα βήμα παραπέρα: «Τι άλλο περιμένει ο εισαγγελέας για τη τεκμηρίωση του αδικήματος, για ανατροπή του πολιτεύματος». Τρίχες κατσαρές, λέει η ταπεινότητά μου. Σχέδιο αποστασίας, επειδή, έτζασε από τους ΑΝΕΛ ένας Λαζαρίδης; Κι η λαοπρόβλητη, κυβέρνηση, έμεινε με 152. Κι αν αύριο τα σκοτεινά κέντρα, που απεργάζονται τη κατάλυση του πολιτεύματος, βρουν άλλους δύο, η κυβέρνηση παίρνει τον πούλο.
ΠΟΥ είναι όμως το περίεργο; Κι από που προκύπτει, ότι εν λόγω Λαζαρίδης τη κοπάνισε, επειδή έβαλε στην απομέσα τίποτις ρούβλια; Το τομάρι του κοιτάζει ο Λαζαρίδης. Μπας και τη σκαπουλάρει και επιβιώσει πολιτικά. Βουλευτής Θεσσαλονίκης, είναι. Πολιτικά νεκρός δηλαδή, από τη στιγμή που ψήφισε υπέρ της κυβέρνησης στη πρόταση μομφής για τη Μακεδονία. Και στο φινάλε, για τον πρώτο, η τον τελευταίο, πρόκειται; Πάνω από εκατό βουλευτές, την έχουνε κάνει γυριστή κι έχουνε αλλάξει κομματική στέγη τα τελευταία χρόνια. Λαφαζάνης και Στρατούληδες που φύγανε από τον Σύριζα, ήτανε ενεργούμενα επιχειρηματικών συμφερόντων; Πόσοι φύγανε από το ΠΑΣΟΚ, λόγω μνημονίων; Πόσοι φύγανε από τη Νέα Δημοκρατία, με πρώτο και καλύτερο τον Καμμένο; Ο Θανάσης Παπαχριστόπουλος με μισό κιλό τζελ στο μαλλί, που ήτανε στο ΠΑΣΟΚ, έκανε μια βόλτα στη Νέα Δημοκρατία, βρήκε την άκρη στους ΑΝΕΛ κι είναι έτοιμος για τον Σύριζα, έχει αρχές; Έχει ιδεολογία; Την πάρτη του κοιτάει. Που θα βολευτεί. Οπουδήποτε. Την πάρτη του κοίταξε κι ο Λαζαρίδης. Που είναι το διάφορο;
ΕΧΕΙ ενδιαφέρον όμως να δούμε, τι λέει ο Ρουβικώνας, με αφορμή την περίπτωση-Κατσίκη: «Η αστική δημοκρατία είναι, ειδικά σήμερα, ένα αδειανό πουκάμισο. Οι πολιτικές δεν φτιάχνονται στο εσωτερικό της όπως κάποτε. Αν κάποτε το κεφάλαιο, οι εθνικές κρατικές ελίτ, οι μεγάλοι ιμπεριαλισμοί, χρησιμοποιούσαν το κοινοβουλευτικό πεδίο για να σχηματοποιήσουν τις επιλογές τους, σήμερα το έχουν ξεφορτωθεί ως παράγοντα καθυστέρησης και εμπλοκών. Στο παρόν λοιπόν η αστική δημοκρατία δεν είναι παρά ένα σούπερ μάρκετ πολιτικής δημοσιότητας, παραγοντισμού γύρω από προνόμια και παρασιτισμού σε δημόσιους πόρους από διάφορες κλίκες συμφερόντων που συνεχίζουν να αποκαλούνται κόμματα. Σε αυτή την πολιτική μπίζνα αυτό το φανταστικό καχέκτυπο του «πολίτη», η διαταξική σούπα των ψηφοφόρων, ψωνίζει κάθε λίγα χρόνια με τους μόνους όρους που συνίστανται σε πραγματικότητα: με όρους ενός θεαματικού πολιτικοϊδεολογικού lifestyle.
Οι υποψήφιες μορφές του lifestyle βρίσκονται απλωμένες στα ράφια. Μια κατηγορία πολιτικών προϊόντων που μεγαλώνει χρόνο με τον χρόνο είναι τα «παρατράγουδα». Αν και από πάντα υπήρχαν οι «αντισυμβατικοί», αυτοί δηλαδή που θα πουν την οποιαδήποτε επικίνδυνη ή ακίνδυνη μπούρδα χωρίς τον φόβο να τους εγκαταλείψει το εκλογικό κοινό τους ή να δημιουργήσουν θέμα στο κόμμα τους, στις μέρες μας αυτή η κατηγορία έχει πολλαπλασιαστεί. Από την μία τα κόμματα έχοντας χάσει το μερτικό εξουσίας που είχαν στο κράτος πρέπει να διατηρήσουν τον όγκο τους έστω και με κοπανιστό αέρα, από την άλλη το κοινό που υπόρρητα γνωρίζει πως πρόκειται για μια παράσταση νιώθει πιο χαλαρό να διασκεδάσει αφηνόμενο σε φορτισμένες συναισθηματικά σκιαμαχίες.
Το «παρατράγουδο» είναι πλέον διακριτός ρόλος σε κάθε κόμμα. Από τον Μιχελογιαννάκη του Σύριζα, τον Γεωργιαδη της ΝΔ, τον Λοβέρδο του ΠΑΣΟΚ, τον Ψαριανό από το ΠΟΤΑΜΙ. Και γίνονται όλο και περισσότεροι από ένας σε κάθε κόμμα, σε όλο και υψηλότερα ιεραρχικά θέσεις. Κι όχι μόνο αυτό, υπάρχουν κόμματα που καθαυτά υφίστανται ως παρατράγουδο. Οι ΑΝΕΛ είναι ένα παράδειγμα. Συμπυκνώνοντας τον ανερμάτιστο εθνολαϊκισμό της Άνω πλατείας, συνδυάζοντας παλιομοδίτικη δεξιά με κακοχωνεμένο πεζοδρομιακό αγώνα και καλοκαιρινή επιθεώρηση, κατάφεραν να μαζέψουν τόσες ψήφους όσες χρειαζόταν η «ριζοσπαστική αριστερά» για να βάλει τη στάμπα της στην ούγια του αδειανού πουκάμισου της δημοκρατίας. Θα ήταν μόνο για γέλια αν δεν κάθονταν τελικά στο σβέρκο μας.
Το θέμα με τα παρατράγουδα είναι ότι αποδεικνύονται πολύ πιο επικίνδυνα από τα άλλα κοινοβουλευτικά προϊόντα. Είναι στην πραγματικότητα ο πιο αντιπροσωπευτικός τύπος πολιτικού της εποχής μας και ήδη σε πολλές χώρες τις Ευρώπης, όπως και στις ΗΠΑ, αναλαμβάνει και την εξουσία. Κι αυτό γιατί από τη μία ανταποκρίνεται καλύτερα στην αισθητική ενός «κορυφαίου θεσμού» χωρίς περιεχόμενο ενώ από την άλλη καταφέρνει κάτι μοναδικό: αντί να μεταφέρει πιέσεις της εκλογικής βάσης στο κράτος μεταφέρει πιέσεις του κράτους στην βάση.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο που ο ρατσιστικός, εθνικιστικός, φοβικός λόγος χαρακτηρίζει σχεδόν όλα τα πολιτικά «παρατράγουδα» ανά τη Γη. Αυτό που κάνουν πίσω από την «αθυροστομία» και την αμεσότητα του λόγου τους δεν είναι να εκφράζουν κάποιο κομμάτι της κοινής γνώμης που τους στηρίζει αλλά να δημιουργούν και να «τσιμεντάρουν» τέτοια κομμάτια της «κοινής γνώμης» που θα τους στηρίξουν στη συνέχεια.Είναι ένα εργαλείο εκφασισμού και κοινωνικής νομιμοποίησης των πιο αντιδραστικών επιλογών κράτους και κεφαλαίου, την ώρα που οι εχθροί τους γελάνε μαζί τους, αυτοί σκάβουν βαθιούς λάκκους. Και σε όσους αρέσει η ιστορία να θυμίσουμε πως πολλοί πήγαιναν στις προεκλογικές συγκεντρώσεις του Χίτλερ για να γελάσουν τα πρώτα χρόνια. Ασφαλώς ο Κατσίκης δεν είναι Χίτλερ. Δεν είναι όμως και μόνο για γέλια.
Όταν ταυτίζει την παιδοφιλία με την ομοφυλοφιλία δεν είναι καθόλου γραφικός. Αναζητεί και κατασκευάζει ομοϊδεάτες να στοιχηθούν πίσω του. Αυτοί οι ομοϊδεάτες θα κρατήσουν τη φλόγα της ομοφοβίας αναμμένη, θα συντηρήσουν διακρίσεις και επιθέσεις ώσπου να γυρίσει ο τροχός και ο καθαρός φασισμός να μπορέσει να γράψει νέους νόμους. Όταν ζητάει να ανταλλαγούν οι 8 Τούρκοι αξιωματικοί με τους 2 Έλληνες δεν θέλει φυσικά να έρθει σε κόντρα με τον αστικό κόσμο που τόσο τους υπεράσπισε. Ετοιμάζει όμως το έδαφος για να ανταλλαγούν Τούρκοι επαναστάτες με τους 2 Έλληνες αξιωματικούς και αυτό το βλέπουμε τώρα με την επαπειλούμενη έκδοση του δημοσιογράφου Τουργκούτ Καγια από τον Άρειο Πάγο και τον Σύριζα.
Κι όλα αυτά από βουλευτή που ανήκει σε κυβερνών κόμμα. Σε κυβέρνηση της «ριζοσπαστικής αριστεράς». Αν όλο αυτό ακούγεται σαν ένα μεγάλο παρατράγουδο, είναι όντως. Η «γενικευμένη τρολοκρατία» όμως είναι πλέον εργαλείο της εξουσίας και των πολιτικών της. Δεν μπορούμε να την αγνοούμε υπεροπτικά. Δεν είναι ότι προσβληθήκαμε που ο κάθε Κατσίκης θέλει τα μυαλά μας στο χώμα. Είναι ο φασισμός που πρέπει να τον τσακίσουμε κι ας γελάμε μαζί του την ώρα που το κάνουμε. Είναι το παραμύθι της αστικής δημοκρατίας και των ρόλων της που πρέπει να ξεσκεπάσουμε. Είναι η υπόθεση της ταξικής, κοινωνικής και πολιτικής απελευθέρωσης όλων μας, της πιο σοβαρής υπόθεσης από όλες. Και στο όνομα αυτής της υπόθεσης ενημερώνουμε τα παρατράγουδα ότι δεν χαίρουν καμιάς ασυλίας».
Στη μουσική επιλογή Joe Cocker & Tony Joe White- Rainy Night in Georgia.