Τα δάκρυα του Μπουφόν και η βιομηχανία παραγωγής συναισθημάτων

Τα δάκρυα του Μπουφόν και η βιομηχανία παραγωγής συναισθημάτων

Τα δάκρυα του Μπουφόν είναι όαση και παρηγοριά για όσους παραμένουν βαθιά ρομαντικοί κι όσο κι αν παραμένουν εξαρτημένοι από το ποδόσφαιρο, υποσυνείδητα ή μη καταλαβαίνουν πως εκπέμπουν σε άλλη συχνότητα

Ο Τέλης Μπατάκης είχε πει κάποτε πως «στο ποδόσφαιρο, κάθε φάση είναι μοναδική καμία δεν είναι ίδια με την προηγούμενη ούτε με την επόμενη» ήταν ίσως η πιο περιγραφική ατάκα για τη μαγεία του βασιλιά των σπορ.

Υπάρχουν πολλά ωραία πράγματα στη ζωή, μπορεί να γνωρίσεις μια γυναίκα στις διακοπές και να σχολιάζεις με τους φίλους σου, πως «η οπίσθια κίνηση της ήταν άψογη, θύμιζε τη Ρούλα την κομμώτρια που με παρηγορούσε όταν ήμουν φαντάρος». Ενδέχεται να πεις στην πεθερά σου «γεια στα χέρια σου κυρία Νίτσα μου, από τότε που ζούσε η συγχωρημένη η γιαγιά μου έχω να φάω τόσο νόστιμα γεμιστά»…

Στο ποδόσφαιρο δε γίνεται να πεις «αυτό το γκολ που έβαλε η σεντερφοράκλα μας ήταν σαν το γκολ που έβαλε τότε ο ο Φαν Μπάστεν» ή «η επέλαση του τάδε θύμισε Μπεκενμπάουερ και Στίλικε». Το μόνο που μπορεί να μοιάζει με κάτι άλλο στο ποδόσφαιρο, είναι το σουλούπι και ο σωματότυπος ενός παίκτη με κάποιον άλλον, άντε χονδρικά και το στυλ που αγωνίζεται, μέχρι εκεί.

Ακόμα και οι απευθείας εκτελέσεις φάουλ οι μπανάνες όπως λέγονται, αν και εκ των πραγμάτων τυποποιημένες ως επί τω πλείστον, κουβαλάνε μια μοναδικότητα. Το ίδιο ισχύει και με τα σκληρά-αντιαθλητικά φάουλ. Πόσες φορές έχουμε δει το αριστερό χαφ να σκάει μια ωραία ντρίπλα στον αντίπαλο ή να παίζει το 1-2 με το αντίστοιχο προωθημένο μπακ, να βγάζει σέντρα ξυράφι κι ο επερχόμενος φορ να καρφώνει τη μπάλα στο πλεκτό με κεφαλιά;

Σίγουρα την έχουμε δει πολλές φορές όλοι μας, αντιμετωπίζουμε κάθε φάση όμως λες κι έχει το δικό της αποκλειστικό iso… Χωρίς αμφιβολία λοιπόν πρόκειται για παραίσθηση, ειδικά όταν μιλάμε για ποδόσφαιρο που όσο εξελίσσεται μοιάζει ολοένα και πιο βιομηχανικοποιημένο.

Εκείνο που κάνει τη διαφορά σε τελική και εξηγεί την παραίσθηση, είναι το συναίσθημα, αυτό εμπεριέχει τη μοναδικότητα που μας κάνει να νομίζουμε πως βλέπουμε κάθε φάση για πρώτη φορά. Το ποδόσφαιρο και ο αθλητισμός είναι αυτό ακριβώς, βαριά βιομηχανία παραγωγής συναισθημάτων, γι αυτό και διαχρονικά συναρπάζει τόσους ανθρώπους σε ολόκληρο τον πλανήτη.

Η προσμονή ενός αγώνα, όπως και η χαρά ή η λύπη που προσφέρει το αποτέλεσμα παραμένουν μοναδικά, όσες φορές κι αν τα έχεις βιώσει. Αντιστοίχως μοναδικά λοιπόν, σου φαίνονται κι όσα παρακολουθείς να συμβαίνουν εντός της αρένας… Κι αυτή η ερωτική σχέση με το άθλημα, την ομάδα και όσα αυτή συμβολίζει, είναι το μοναδικό που παραμένει αναλλοίωτο σε ένα περιβάλλον που αναπόφευκτα αλλάζει θεαματικά, λόγω της ολοκληρωτικής επαγγελματοποίησης.

Σε καθημερινή βάση διαβάζεις, «Άραβας μεγιστάνας αγοράζει την τάδε ομάδα, Κινέζοι κάνουν μπάσιμο για να επενδύσουν στη δείνα» και τρελαίνεσαι «μα εμείς είχαμε μάθει ο ιδιοκτήτης να είναι κάποιος από την τοπική κοινωνία, που να έχει δεσμούς με την ομάδα, να είναι οπαδός της».

Μη νομίζετε πως η φτώχεια της χώρας μας την έχει σώσει από παρόμοια φαινόμενα , Γιδόπουλος, Πατέρας, ο αείμνηστος Θεοδωρίδης, ο Μπέος, διετέλεσαν παράγοντες σε περισσότερες από μια ομάδες, εκείνος ο Κούγιας τις αλλάζει με συχνότητα που ο Σπαλιάρας έβρισκε παρτενέρ.

Κι άντε για το Μπέο πχ υπάρχει μια εξήγηση η μια ήταν η ομάδα της περιοχής που μεγάλωσε κι άλλη της γενέτειράς του, ο Γιδόπουλος πως γίνεται να πανηγύριζε νίκες του ΠΑΟΚ επί της ΑΕΚ κι αν δεν τις πανηγύριζε πως κατάφερνε να κρύψει τα συναισθήματά του;

Τα ίδια με τους αθλητές που μπορεί να μην ήταν πάντα οπαδοί των ομάδων που αγωνίζονταν, ο κόσμος όμως τους αντιλαμβανόταν ως δικούς του, τους είχε υποδεχτεί ως αμούστακα παιδιά και τους αποχαιρετούσε με γκρίζους κροτάφους, βλέπετε.

Άντε να άλλαζαν δυο, το πολύ τρεις ομάδες στην καριέρα τους, πλέον η ζωή του επαγγελματία αθλητή έχει γίνει μάθημα γεωγραφίας, φέτος εδώ του χρόνου εκεί, σε δυο χρόνια παραπέρα. Ακόμα και παίκτες οπαδοί των ομάδων σπάνια θα έλεγαν όχι σε καλύτερες προοπτικές και μπορεί να το σκέφτονταν διπλά να πάνε σε μισητό αντίπαλο, αν δεν τους σήκωσε το κλίμα της ομάδας τους όμως, θα άλλαζαν φανέλα.

Τον οπαδό του Παναθηναϊκού όσο κι αν το χαλάει ο ξεπεσμός της ομάδας του, στη χειρότερη να απέχει από το γήπεδο, δε μπορεί να πει γίνομαι Πανιώνιος…

Μέσα σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον λοιπόν, δε γίνεται να μείνεις αδιάφορος μπρος στα δάκρυα του Μπουφόν, είτε τον γουστάρεις, είτε όχι, είτε υποστηρίζεις Ιταλία ή Γιουβέντους -προσωπικώς τις αντιπαθώ βάναυσα-, είναι ένα ξέσπασμα που δείχνει πως το παραγόμενο συναίσθημα δεν έχει εκλείψει ακόμα κι από χώρους που νομίζαμε πως τα πάντα καθορίζονται από τραπεζικά IBAN και αποφάσεις μανατζερικών γραφείων. Ειδικά όταν μιλάμε για έναν αθλητή σκασμένο από διακρίσεις και χρήματα, που δε φυγομάχησε όμως όταν η ομάδα του έπεσε στη Β κατηγορία.

Τα δάκρυα του Μπουφόν είναι όαση και παρηγοριά για όσους παραμένουν βαθιά ρομαντικοί κι όσο κι αν παραμένουν εξαρτημένοι από το ποδόσφαιρο, υποσυνείδητα ή μη καταλαβαίνουν πως εκπέμπουν σε άλλη συχνότητα, άσχετα αν αδυνατούν να συμβιβαστούν με την πορεία που έχει πάρει. Θα ήθελαν πολύ οι αισθηματίες να είναι δυο όπως στο τραγούδι του Καζαντζίδη, το γνωρίζουν καλά όμως πως έμειναν μόνοι.

Βλέποντας το κλάμα Μπουφόν συνειδητοποιούν πως δεν έμειναν εντελώς μόνοι.
Τίποτα περισσότερο βέβαια, πείτε το και παρηγοριά στον άρρωστο, γι αυτό αναφέρθηκα σε όαση και όχι σε ελπίδα. Παρ΄όλα αυτά συνεχίζουν να το αγαπούν επειδή αυτοί το θέλουν κι όχι επειδή τους αναγκάζει το ποδόσφαιρο. Είναι σαν τη γυναίκα που στο δείχνει κατάμουτρα πως σε θέλει για τα λεφτά σου κι εσύ είσαι τόσο άρρωστος που δεν μπορείς να διανοηθείς να της πεις «στο καλό»…

Ακολουθήστε στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις αθλητικές ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Αθλητικές Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, από

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ