Αυτό που έδειξε ο ΠΑΟΚ στον φετινό τελικό του Κυπέλλου με την κατάκτηση του τροπαίου, αλλά περισσότερο με την εμφάνισή του και την καθολική του υπεροχή μέσα στην έδρα της ΑΕΚ, είναι ότι εκτός του ότι έχει φτιάξει μια ομαδάρα που έπαιξε το καλύτερο ποδόσφαιρο στην Ελλάδα, πλέον δε μασάει ούτε από έδρες, ούτε από τα ονόματα των αντιπάλων του, ούτε από Αθήνες και Ολυμπιακά Στάδια.
Δημοσιογράφος είμαι από το 1995. Αλλά ΠΑΟΚτσής από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Δεν το έκρυψα ποτέ. Δε θεωρώ ότι η αξιοπιστία της δουλειάς μου αλλοιώνεται από αυτό. Για μένα το θέμα της αντικειμενικότητας του καθενός, είναι ένα ιδιαίτερα υποκειμενικό ζήτημα, διότι όπως και να το κάνουμε ο καθένας γράφει και σχολιάζει τα πράγματα από τη δική του οπτική γωνία και σύμφωνα με τα βιώματα και τις προσλαμβάνουσες που έχει.
Για την ομαδάρα του ΠΑΟΚ της δεκαετίας του ’70 έχω ακούσει από τον πατέρα μου και από πολλούς μεγαλύτερους (όχι μόνο φίλους του Δικέφαλου, αλλά και άλλων συλλόγων).
Το πρωτάθλημα του ποδοσφαιρικού ΠΑΟΚ το 1985 το θυμάμαι σαν παιδικό όνειρο. Ήμουν 7 ετών (και κάτι μηνών) και πήγαινα Β’ Δημοτικού. Το 1988 ως μαθητής Ε’ Δημοτικού ήξερα απ’ έξω και ανακατωτά τα πάντα για την ομάδα του Δικέφαλου που πάλεψε για το πρωτάθλημα, το οποίο πήρε τελικά η Λάρισα στις λεπτομέρειες. Τα επόμενα χρόνια ο ΠΑΟΚ είχε καλούτσικες ομάδες αλλά όχι τοπ. Εκείνα τα χρόνια, στα τέλη του ’80 και στις αρχές έως τα μέσα του ’90, θυμάμαι την ΑΕΚ του Μπάγεβιτς να παίζει φοβερή μπάλα και τον Παναθηναϊκό. Κάποιες χρονιές έπαιξε και ο Δικέφαλος καλό ποδόσφαιρο, αλλά δεν μπορούσε να πλησιάσει ποτέ απειλητικά την κορυφή.
Η έλευση του Μπατατούδη (τρομάρα μας…) έφερε ελπίδες (μαζί με κάποιες τρανταχτές μεταγραφές), αλλά η ομάδα απλά άρχισε να βγαίνει ξανά Ευρώπη, πριν μπει σε ένα λαβύρινθο προβλημάτων και χρεών, τα οποία τη βασάνιζαν μέχρι την έλευση του Ιβάν Σαββίδη το 2012. Μετά τα επεισόδια με την Παρί το 1992, ο ΠΑΟΚ ξαναβγήκε (λόγω τιμωρίας) στο Κύπελλο ΟΥΕΦΑ το 1997 με την τρελή πορεία της πρώτης θητείας του Άγγελου Αναστασιάδη στον πάγκο και τον επικό αποκλεισμό της Άρσεναλ (1997).
Δεν μπορούσε όμως να χτυπήσει πρωτάθλημα
Το 2001 στον τελικό του Κυπέλλου στη Νέα Φιλαδέλφεια με τον Ολυμπιακό, ήμουν φαντάρος και είχαμε άσκηση με σκηνάκια στον Ασκό, στον Λαγκαδά. Θα βλέπαμε το ματς σε τηλεόραση συνδεδεμένη με φορητή μπαταρία στα μαγειρεία εκστρατείας, αλλά λίγο πριν τη σέντρα άρχισε να βρέχει καταρρακτωδώς. Έκλεισαν την τηλεόραση και μας έστειλαν στις σκηνές μας. Μέχρι να μπω στο σκηνάκι μου άκουσα φωνές από διπλανές σκηνές. «Ωχ!», σκέφτηκα. «Το φάγαμε από τον Ολυμπιακό», και η καταρρακτώδης βροχή συνεχίζονταν. Ο ΠΑΟΚ του Μπάγεβιτς ήταν καλή ομάδα, αλλά ο Ολυμπιακός ήταν πρωταθλητής και με ανώτερο ρόστερ. Όταν έβγαλα το ραδιοφωνάκι που είχα μέσα στο «λουκάνικο» (γιατί δεν είχα μαζί μου δε θυμάμαι και ακόμη απορώ…) διαπίστωσα ότι ο ΠΑΟΚ είχε κάνει το 1-0 από 2’ με τον Εγκωμίτη. Το Κύπελλο του 2001 ήταν το πρώτο που θυμάμαι ως ενήλικας πλέον, αλλά και το πρώτο τρόπαιο μετά από 16 χρόνια για την ποδοσφαιρική ομάδα. Ξέραμε όμως ότι όσο μεγάλη νίκη και να ήταν εκείνο το 4-2 επί του Ολυμπιακού, ότι η ομάδα του Πειραιά είχε ρόστερ άλλου επιπέδου.
Ο ΠΑΟΚ επί Μπάγεβιτς έπαιξε θεαματικό και επιθετικό ποδόσφαιρο, αλλά ήταν ασταθής και με πολλά αμυντικά κενά. Σαν να προσπάθησε να κτυπήσει κάτι ψηλότερο, αλλά δεν τα κατάφερε και μετά έσκασαν όλα μαζί τα οικονομικά προβλήματα.
Πριν οι προσφυγές και τα χρέη μπουν στην καθημερινότητα της ομάδας, ο Δικέφαλος πήρε και το Κύπελλο του 2003 (αποκλείοντας και τον Ολυμπιακό και την ΑΕΚ με νίκες εκτός έδρας) κερδίζοντας στον τελικό στην Τούμπα τον Άρη με 1-0. Εκείνο το Κύπελλο ήταν μάγκικο, όχι λόγω της νίκης επί του Άρη στον τελικό, αλλά επειδή ο ΠΑΟΚ απέκλεισε πιο πριν σε διπλά παιχνίδια και τον Ολυμπιακό και την ΑΕΚ.
Το 2004 ο ΠΑΟΚ κατάφερε να βγει για πρώτη φορά στα προκριματικά του Champions League (ως 3ος) και ήταν γεγονός ότι επρόκειτο για μεγάλη επιτυχία! Ούτε συζήτηση όμως για κορυφή…
Ακολούθησαν πιο πέτρινα χρόνια, με ορισμένες αναλαμπές σημαντικών νικών και προκρίσεων στην Ευρώπη μέσα σε μέτριες σεζόν. Μετά για τρία χρόνια ο ΠΑΟΚ δεν έβγαινε ούτε Ευρώπη, αλλά στη 2η και την 3η χρονιά του Σάντος (2008-09 και 2009-10), με Ζαγοράκη στην προεδρία και Βρύζα τεχνικό διευθυντή (και τεράστια συσπείρωση του κόσμου με μέσο όρο 20.000 διαρκείας για 3-4 σεζόν) έδειξε ότι μπορεί να κοιτάζει και πάλι στα ίσια Ολυμπιακό, Παναθηναϊκό και ΑΕΚ. Το 2010 ο Παναθηναϊκός έκλεψε το πρωτάθλημα από τον ΠΑΟΚ, έχοντας τεράστιο σπρώξιμο και μια σειρά από χειρουργεία σε βάρος του Δικέφαλου (με αποκορύφωμα τη σφαγή του Σπάθα στο Χαριλάου που έβγαλε την ομάδα εκτός διεκδίκησης του πρωταθλήματος).
Όμως πάνω που έφτασε η ομάδα και πάλι μια ανάσα από την κορυφή, ήρθε ένα πισωγύρισμα. Ακολούθησε η νέα οικονομική κρίση στον Δικέφαλο (μέσα στην οποία ο σύλλογος έκανε ορισμένα σημαντικά αποτελέσματα στην Ευρώπη (πρόκριση επί Φενέρμπαχτσε, διπλό με Τότεναμ στο Λονδίνο, προκρίσεις στους «32» του Europa League κτλ) πριν έρθει ο Σαββίδης το καλοκαίρι του 2012 για να αλλάξει και πάλι τη πτωτική πορεία της ομάδας λόγω χρεών.
Την περίοδο 2013-14 η έλευση του Χουμπ Στέφενς και μια σειρά πολύ καλών ονομάτων (Λούκας, Στοχ κτλ) ανέβασαν ψηλά τον πήχη, αλλά στον β’ γύρο ο ΠΑΟΚ δεν μπόρεσε να ακολουθήσει τον Ολυμπιακό και έμεινε 2ος, στο Κύπελλο έχασε στον τελικό από τον Παναθηναϊκό στο ΟΑΚΑ με 4-1 και στα playoffs οι πράσινοι του έκλεψαν το εισιτήριο για το Champions League με την πρωτοφανή τιμωρία αφαίρεσης 3 βαθμών στους αγώνες κατάταξης (και όχι από τη βαθμολογία του πρωταθλήματος) για το ματς με τον Ολυμπιακό στο Κύπελλο, που είχε γίνει πιο πριν.
Τη σεζόν 2014-15 ο ΠΑΟΚ ήταν πρώτος στη βαθμολογία έως τον Ιανουάριο (έχοντας κερδίσει και μέσα στο Καραϊσκάκη τον Ολυμπιακό με 2-1), και δημιουργήθηκε υψηλές προσδοκίες, αλλά τελικά δεν άντεξε στον β’ γύρο, καθώς είχε σχετικά μικρό ρόστερ και στο τέλος τερμάτισε και τελευταίος στα playoffs.
To 2015 ήρθε τεχνικός διευθυντής ο Άρνεσεν και έγιναν μεταγραφές αρκετών καλών παικτών που έφεραν και χρήματα στην ομάδα αργότερα από πωλήσεις (Ροντρίγκες, Τσίμιροτ, Όλσεν κτλ) και προπονητής ο Τούντορ, αλλά ο Ολυμπιακός είχε πολύ καλύτερο ρόστερ. Στο τέλος, αφού αντικαταστάθηκε ο Τούντορ από τον Ίβιτς, ο ΠΑΟΚ βγήκε πρώτος στα playoffs και ο Μίχελ έλαβε το χρίσμα του τεχνικού διευθυντή αφού λύθηκε η συνεργασία με τον Άρνεσεν.
Πέρυσι, ο ΠΑΟΚ έφτιαξε ένα ακόμη καλύτερο ρόστερ και παρά το ανεξήγητα κακό ξεκίνημα από άποψη συγκομιδής βαθμών, έπαιξε πολύ καλό ποδόσφαιρο από ένα σημείο και μετά, αλλά δεν μπόρεσε να καλύψει την τεράστια διαφορά που έχτισε στον πρώτο γύρο ο Ολυμπιακός (έχοντας και μπόλικο διαιτητικό σπρώξιμο…) και έμεινε 2ος αλλά μόλις έξι βαθμούς πίσω (ουσιαστικά 3 αγωνιστικά, καθώς είχε και το -3 από την προηγούμενη χρονιά). Στο τέλος πήρε και το Κύπελλο (κερδίζοντας την ΑΕΚ με 2-1 στον τελικό στον Βόλο), το οποίο ήταν το πρώτο μετά από 14 χρόνια, αλλά με ένα καλύτερο ξεκίνημα στο πρωτάθλημα ίσως θα μπορούσε να πάρει και εκείνο το τρόπαιο. Ωστόσο η «κλοπή» έγινε πιο αθόρυβα και πιο νωρίς (σε σχέση με φέτος) στον α’ γύρο, όταν ο ΠΑΟΚ έχασε με 2-1 από τον Ολυμπιακό στο Καραϊσκάκη, ο οποίος είχε καλύτερο παίκτη τον… Αρετόπουλο, με τον Τρικαλινό διαιτητή να μετράει γκολ των Πειραιωτών που ξεκίνησε από οφσάιντ και να χαρίζει κόκκινες κάρτες σε Ιντέγε, Μιλιβόγεβιτς και Μποτία. Η γεύση της περσινής χρονιά όμως ήταν προάγγελος αυτού που θα βλέπαμε φέτος και έδειξε ότι ο ΠΑΟΚ είχε φτάσει και πάλι σε επίπεδο να κοντράρει στα ίσια Ολυμπιακό, Παναθηναϊκό και ΑΕΚ όπως τη δεκαετία του ’70 και ίσως (στα μάτια μου τουλάχιστον) να είναι και καλύτερος από αυτούς.
Φέτος η χρονιά ξεκίνησε στραβά με προπονητή τον Στανόγεβιτς πριν αναλάβει ο Λουτσέσκου, ο οποίος χρειάστηκε σχεδόν τέσσερις μήνες για να μεταμορφώσει τον ΠΑΟΚ και να παίξει το καλύτερο ποδόσφαιρο στην Ελλάδα στο τελευταίο 60% της σεζόν, εδώ και πέντε μήνες.
Φέτος ο τίτλος του πρωταθλήματος θα κατέληγε στην Τούμπα, αλλά τελικά μέσω δικαστηρίων «κλάπηκε» από την ΑΕΚ. Ωστόσο ο ΠΑΟΚ έφτασε στο σημείο να παίζει εντυπωσιακό ποδόσφαιρο, το καλύτερο στην Ελλάδα, αλλά διαθέτοντας σίγουρα και το καλύτερο ρόστερ.
Μια νίκη στον τελικό του Κυπέλλου επί της ΑΕΚ δεν αποτελεί απόδειξη για το ποια ήταν η καλύτερη ομάδα. Αυτό φάνηκε μέσα στα γήπεδα τους τελευταίους πέντε μήνες, που ο ΠΑΟΚ έβγαζε φωτιές και περνούσε ασταμάτητος από παντού (εκτός του Αστέρα στην Τρίπολη όπου βρέθηκε στην πιο άσχημη μέρα αυτού του διαστήματος, αλλά ήταν μόλις δυο μέρες μετά την πρωτόδικη απόφαση τιμωρίας για το ματς με τον Ολυμπιακό).
Αλλά ο τρόπος που κέρδισε ο ΠΑΟΚ ήταν εντυπωσιακός και εμφατικός, καθώς ήταν κυριαρχικός μέσα στην έδρα της ΑΕΚ, το Ολυμπιακός Στάδιο.
Αυτός ο ΠΑΟΚ έδειξε ότι δεν καταλαβαίνει τίποτα από κατάρες του ΟΑΚΑ και μάγια της Αθήνας!
Σε έναν τελικό Κυπέλλου δεν αναδεικνύεται η καλύτερη ομάδα της σεζόν, αλλά αυτό το είχε ξεκαθαρίσει ο ΠΑΟΚ από τον μαραθώνιο του πρωταθλήματος, το οποίο του έκλεψε η Ένωση στα Δικαστήρια.
Ο Δικέφαλος του Βορρά ήταν ξεκάθαρα η καλύτερη ομάδα φέτος στην Ελλάδα και απλά στον τελικό του Κυπέλλου στο ΟΑΚΑ δεν ήταν δυνατόν να σταματήσει το τρένο του Λουτσέσκου! Ο ΠΑΟΚ κέρδισε δίκαια και πανάξια την ΑΕΚ με 2-0 στον τελικό και κατέκτησε το 6ο Κύπελλο της ιστορίας του και το 2ο συνεχόμενο, μετά το περσινό στον Βόλο, διαλύοντας ποδοσφαιρικά τη «χάρτινη» πρωταθλήτρια Ένωση, η οποία ήταν πάντως σίγουρα η 2η καλύτερη ομάδα στην Ελλάδα φέτος και ένα σύνολο ιδιαίτερα δυσκολοκατάβλητο.
Κι όμως… Αυτός ο ΠΑΟΚ που δεν έχει αντίπαλο φέτος μέσα στους αγωνιστικούς, θα μπορούσε να έχει διασύρει την ΑΕΚ μέσα στο σπίτι της και το σκορ θα μπορούσε να έχει πάρει διαστάσεις θριάμβου, αν δεν βρίσκονταν σε τόσο μεγάλη βραδιά ο Μπάρκας, ο οποίος κρατούσε με νύχια και με δόντια την ομάδα του στο παιχνίδι.
Στα χρόνια που θυμάμαι να βλέπω ποδόσφαιρο, μπορώ να θυμηθώ λίγα διπλά του ΠΑΟΚ μέσα στην Αττική επί της ΑΕΚ, του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού, αλλά ποτέ μια νίκη με τόσο εμφατικό τρόπο και τόσο ανώτερη εμφάνιση.
Ο ΠΑΟΚ ήταν κυρίαρχος στον αγωνιστικό χώρο στο πρώτο ημίχρονο. Είχε τον έλεγχο του ματς, κρατώντας περισσότερο την μπάλα στα πόδια του, είχε 2-3 τεράστιες ευκαιρίες σε χαμένα τετ-α-τετ και βέβαια είχε και το χαμένο πέναλτι του Πρίγιοβιτς στο 25’! Ο Σέρβος μετά από 8Χ8 εύστοχα πέναλτι στον Δικέφαλο αστόχησε στο πιο κρίσιμο ίσως μέχρι τώρα στην ομάδα, σε μια φάση που ξεκίνησε από εξαιρετική δική του πάσα στον Μπίσεσβαρ, οποίος ανατράπηκε από τον Μπακάκη. Το γεγονός ότι ο Βασίλης Μπάρκας ήταν κορυφαίος της ΑΕΚ στο πρώτο μέρος (αλλά και στο δεύτερο…) και με τις επεμβάσεις του κράτησε την ομάδα του όρθια, δείχνει πολλά για την εικόνα του αγώνα. Ωστόσο ο ΠΑΟΚ δεν κατάφερε να κεφαλοποιήσει με κάποιο γκολ την υπεροχή του στο πρώτο ημίχρονο και ήταν απορίας άξιο πως θα εμφανίζονταν στην επανάληψη.
Ο Δικέφαλος δεν πτοήθηκε και συνέχισε να πιέζει και στην επανάληψη κυριαρχώντας καθολικά στο γήπεδο. Τελικά αποδόθηκε ποδοσφαιρική δικαιοσύνη και ο ΠΑΟΚ με γκολ του Βιεϊρίνια (λίγο μετά έγινε αναγκαστική αλλαγή καθώς τραυματίστηκε) και του Πέλκα καθάρισε την ΑΕΚ με 2-0 και πήρε την κούπα μέσα στο ΟΑΚΑ!
Αυτό που έδειξε ο ΠΑΟΚ στον φετινό τελικό του Κυπέλλου με την κατάκτηση του τροπαίου, αλλά περισσότερο με την εμφάνισή του και την καθολική του υπεροχή μέσα στην έδρα της ΑΕΚ, είναι ότι εκτός του ότι έχει φτιάξει μια ομαδάρα που έπαιξε το καλύτερο ποδόσφαιρο στην Ελλάδα (ναι το λέω ξανά και ξανά και το τονίζω), πλέον δε μασάει ούτε από έδρες, ούτε από τα ονόματα των αντιπάλων του, ούτε από Αθήνες και Ολυμπιακά Στάδια.
Και αυτό είμαι σίγουρος ότι προκάλεσε έναν κάποιον… τρόμο στους αντιπάλους του!
«ΠΑΟΚ, ΠΑΟΚ τρέμουν το όνομά σου και στο πέρασμά σου τρέμει όλη η γη», που λέει και παλιός αλλά πάντα κλασικός ύμνος της ομάδας.
Αυτή η ομάδα έχει τα εχέγγυα και όλα τα φόντα να πετύχει πολλά περισσότερα πράγματα τα επόμενα χρόνια. Σωστές κινήσεις χρειάζονται, για να μπορέσει να αποκτήσει διάρκεια αυτή η αγωνιστική κυριαρχία και ανωτερότητα που έδειξε φέτος ο Δικέφαλος.
ΥΓ: Μπράβο ρε ΠΑΟΚάρα! Μπράβο ρε μάγκες! Μας κάνατε περήφανους…