Το πρόβλημα του φετινού Ολυμπιακού δεν ήταν η ποιότητα των παικτών, αλλά η παντελής έλλειψη χημείας μεταξύ των παικτών και κάποιοι χαρακτήρες που έκαναν «τοξικά» τα αποδυτήρια.
Ορισμένοι εξεπλάγησαν από την επιλογή του Πέδρο Μαρτίνς να μην μιλήσει απαξιωτικά για ποδοσφαιριστές του Ολυμπιακού. Κακώς. Εξεπλάγησαν ακόμη και από την τοποθέτησή του πως «υπάρχουν παίκτες με ποιότητα στο ρόστερ». Κακώς, κάκιστα. Διότι το πρόβλημα του φετινού Ολυμπιακού δεν ήταν η ποιότητα. Ακόμη και οι εθελοτυφλούντες, δεν μπορούν παρά να παραδεχθούν ότι τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των παικτών που απέκτησε ο Ολυμπιακός το περασμένο καλοκαίρι, δεν συγκρίνονται με κανενός άλλου εγχώριου αντιπάλου.
Η μνήμη δεν πρέπει να είναι ασθενής. Οι Ερυθρόλευκοι πλήρωσαν ένα τσουβάλι λεφτά το προηγούμενο καλοκαίρι και απέκτησαν ποδοσφαιριστές με πολύ καλό όνομα, με ταλέντο, σε πολύ καλές ηλικίες και αρκετοί εξ αυτών προερχόμενοι από τις κορυφαίες σεζόν της καριέρας τους (Τζούρτζεβιτς, Οτζίτζα, Βούκοβιτς, Ενγκελς), αλλά και παίκτες με τεράστια εμπειρία και παραστάσεις, όπως ο Καρσελά, ο Προτό και ο Ζιλέ. Ενώ παράλληλα στο ρόστερ προϋπήρχαν παιδιά όπως ο Φορτούνης, ο Μάριν, ο Ανσαριφάρντ, ο Ελαμπντελαουί, ο Φιγκέιρας, ο Πάρντο, ο (mvp του περσινού πρωταθλήματος) Σεμπά.
Το πρόβλημα της ομάδας που επιμελήθηκε ο Μπέσνικ Χάσι δεν ήταν ποδοσφαιρικό. Είχε τις ρίζες του στη χημεία μεταξύ των προσώπων που βρέθηκαν να συνυπάρχουν μέσα στα αποδυτήρια του Ολυμπιακού. Και με την απόφαση του Κοσοβάρου τεχνικό να χωρίσει (ηθελημένα ή άθελά του, μικρή σημασία έχει) την ομάδα στα δύο, δημιουργώντας «παιδιά και αποπαίδια», το κλίμα έγινε τοξικό. Και «έκαψε» τις ελπίδες του Ολυμπιακού να πετύχει αυτό που άρμοζε στο (βάσει ονομάτων) εξαιρετικό και γεμάτο ρόστερ που δημιουργήθηκε.
Ο Πέδρο Μαρτίνς δείχνει να έχει την ικανότητα και το ανοιχτό μυαλό να αντιληφθεί ότι ο Ολυμπιακός δεν είναι ομάδα χτισμένη με κακά υλικά. Αντιλαμβάνεται ότι η «κόλλα» δεν ήταν καλή, αλλά και κάποια από τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν, ακατάλληλα. Αυτά, λοιπόν, δεν θα μείνουν στον Πειραιά. Διότι κανείς παίκτης δεν έχει το δικαίωμα να επηρεάζει την κατάσταση σε έναν σύλλογο, ανάλογα τι τον βολεύει. Δεν είναι δυνατόν ο Ολυμπιακός να ανέχεται-κρατάει ποδοσφαιριστές που «μανουριάζουν» ή που στενοχωριούνται επειδή ένας συμπαίκτης τους σκοράρει. Κωλοπαιδαρισμοί δεν θα γίνονται αποδεκτοί στην επόμενη ημέρα. Και αυτό ήδη γίνεται κατανοητό προς όλους.
Το πόσο μεγάλο πρόβλημα αντιμετώπισε ο Ολυμπιακός από το τοξικό κλίμα των αποδυτηρίων, γίνεται αντιληπτό από την περίπτωση του Μεχντί Καρσελά. Ενός εκ των πλέον ταλαντούχων ποδοσφαιριστών που έχουν πατήσει το πόδι τους στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Αυτός ο εκπληκτικός ζογκλέρ, με την ασύλληπτη τεχνική, που αυτό το εξάμηνο μαγεύει το Βέλγιο και διεκδικεί τον τίτλο του MVP του πρωταθλήματος, λόγω όσων εκπληκτικών κάνει με τη Σταντάρ Λιέγης, απέτυχε στον Ολυμπιακό. Απέτυχε με κρότο, παταγωδώς.
Κι όμως, δεν έφταιγε (μόνο) ο Καρσελά για αυτό. Διότι για κάθε Καρσελά, που (δεδομένα) ήθελε να παίξει ποδόσφαιρο και να προσφέρει, υπήρχε ένας Οτζίτζα (και όχι μόνο), που δηλητηρίαζε το σύνολο με τη στάση και την παρουσία του. Υπήρχαν «μούτρα» στις επιτυχίες, άκρατος παρτακισμός και ουδεμία συνοχή, αγωνιστική ή σε προσωπικό επίπεδο. Μια κατάσταση που «χάλασε» το μυαλό του Καρσελά. Και τον ανάγκασε να αποτελεί σκιά του εαυτού του. Συμμετέχοντας στην αγωνιστική περιπέτεια του Ολυμπιακού, ως κομπάρσος και όχι έχοντας πρωταγωνιστικό ρόλο, όπως έπρεπε και του ζητήθηκε.
Ο Μαρτίνς, λοιπόν, μίλησε για πειθαρχία. Μίλησε για ψυχή. Μίλησε για την έννοια της ομάδας και της «οικογένειας». Δεν τα είπε τυχαία. Εμαθε τι προηγήθηκε όλη τη χρονιά. Είδε με τα μάτια του ποδοσφαιριστές πρώτης γραμμής να λειτουργούν εν είδει «τσιφλικάδων», ακόμη και μετά την αποτυχία του συνόλου, έχοντας την ψευδαίσθηση κάνουν κουμάντο! Αυτοί οι παίκτες «τελείωσαν» πριν τελειώσει η χρονιά. Στο χέρι του Ολυμπιακού, είναι να προλαμβάνει τέτοιου τύπου συμπεριφορές, είτε να τους βάζει στη θέση τους με συνοπτικές διαδικασίες. Κάτι που ο Μαρτίνς εμφανίζεται διατεθειμένος να το κάνει.