Η «ελληνοποίηση», η ακαδημία και το «μπαίνω και παίζω»

Η «ελληνοποίηση», η ακαδημία και το «μπαίνω και παίζω»

Η... ουτοπία των 11 γηγενών και 12 Ελλήνων στη 19άδα, το βάρος των απαιτήσεων και τα παραδείγματα των Φορτούνη και Βρουσάι που έκαναν το δύσκολο: Μπήκαν και έπαιξαν!

Θα ήταν το ιδανικό, αλλά είναι προφανές ότι ο Ολυμπιακός δεν θα μπορούσε να διαθέτει 11 παίκτες, προερχόμενους από την ακαδημία του, σε αποστολή κάποιου επίσημου αγώνα με βαθμολογική σημασία. Είναι εξίσου προφανές ότι η παρουσία 12 Ελλήνων ποδοσφαιριστών στη 19άδα του αγώνα με τον ΠΑΣ Γιάννινα μπορεί να προκαλεί ικανοποίηση, αλλά δεν είναι τόσο ρεαλιστική προσέγγιση στη δημιουργία ενός ρόστερ που επιθυμεί να κυριαρχήσει στην Ελλάδα και να κάνει βήματα μπροστά στην Ευρώπη.

Οι περισσότεροι από τους «μικρούς» της αποστολής με τον ΠΑΣ Γιάννινα δεν είναι έτοιμοι να φορέσουν τη φανέλα της πρώτης ομάδας του Ολυμπιακού. Ναι, πρέπει να πάρουν ευκαιρίες, αλλά ο Βρουσάι είναι το παράδειγμα για το πώς κερδίζονται οι ευκαιρίες. Και έως τώρα, κανείς άλλος παίκτης της Κ-20 δεν έχει καταφέρει να δείξει το κάτι παραπάνω. Κανείς δεν έφτασε στο σημείο να κάνει τη διαφορά και να φανερώσει στοιχεία που θα κάνουν τους ανθρώπους του Ολυμπιακού να αντιληφθούν ότι πρόκειται για παίκτη κορυφαίου επιπέδου και έτοιμο για το βήμα παραπάνω. Ολοι είναι καλοί παίκτες και για αυτό βρίσκονται στην Ακαδημία των Πειραιωτών. Αλλά ο Ολυμπιακός δεν ψάχνει καλούς, ψάχνει ξεχωριστούς.

Το ίδιο ισχύει γενικά για τους Ελληνες ποδοσφαιριστές. Η «ελληνοποίηση», μια λέξη που βρίσκεται στη… μόδα τα τελευταία 20 χρόνια στον Ολυμπιακό, είναι απλή στα λόγια, αλλά περίπλοκη στην πράξη. Μπορεί ο καθένας να υποδεικνύει κάποιον παίκτη που θεωρεί ότι «κάνει» για το ρόστερ του Ολυμπιακού, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πράγματι κάνει. Ο Ολυμπιακός έχει «βγάλει» ή αναδείξει τους κορυφαίους Ελληνες παίκτες των τελευταίων χρόνων. Παιδιά όπως ο Τοροσίδης, ο Μήτρογλου, ο Μανωλάς, ο Χολέμπας, ο Σάμαρης, ο Κυριάκος Παπαδόπουλος, ο Ρέτσος, ο Φορτούνης, ο Σιόβας, ο Φετφατζίδης αναδείχθηκαν στον Πειραιά.

Επαιξαν στον Ολυμπιακό, καθιερώθηκαν, πρωταγωνίστησαν, κέρδισαν τίτλους, έπαιξαν στο Champions League και στη συνέχεια πήραν τον δρόμο τους για τα σαλόνια της Ευρώπης. Όχι απαραίτητα γιατί το ήθελε ο Ολυμπιακός, αλλά επειδή το ποδόσφαιρο έτσι λειτουργεί. Οι καλοί παίκτες πάντα κοιτάζουν για το βήμα παραπάνω, είναι κομμάτι της εξελικτικής διαδικασίας του ποδοσφαίρου. Η περίπτωση του Ρέτσου, άλλωστε, είναι η πλέον ενδεικτική. Πώς ήταν δυνατόν για τον Ολυμπιακό να αρνηθεί πρόταση άνω των 20.000.000 € για έναν παίκτη της ακαδημίας του; Απλά δεν γινόταν. Και το ίδιο θα ισχύσει και στην επόμενη ανάλογη πώληση.

Αλήθεια, όμως, πόσοι είναι οι Ελληνες παίκτες που μπορούν αυτή τη στιγμή να μπουν στην εξίσωση του ρόστερ του Ολυμπιακού και να διεκδικήσουν με το «καλημέρα» θέση βασικού; Πόσοι είναι έτοιμοι (εκτός από αθλητικά) και ψυχοπνευματικά να αντέξουν και να διακριθούν;

Σύμφωνοι, οι Ερυθρόλευκοι διαθέτουν πολλούς καλούς και ταλαντούχους Ελληνες παίκτες. Ισως τους καλύτερους που κυκλοφορούν, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι όλοι μπορούν να αντέξουν το βάρος και την πίεση της φανέλας και βασανιστικού του πρωταθλητισμού. Δεν είναι δικαιολογία, δεν είναι ένα φανταστικό δημιούργημα για να καλυφθεί η αδυναμία ή η έλλειψη ικανότητας ενός παίκτη, είναι μια πραγματικότητα. Πόσοι ποδοσφαιριστές (Ελληνες και ξένοι), με ξεχωριστό ταλέντο, ποιότητα και σπουδαίες εμφανίσεις στις πρώην ομάδες τους, καταποντίστηκαν μόλις φόρεσαν τα ερυθρόλευκα; Κάτι που, ειδικά για τους Ελληνας, είναι ακόμη πιο εύκολο να συμβεί, καθώς αντιλαμβάνονται καλύτερα τις απαιτήσεις, την πίεση, την… τρέλα που επικρατεί σε έναν σύλλογο που τα θέλει όλα και πάντα.

Αναλογιστείτε πόσοι ποδοσφαιριστές (ακόμη και από αυτούς που υπάρχουν ήδη στο δυναμικό) μπορούν να αντεπεξέλθουν και να φτάσουν τον Ολυμπιακό εκεί που θέλει. Πόσοι είναι εκείνοι που έχουν δείξει ότι μπορούν να μπουν με το «καλημέρα» και να διεκδικήσουν θέση και ρόλο. Αμεσα, όχι σε 3-4-5-10 μήνες. Καλώς ή κακώς ο Ολυμπιακός δεν έχει την πολυτέλεια των υπολοίπων. Δεν έχει την πολυτέλεια να πει «χάνω μια χρονιά και χτίζω σιγά σιγά». Δεν έχει αυτή τη νοοτροπία, ούτε ο σύλλογος ούτε ο κόσμος του.

Ο Ολυμπιακός θέλει αποτελέσματα. Αμεσα. Εδώ και τώρα. Θέλει ποδοσφαιριστές που θα έρθουν… έτοιμοι και δεν θα χρειαστούν καν περίοδο προσαρμογής. Δεν είναι το φυσιολογικό, αλλά είναι αυτό που συμβαίνει. Οπότε το να λέει κάποιος ότι αυτό θα αλλάξει, το μόνο που κάνει είναι να αυθυποβάλλεται σε μια φανταστική κατάσταση, για να πείσει μόνο τον εαυτό του.

Για να τελειώνουμε. Το καλοκαίρι πλησιάζει. Και τον Ιούνιο το ρόστερ του Ολυμπιακού θα είναι γεμάτο Ελληνες ποδοσφαιριστές που θα έχουν την ευκαιρία να αποδείξουν ότι αξίζουν να φορούν την ερυθρόλευκη φανέλα. Εάν δεν είναι συνειδητοποιημένοι και έτοιμοι να ανταποκριθούν, σε έναν χρόνο από τώρα θα γράφουμε ξανά για τους Ελληνες παίκτες που θέλει να εντάξει στο δυναμικό του ο Ολυμπιακός το… επόμενο καλοκαίρι. Είναι θέμα του Ολυμπιακού να τους δώσει την ευκαιρία, αλλά κυρίως θέμα των παικτών να παίξουν, να επιβάλλουν εαυτούς στο ρόστερ, να καταστήσουν την παρουσία τους απαραίτητη και σημαντική για το σύνολο.

Το παράδειγμα του Κώστα Φορτούνη είναι ενδεικτικό του τι σημαίνει «μπαίνω και παίζω». Όταν ο Ελληνας επιτελικός χαφ αποκτήθηκε, ο Μίτσελ τον άφησε εκτός λίστας Champions League και το μόνο που του… έδινε ήταν κάποια παιχνίδια στο Κύπελλο. Ακόμη και αυτά τα λίγα παιχνίδια, ωστόσο, αρκούν σε έναν μεγάλο παίκτη για να δείξει τι μπορεί να κάνει και να… εκθέσει τον προπονητή του. Ο Φορτούνης μπήκε και έπαιξε. Ο Βρουσάι, μπήκε και έπαιξε. Τώρα είναι η σειρά όσων Ελλήνων πιστεύουν ότι μπορούν και αξίζουν να ανήκουν στον Ολυμπιακό, να μπουν και να παίξουν…

Ακολουθήστε στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις αθλητικές ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Αθλητικές Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, από

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ