Οι διοικήσεις καθορίζουν το πλάνο, τους στόχους και τα όρια, οι προπονητές οφείλουν να καταθέτουν ξεκάθαρα τα «θέλω» τους και να ακολουθούν τη γραμμή αυτού που πληρώνει. Το διδακτικό παράδειγμα Χάσι, το σωστό σκάουτινγκ και ο Πέδρο Μαρτίνς.
«Να κάνει ο προπονητής τις μεταγραφές». Ποδοσφαιρικό κλισέ από τα πλέον διαδεδομένα και πολυφορεμένα. Η μόνιμη επωδός του οπαδού για την ομάδα του. Διότι κατ’ αυτή τη λογική, εφόσον επιλέξει ο προπονητής τους ποδοσφαιριστές, θα μπορέσει να αποτυπώσει πιο εύκολα στο γήπεδο αυτό που έχει στο μυαλό του. Αρα, η ομάδα θα είναι καλύτερη. Αρα, αυτό είναι το σωστό. Είναι, όμως, έτσι ή πρόκειται για αυθαίρετα και δίχως πραγματική βάση θεωρήματα;
Παρακολουθώντας κάποιος τον τρόπο με τον οποίο κινούνται οι μεγάλοι (και όχι μόνο) σύλλογοι στα πιο προηγμένα πρωταθλήματα της Ευρώπης, μπορεί εύκολα να διαπιστώσει ότι ελάχιστες είναι οι μεταγραφές που γίνονται ύστερα από επιθυμία-υπόδειξη του προπονητή. Με κυριότερη εξαίρεση αρκετές ομάδες στην Αγγλία, τη μοναδική χώρα όπου εφαρμόζεται σε μεγάλο βαθμό η έννοια του τεχνικού-μάνατζερ. Αν και όσο περνούν τα χρόνια, τόσο οι τεχνικοί διευθυντές και οι παράγοντες των αγγλικών ομάδων «καπελώνουν» τους μάνατζερ και μειώνουν το εύρος της επιρροής τους.
Ο λόγος που οι μεταγραφές -ως επί το πλείστον- δεν επιλέγονται από τους προπονητές, αλλά κυρίως από τις διοικήσεις των ομάδων ή τα ποδοσφαιρικά στελέχη τους (τεχνικοί διευθυντές, αθλητικοί διευθυντές κλπ), είναι επειδή μόνο η διοίκηση μπορεί να καθορίσει την πολιτική που θα ακολουθήσει μία ομάδα-εταιρεία. Από τις μεταγραφές, ως τους υπαλλήλους που θα προσλάβει και τις πωλήσεις που θα κάνει, τους στόχους που θα θέσει.
Είναι λογικό η διοίκηση του Ολυμπιακού (και κάθε ομάδας) να θέλει να αποκτήσει παίκτες που ταιριάζουν σε αυτό που έχει στο μυαλό του ο εκάστοτε προπονητής. Αλλά επίσης είναι απόλυτα λογικό να πει «όχι» εάν οι περιπτώσεις που προκρίνει ο προπονητής δεν ταιριάζουν στο πρότζεκτ που επιθυμεί να εφαρμόσει η ομάδα. Εάν είναι περιπτώσεις που δεν συμφέρουν, είτε άμεσα είτε δυνητικά τον σύλλογο. Τι να κάνουμε; Αυτή είναι η λογική της ιεραρχίας σε όλες δουλειές. Αυτός που πληρώνει, αυτός αποφασίζει.
Εάν, δηλαδή, η διοίκηση πιστεύει ότι πρέπει να στηριχθεί, για παράδειγμα, ο Ανδρούτσος ή ο Γιαννιώτης, καθώς από τη βελτίωσή τους μπορεί να έχει το «Χ» κέρδος και αγωνιστικό και οικονομικό, δεν γίνεται να επιμείνει ο προπονητής να αποκτηθεί κάποιος άλλος, που θα ανακόψει την εξελικτική πορεία των προσώπων που θέλει να αναδείξει η ομάδα… Ειδικά όταν αυτά τα πρόσωπα δείχνουν ότι έχουν ταλέντο και δυνατότητες για να ξεχωρίσουν. Ολα έχουν να κάνουν με το τι επιδιώκει ο σύλλογος. Εάν τον σύλλογο τον συμφέρει να προωθήσει τους πιτσιρικάδες του, αυτό πρέπει να γίνει. Εάν ο προπονητής δεν συμφωνεί, πάντα βρίσκεται λύση. Ή εάν δεν βρίσκεται… κόβεται.
Ο Ολυμπιακός έχει δοκιμάσει κάθε πλάνο που υπάρχει στις μεταγραφές του. Τις περισσότερες φορές που εμπιστεύτηκε κατά κύριο λόγο τις εισηγήσεις των προπονητών, τα αποτελέσματα δεν ήταν τα επιθυμητά. Το τελευταίο παράδειγμα είναι το πιο χαρακτηριστικό. Η διοίκηση εμπιστεύτηκε τον Μπέσνικ Χάσι. Του πήρε σχεδόν όλους τους παίκτες που είχε ζητήσει και κάποιους με οικονομικούς όρους παράλογους. Του έκανε, όμως, το χατίρι. Και το χατίρι του κόσμου, που θέλει να έχει την ευθύνη ο προπονητής. Ελα, όμως, που τα αποτελέσματα ήταν αντιστρόφως ανάλογα από τα αναμενόμενα και πλέον (σχεδόν) όλοι οι παίκτες που διάλεξε ο Χάσι ετοιμάζονται να συνεχίσουν σε άλλες πολιτείες.
Εννοείται ότι ο προπονητής έχει κάθε δικαίωμα να ζητάει παίκτες που θα του κάνουν τη «δουλειά». Και να ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ λύσεις. Όπως είναι απολύτως λογικό να θέλει να έχει στην ομάδα του 2-3 «δικούς του» ποδοσφαιριστές. Ωστόσο, επειδή δεν είναι ένας ή δύο οι παίκτες που μπορούν να κάνουν τη «δουλειά», δεν είναι λογικό να «κολλάει» κάποιος σε πρόσωπα. Τα πρόσωπα είναι θέμα της διοίκησης. Σε όλα τα επίπεδα. Και επειδή έχει την ευθύνη των επιλογών, αλλά και επειδή το τελικό αποτέλεσμα την πλήττει (ή την ευνοεί), είναι αναμενόμενο να έχει τον πρώτο (και τον τελευταίο) λόγο σε αυτές.
Εν κατακλείδι. Ο Πέδρο Μαρτίνς θα συζητήσει με τη διοίκηση του Ολυμπιακού για το πλάνο, θα ενημερωθεί για τους στόχους του συλλόγου. Με λεπτομέρειες και συγκεκριμένα δεδομένα. Θα εξηγήσει τι θέλει να κάνει, τι θέλει να πετύχει και τι ποδοσφαιριστές χρειάζεται για να τα καταφέρει. Θα καταθέσει, λοιπόν, τις εισηγήσεις του, καταγράφοντας αναλυτικά τα χαρακτηριστικά των παικτών που χρειάζεται, προφανώς θα βάλει στο τραπέζι και κάποιες περιπτώσεις που ο ίδιος έχει ξεχωρίσει και θεωρεί ότι μπορούν να βοηθήσουν και έτσι θα συμπορευθούν.
Ο Ολυμπιακός δεν είναι ένα πρόσωπο. Και πλέον έχει παρθεί η απόφαση να γίνονται μεταγραφές μετά από ενδελεχές και προσεκτικό σκανάρισμα. Το τμήμα σκάουτινγκ που όλα αυτά τα χρόνια λειτουργεί, αλλά ουσιαστικά σπάνια «χρησιμοποιήθηκε» στις μεταγραφές, είναι αυτό που αναμένεται να έχει τον σημαντικότερο ρόλο στη λήψη των μεταγραφικών αποφάσεων. Και μην έχετε στο μυαλό σας ότι τμήμα σκάουτινγκ στον Ολυμπιακό είναι μόνο ο Φρανσουά Μοντέστο. Ο Κορσικανός είναι κομμάτι του συνόλου. Καθώς οι Ερυθρόλευκοι διαθέτουν εξωτερικές συνεργασίες που δεν τις γνωρίζουν ακόμη και άνθρωποι που ζουν και εργάζονται εντός του συλλόγου εδώ και χρόνια…
ΥΓ. Πριν αναθεματίσετε μια διαφορετική άποψη, σκεφτείτε τούτο: Η αποχώρηση του Χάσι, που δημιούργησε ένα ρόστερ στα δικά του «μέτρα» και με «δικούς του» παίκτες, προκάλεσε αλυσιδωτές αντιδράσεις στα αποδυτήρια. Δημιουργήθηκαν πολλά προβλήματα μεταξύ των ποδοσφαιριστών, το κλίμα ήταν διαρκώς τεταμένο και η χημεία μεταξύ των διαφορετικών χαρακτήρων ανύπαρκτη. Οταν οι επιλογές γίνονται με ποδοσφαιρικά (και όχι… προπονητικά) κριτήρια και σωστό σκάουτινγκ, οι παίκτες περνούν από εξονυχιστικό έλεγχο. Και αυτό δεν αφορά μόνο το αγωνιστικό σκέλος, αλλά πολύ σημαντικά στοιχεία, όπως ο χαρακτήρας, το… παρελθόν, η οικογενειακή κατάσταση. Οι επιλογές, όμως, δεν (μπορεί να) γίνονται για τον προπονητή, αλλά για την ομάδα, τις ανάγκες της, το μέλλον της. Διότι, καλώς ή κακώς, το μέλλον των προπονητών σπάνια είναι για πολύ καιρό συνυφασμένο με μία ομάδα.