Στην Τουρκία είδαν αυτό που δεν είδαμε στην Ελλάδα. Έχει συμβεί και στο παρελθόν. Σε άλλες χώρες, με άλλους Έλληνες παίκτες. Ο Τάσος Μπακασέτας το αξίζει.
Έφυγε από την Ελλάδα και την ΑΕΚ ως ένας ποδοσφαιριστής που οι περισσότεροι τον είχαν στο μυαλό τους για κάτω του μετρίου. Δεν ήταν ο πρώτος, δε θα είναι και ο τελευταίος. Κι άλλοι έφυγαν σχεδόν σαν αποτυχημένοι από την Ελλάδα και βρήκαν την ποδοσφαιρική γη της επαγγελίας μακριά από τα μέρη μας.
Ήταν λύτρωση για τον Τάσο Μπακασέτα η προοπτική της Τουρκίας, όταν ήρθε εκείνη η πρόταση από την Αλανιασπόρ. Τρία χρόνια στην ΑΕΚ προσπαθούσε μάταια να – τους – αποδείξει πόσο ποιοτικός ποδοσφαιριστής είναι. Έπεισε τους Τούρκους μέσα σε λίγους αγώνες.
Δύο χρόνια στην Αλανιασπορ, είχε 21 γκολ και 12 ασίστ. Σε 65 αγώνες. Όσα δηλαδή έκανε με την ΑΕΚ σε 103 αγώνες. Και στην ΑΕΚ είχε 20 γκολ και 13 ασίστ, αλλά σε αρκετά μεγαλύτερο αριθμό παιχνιδιών. Πάνω απ’ όλα, όμως, για τον Μπακασέτα η Τουρκία αποδείχτηκε ένα μέρος που τον απελευθέρωσε ψυχολογικά και του επέτρεψε μακριά από την πίεση να ξεδιπλώσει το πλούσιο ταλέντο του.
Σήμερα ο Μπακασέτας θεωρείται ένας από τους καλύτερους και πιο ακριβούς Έλληνες ποδοσφαιριστές. Όχι άδικα. Το κερδίζει με το σπαθί του. Και το κερδίζει γιατί είναι ο απόλυτος ηγέτης μιας ομάδας που δεν ανήκει στην «ελίτ» της Τουρκίας, αλλά που σε λίγους μήνες θα στεφθεί πρωταθλήτρια.
Η Τραμπζονσπόρ του Μπακασέτα λένε στην Τουρκία. Με οχτώ γκολ και οχτώ ασίστ χορεύουν… συρτάκι στο γήπεδο της ομάδας του κάθε Κυριακή. Ο ίδιος το απολαμβάνει, το… σηκώνει και εκτοξεύει τη χρηματιστηριακή του αξία.
Τις τελευταίες μέρες το ενδιαφέρον απ’ όλη την Ευρώπη για τον Έλληνα μεσοεπιθετικό ολοένα και μεγαλώνει και μαζί μεγαλώνουν και οι απαιτήσεις του συλλόγου του. Η Τραμπζονσπόρ τον αγόρασε τρία εκατομμύρια ευρώ. Τον πουλάει πάνω από 12. Και ίσως να είναι και λίγα. Είναι έτοιμη να μπει σε πλειστηριασμό προκειμένου να βγάλει όσα περισσότερα χρήματα μπορεί.
Η περίπτωση Μπακασέτα είναι ένα ακόμα παράδειγμα του πως μπορεί ένας ξένος σύλλογος να… πλουτίσει από ένα περιουσιακό στοιχείο που δεν είδαν οι δικοί μας. Το ίδιο μπορεί να συμβεί με τη Σέλτικ και τον Γιακουμάκη, ο οποίος πετυχαίνει το ένα γκολ μετά το άλλο. Το ίδιο έχει συμβεί και στο παρελθόν. Το ίδιο θα συμβεί και στο μέλλον όσο στην Ελλάδα αφήνουμε την… εξέδρα να αποφασίζει για το ποιος είναι καλός ποδοσφαιριστής και ποιος όχι.