Ο τρόπος «Ολυμπιακός» είναι αποδεκτός από όλους. Όχι όμως και εφαρμόσιμος. Για λόγους πρακτικούς
Σε εξέλιξη βρίσκεται μια ακόμη «επίδειξη» ικανοτήτων της μεταγραφικής ομάδας «Ολυμπιακός». Και κάπως έτσι; Εδώ και μερικές ώρες τα ονόματα του Μπαντιουγκού Φαντιγκά και του Ντεϊμπί Κεϊτά έγιναν ο επόμενος γλωσσοδέτης για όσους ξετρελαίνονται στη θέα του «πάρε-δώσε» της ποδοσφαιρικής αγοράς.
Λες και χρησιμοποιούν καρμπόν οι Ερυθρόλευκοι. Το καλοκαίρι ο Αγκιμπού Καμαρά από τη -πρωταθλήτρια Γαλλίας- Λιλ και ο Ετιέν Κινκουέ από -την πρωταθλήτρια Ιταλίας- Ίντερ. Σήμερα ο Φαντιγκά από την –επόμενη πρωταθλήτρια Γαλλίας- Παρί και ο Κεϊτά από την –επόμενη πρωταθλήτριας Ισπανίας- Ρεάλ Μαδρίτης.
Όλοι τους παιδιά 18-21 ετών που κάποια στιγμή κέρδισαν το δικαίωμα να θεωρούνται ποδοσφαιρικά project από τα κορυφαία club της Ευρώπης. Όλοι τους, άλλος περισσότερο και άλλος λιγότερο, «παγιδευμένοι» στο gap ανάμεσα στο ταλέντο και την ανάγκη για το βήμα εμπρός που θα τους δώσει το δικαίωμα να σχηματίσουν μια κανονική καριέρα εφάμιλλη των ικανοτήτων τους.
Είναι προφανές το «μοτίβο» και προφανέστερη η ιδέα του Ολυμπιακού που σωστά εκτιμά πως εξελίσσοντας την ιδέα του μπορεί κάλλιστα να βρεθεί στην ευχάριστη θέση με μικρό οικονομικό κόστος να θωρακίσει το ρόστερ του με σημαντικά περιουσιακά στοιχεία, αλλά και με ποδοσφαιριστές που μπορούν εύκολα να τον οδηγήσουν στο επόμενο αγωνιστικό επίπεδο. Συνέβη με τον Μαντί Καμαρά, τον Αρτούρ Μαζουακού, τον Παπ Αμπού Σισέ, συμβαίνει τους τελευταίους μήνες και με τον Αγκιμπού.
Φυσικά για να μπορείς να επενδύσεις σε μια τέτοια ιδέα, χρειάζονται και άλλες προϋποθέσεις. Στο ρόστερ σου πρέπει προκαταβολικά να υπάρχουν πολλοί έμπειροι και γιατί όχι «κάνω τη διαφορά» ποδοσφαιριστές που θα εγγυηθούν για το όποιο ρίσκο. Ο Ετιέν Κινκουέ ας πούμε δεν έχει καταφέρει να προσεγγίσει την πρώτη ομάδα: Ο Ολυμπιακός όμως έχει 6-7 στόπερ πριν από εκείνον στην ιεραρχία. Και μόλις πριν από μερικές εβδομάδες έκανε τη πρώτη μεγάλη κίνηση του χειμώνα καταφέρνοντας να επαναφέρει στα λημέρια του, τον Κώστα Μανωλά.
Αντικειμενικά σε αυτές τις περιπτώσεις δεν περιμένεις 100% ευστοχία. Οι μικροί δεν είναι αυτό που λέμε… λεφτά στη τράπεζα. Αν όμως «χτίζεις» γύρω από αυτό το σχέδιο, είναι λογικό κάποια στιγμή να βρεθείς στην ευχάριστη θέση να δεις αποτέλεσμα.
Λέγαμε πριν από λίγο καιρό, πως η υπόθεση του Αγκιμπού έχει σχηματίσει μια ολοκληρωμένη τάση στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Όλοι θέλουν ένα μεταγραφικό success story σαν αυτό να… φυτρώσει στο αθλητικό τους κέντρο. Και όλοι προφανώς έχουν πρόσβαση στην αγορά για να μπορούν να εντοπίσουν τους «δικούς» τους Αγκιμπού. Είναι τόσο ανεπτυγμένο πλέον το σκάουτινγκ σε παγκόσμια κλίμακα που ακόμη και χρησιμοποιώντας συγκεκριμένες «μηχανές αναζήτησης» μπορείς να φτάσεις σε ένα τέτοιο αποτέλεσμα.
Το πρόβλημα είναι αλλού: Στο ότι πλην του Ολυμπιακού καμιά άλλη ομάδα δεν έχει το «προσωπικό» εκείνο που μπορεί να ολοκληρώσει τέτοιες μεταγραφικές υποθέσεις. Ανθρώπους ικανούς όχι μόνο να εντοπίσουν αλλά και να πείσουν έναν ποδοσφαιριστή και τον ατζέντη του να κάνουν το βήμα προς την Ελλάδα. Ανθρώπους που μπορούν να χτυπήσουν πόρτες κορυφαίων club και να ανοίξουν δίαυλο επικοινωνίας.
Ο Ολυμπιακός αυτό το project το τρέχει πλέον καμιά δεκαριά χρόνια. Χάρη κυρίως στον Φρανσουά Μοντέστο αλλά και τον Κριστιάν Καρεμπέ έχει σχηματίσει το «προφίλ» για να μπορεί όσα σκέφτεται στο χαρτί να τα εμφανίζει στο γήπεδο. Έχει επίσης αποδείξεις για να πείσει κάθε… Φαντιγκά ότι αν τον εμπιστευθεί μπορεί να είναι ο επόμενος Μαζουακού ή Μαντί Καμαρά κλπ. Έχει δικά του πέντε-έξι παιδιά στη Premier League που βρέθηκαν εκεί χάρη στην ελληνική επιτυχία τους. Έχει μόνιμη παρουσία στα κύπελλα Ευρώπης και τελικά ένα ισχυρό brand που δεν παραπέμπει στις πραγματικές δυνατότητες του ελληνικού ποδοσφαίρου.
Δεν γίνονται αυτά σε ένα… χειμώνα. Χτίζονται μεθοδικά. Κοστίζουν σε χρόνο και χρήμα. Εξαιρώντας λοιπόν τον ΠΑΟΚ που αποδεδειγμένα έχει επενδύσει –ασχέτως αν τώρα δεν του έχει βγει- σε μια σειρά από ικανούς τεχνικούς διευθυντές με ισχυρή ατζέντα, αλλά και στην παραγωγική του διαδικασία καμιά άλλη ελληνική ομάδα δεν μπορεί να πατήσει σε αυτές τις ράγες. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Δικέφαλος τα τελευταία χρόνια φαντάζει ως ο μοναδικός «ανεκτός» αντίπαλος για τον πρωταθλητή. Ότι άφησε πίσω του και τον Παναθηναϊκό και την ΑΕΚ.
Η διαφορά που σχηματίζει ο Ολυμπιακός όμως ολοένα και μεγαλώνει. Και το ισχυρό δεδικασμένο που προκύπτει έχει δημιουργήσει μια συγκεκριμένη τάξη πραγμάτων στο ελληνικό ποδόσφαιρο.