Η αντίδραση των ερυθρόλευκων στο καθόλου απρόσμενο κακό τους ξεκίνημα έδειξε χαρακτήρα , συναίσθηση και ικανότητες. Γράφει ο Μιχάλης Στεφάνου.
Στη συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε τον αγώνα του Ολυμπιακού με την Ζαλγκίρις, ο Γιώργος Μπαρτζώκας παραδέχτηκε με αφοπλιστική ειλικρίνεια μια πραγματικότητα που διαχρονικά βασανίζει τις ομάδες, αλλά ταυτόχρονα «ποτίζει» τον ομαδικό αθλητισμό με το στοιχείο του απρόσμενου. «Αλλη πνευματική εγρήγορση έχεις όταν νιώθεις κίνδυνο και εντελώς διαφορετική όταν πιστεύεις ότι εύκολα ή δύσκολα θα κερδίσεις. Είναι 100% στην ανθρώπινη φύση και συνήθως στην δεύτερη περίπτωση το πληρώνεις», ήταν τα λόγια του 55χρονου προπονητή.
Βγαίνοντας από 45′ λεπτά ανελέητης μάχης κι έχοντας χάσει στο τελευταίο σουτ, το ψυχολογικό άδειασμα είναι μια σχεδόν αυτόματη διαδικασία, που 45 ώρες δεν φτάνουν για να ολοκληρωθεί και να επιστρέψει ο οργανισμός σε κατάσταση απόλυτης ετοιμότητας. Επιπλέον, όταν αμέσως μετά από την ακριβότερη και πληρέστερη ομάδα στην Ευρώπη, αλλά και την ίσως πιο απαιτητική βραδιά της regular season, καλείσαι να υποδεχτείς έναν αντίπαλο χωρίς νίκη, που έχει αλλάξει ήδη προπονητή και τελευταία στιγμή χάνει δύο σημαντικούς παίκτες, το να θεωρήσεις ότι η δουλειά θα γίνει ο κόσμος να χαλάσει, είναι μάλλον το πιο πιθανό.
Η απουσία συγκέντρωσης και φρεσκάδας στο ξεκίνημα των παιχνιδιών δεν χαρακτηρίζει τον φετινό Ολυμπιακό, όπως ίσως τον περσινό, όμως στην προκειμένη περίπτωση αποτελούσε ένα υπαρκτό ενδεχόμενο. Ολες οι παράμετροι που συνόδευαν την αναμέτρηση με την Ζαλγκίρις, αύξαναν τις πιθανότητες να παρουσιάσουν σημάδια χαλάρωσης οι ερυθρόλευκους, τα οποία ήταν δεδομένο ότι θα τιμωρούσε η παραδοσιακά εξπέρ του είδους λιθουανική ομάδα. Οπερ και εγένετο, με τους παίκτες του Μπαρτζώκα να κουβαλάνε τις κακές τους άμυνες στην επίθεση και τις κακές τους επιθέσεις στην άμυνα, με αποτέλεσμα να βλέπουν την Ζαλγκίρις να ξεμακραίνει κλείνοντας το 10λεπτο προηγούμενη 23-12.
Παρένθεση: Κάτι αντίστοιχο συνέβη και στην Μπαρτσελόνα που έχανε 22-12 από την Μονακό στο τέλος της πρώτης περιόδου και για να νικήσει χρειάστηκε να στείλει το παιχνίδι στην παράταση, κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή. Αρα, δεν μιλάμε για κάτι παράλογο.
Εκείνο που είχε σημασία ήταν πώς θα αντιδρούσε ο Ολυμπιακός σε περίπτωση που όντως βρισκόταν αντιμέτωπος με το στοιχείο του αιφνιδιασμού. Αν θα καταβάλλονταν ή και θα λύγιζε από το άγχος ή αν θα ανακτούσε τις δυνάμεις του και θα οδηγούσε το καράβι μακριά από την τρικυμία, σε ασφαλή ύδατα. Η απάντηση που μας έδωσε στο κρίσιμο αυτό ερώτημα, το οποίο θα ξανατεθεί αναμφίβολα μέσα στη σεζόν, ήταν αν μη τι άλλο πειστική.
Από το 14-29 του 13ου λεπτού, μέχρι το 78-58 του 35ου, οι Πειραιώτες «υφαναν» στο μυαλό του Γιούρι Ζντοβτς τη φράση; «Ο Ολυμπιακός φέτος έχει τα πάντα και βρίσκεται ανάμεσα στις καλύτερες ομάδες της Ευρώπης», που συμπεριέλαβε αργότερα στις δηλώσεις του. Μιλάμε για ένα επιμέρους σκορ 64-29 σε 22 αγωνιστικά λεπτά! Μιλάμε για μια μεταμόρφωση που δείχνει χαρακτήρα, συναίσθηση και ικανότητες.
Ο Ολυμπιακός την νίκη μπορεί να την σφράγισε στο τρίτο δεκάλεπτο με εκείνο το επιθετικό ξέσπασμα των Βεζένκοφ, Γουόκαπ Παπανικολάου, όμως ουσιαστικά την εξασφάλισε στο δεύτερο, όταν κατάφερε εν μέσω… χαλαζόπτωσης να ορθώσει το ανάστημά του, να κρατηθεί όρθιος κι όχι μόνο να κλείσει την κάνουλα του δικού του καλαθιού, αλλά και να συνδεθεί με εκείνο της Ζαλγκίρις. Κι ας πήγε στα αποδυτήρια όντας πίσω στο σκορ, εκείνο το -3 φαινόταν πια αμελητέα ποσότητα. Ο Γιαννούλης Λαρεντζάκης έδωσε το έναυσμα, Σλούκας Πρίντεζης ακολούθησαν και το νερό μπήκε στο αυλάκι.
Πολύ σημαντική η συμβολή του Λιβιό, ειδικά στο αμυντικό κομμάτι, έναντι του αρνητικού Μάρτιν, ενώ ενθαρρυντική και ουσιαστική για δεύτερο σερί παιχνίδι ήταν η παρουσία του Σακίλ Μακίσικ, ο οποίος λειτούργησε όπως και στη Βαρκελώνη ως μετατροπέας του ρυθμού.
Το 3-1 είναι γεγονός, η πρώτη «διπλή» εβδομάδα κύλησε με τον Ολυμπιακό να αφήνει την εντύπωση ότι είναι ικανός για σπουδαία πράγματα. Οτι μπορεί να τρέξει με αποτελεσματικότητα κι ότι με την η ιδιαίτερη άμυνα που εφαρμόζει μπορεί να… μετακινήσει βουνά. Ο Γιώργος Μπαρτζώκας κατάφερε παρά τις απαιτήσεις των δύο αγώνων να μοιράσει το χρόνο και το ΣΕΦ μετατράπηκε και πάλι σε κινητήριο δύναμη για τους παίκτες του.