Όπως συμβαίνει και με τα ψέματα, υπάρχει και «λευκή» υποκρισία. Αλλά το συνεχιζόμενο, πλήρες «αβαβά» από πλευράς αθλητικών πειθαρχικών αρχών για τα γεγονότα στα Γιάννινα, δεν ανήκει σ’ αυτή την κατηγορία…
Το 1951, ο ιδιοφυής Τεξ Άβερυ (1908-1980), εμπνευστής και δημιουργός δεκάδων πασίγνωστων χαρακτήρων κινουμένων σχεδίων (μεταξύ των οποίων ο Ντάφυ Ντακ, ο Πόρκυ, ο Μπαγκς Μπάνι, ο Ντρούπι και πολλοί άλλοι), σκηνοθέτησε το επικό «Συμφωνία στην αργκό»: Symphony in Slang.
Σ’ αυτό, ο ήρωας, Τζον Μπράουν, παρουσιάζεται στις Πύλες του Παραδείσου μιλώντας μόνο με αμερικανικούς ιδιωματισμούς. Ο Άγιος Πέτρος δεν καταλαβαίνει τίποτε και για να αποφασίσει αν θα τον αφήσει να περάσει, τον πηγαίνει στον «μάστορα των Λεξικών», Νώε Γουέμπστερ (τι άλλο;) για μετάφραση.
Εκεί, ο ήρωας διηγείται όλη του τη ζωή μόνο με ιδιωματικές εκφράσεις της εποχής, όπως «γεννήθηκα μ’ ένα ασημένιο κουτάλι στο στόμα» (πλούσιος), «όταν την είδα τα χέρια μου έγιναν όλο αντίχειρες» (ήμουν αμήχανος), «έβρεχε γάτες και σκυλιά» (έριχνε καταρρακτώδη βροχή), «βάφαμε την πόλη κόκκινη» (μας έβρισκε η ανατολή του ήλιου έξω), «η επιταγή μου αναπηδούσε» (ήταν ακάλυπτη), «ο δικαστής μ’ έστειλε ανάποδα στο ποτάμι, για ένα τέντωμα στη γυάλα» (μ’ έστειλε σε ομοσπονδιακή φυλακή για κάποιο διάστημα), «άκουσα μέσω του αμπελώνα» (έμαθα μια φήμη) και ούτω καθεξής.
Πρακτικώς αμετάφραστο σε κάθε άλλη γλώσσα, το Symphony in Slang είναι ένα μικρό αριστούργημα, απολύτως ενδεικτικό της δημιουργικής παράνοιας του Άβερυ –που σαν χαρακτήρας έμοιαζε λίγο στον τρελάρα Ντάφυ Ντακ και λίγο στον τετραπέρατο Μπαγκς Μπάνι.
Αξίζει να το δείτε –στο τέλος του κειμένου. Αν μη τι άλλο, για να διαπιστώσετε ότι, τουλάχιστον το 1951 (απ’ όσο ξέρω, ούτε σήμερα ακόμη) η αμερικανική αργκό δεν περιελάμβανε έκφραση όπως «πέφτω απ’ τα σύννεφα». Γάτες και σκύλους να πέφτουν από ‘κει, ναι. Αλλά ανθρώπους, όχι.
Αυτό το προνόμιο το έχει η ελληνική «αργκό». Περιγράφει με την έκφραση μια σταθερή ροή από τον ουρανό υποκριτικά έκπληκτων προσώπων κάθε κατηγορίας, κυρίως όμως δημοσιογράφων και πολιτικών.
Θέλω να πω, και οι γείτονες διάφορων ψυχοπαθών που αποκλείεται να μη σήκωναν τη γειτονιά στο πόδι κάθε τρεις και λίγο με το παραμικρό, δηλώνουν επίσης ότι «έπεσαν απ’ τα σύννεφα», μόλις μαθαίνουν από την τηλεόραση ότι ο Τάδε είχε εφτά τεμαχισμένα πτώματα στον καταψύκτη του. Όταν όμως επί δεκαπέντε χρόνια τρέμεις μήπως στραβοκοιτάξεις τον βαρεμένο ψυχάκια του ισογείου και σε κάψει ζωντανή το βράδυ στον ύπνο σου, τι να κάνεις επειδή τον συνέλαβε η αστυνομία; Να βγεις να πεις: «μα και βέβαια υποπτευόμαστε ότι μπορεί να είναι μανιακός δολοφόνος, αλλά τέτοιο μπουρ$έλο που είναι η Ελλάδα, σε ποιον να το λέγαμε, να κάνει τι;» Αστεία πράγματα.
Και διάφοροι σύζυγοι δηλώνουν ότι «έπεσαν απ’ τα σύννεφα», όταν μαθαίνουν το ένα ή το άλλο για το ταίρι τους. Δεν πέφτουν. Κατά βάθος ήξεραν ή υποψιάζονταν. Αλλά τι να βγουν να πουν; «Ναι, πέντ’ έξι φορές που γύρισε ξημερώματα με κραγιόν στο γιακά και μύριζε Si ως το σώβρακο ο Λαλάκης μου παραλίγο να σκεφτώ κάτι κακό, αλλά πήγα το πρωί βόλτα με τη Μερσέντα στο Attica και χρέωσα την κάρτα του έξι χιλιάδες ευρώ και το ξέχασα;»
Αυτά είναι, λίγο πολύ, αναγκαία «πεσίματα απ’ τα σύννεφα». Χωρίς τέτοιου είδους «λευκή» υποκρισία, το έχουμε ξαναπεί, δε θα έμενε τίποτε όρθιο γύρω μας σ’ ένα διήμερο μέσα –και πολύ λέω.
Όμως, ο δημοσιογράφος που «πέφτει απ’ τα σύννεφα» όταν μαθαίνει ότι μια μεγάλη πολυεθνική μπορεί να φτάσει στο σημείο (άκουσον, άκουσον, ρε, τι γίνεται ρε στον κόσμο!) να στέλνει αβέρτα και να υπερτιμολογεί διαφήμιση στο Μέσο του προκειμένου να κάνει αβαβά τις πομπές της, είναι μια εντελώς άλλη κατηγορία.
Όπως άλλη κατηγορία είναι και ο πολιτικός που εξανίσταται, όταν μαθαίνει ότι ένας συνάδελφό ς του μπορεί, ίσως, υποθετικά, ενδεχομένως, λέμε τώρα ντε και να είχε πάρει κάαατι ψιλό τ’ αυτί του, όσο ήταν υπουργός, για κάτι λεφτά που μοίραζε ένας περίεργος από μια φαρμακοβιομηχανία, προκειμένου να κάνει ποιος ξέρει τώρα, τι, ρε αδελφέ;
Τέτοιου είδους υποκρισία δεν είναι «λευκή», ούτε για γέλια, διότι δεν πάει να καλύψει έναν φόβο (του σαλταρισμένου γείτονα) ή μια ντροπή (του Στέλιου απ’ τον τρίτο που έκανε ότι δεν καταλάβαινε πώς έφερνε στο σπίτι 800 ευρώ το μήνα, αλλά η κυρία του κατάφερνε, η καπάτσα, να τρώνε κάθε μέρα σφυρίδα και φιλέτο και η ντουλάπα της είναι σα χρηματοκιβώτιο μ’ αυτά που έχει μέσα)…
Είναι κατάπτυστη και επικίνδυνη, διότι, αντιθέτως: πάει να προκαλέσει φόβο και να νομιμοποιήσει μια ντροπή!
Όταν κάτι το έχει ο κόσμος τούμπανο, αλλά τα ΜΜΕ το κρατούν κρυφό καμάρι, ο πολίτης τρομοκρατείται, διότι αντιλαμβάνεται ότι η πραγματικότητα στην οποία ζει και ξέρει στο πετσί του ότι είναι αληθινή, μπορεί εύκολα να παρουσιαστεί ως εικονική και ψεύτικη. Να βγει, δηλαδή και τρελός από πάνω.
Και όταν οι πολιτικοί παρουσιάζονται τόσο έξω από τα πράγματα, τόσο «έκπληκτοι» και θιγμένοι για την πιθανή διαφθορά στους κύκλους των συντεταγμένων εξουσιών, (για κάτι δηλαδή που παρουσιάζεται ως μείζον πρόβλημα της χώρας σε όλες τις ανεξάρτητες εκθέσεις, όλων των σοβαρών οργανισμών, όλου του πλανήτη, εδώ και δεκαετίες), είναι σα να λένε στον κόσμο ότι κάτι τέτοιο δεν είναι ντροπή. Ντροπή είναι το να μαθεύεται. Οπότε ας το βάλει κάτω απ’ το χαλάκι κι ας πορεύεται πειθήνιος, μην έχουμε και τίποτε άλλα…
Στο ποδόσφαιρο, το «πέσιμο απ’ τα σύννεφα», πήγε κι ήρθε πολλές φορές τα τελευταία χρόνια. Πράγματα που ο κόσμος είχε τούμπανο, κρατήθηκαν κρυφό καμάρι. Και ντροπές κάθε είδους, επιβλήθηκαν ως περίπου φυσιολογικά πράγματα, για τα οποία η ενδεδειγμένη συμπεριφορά ήταν το «σκάσε και κολύμπα».
Ακόμη κι αν υπάρχει ουσιαστική πρόθεση και πραγματική διάθεση να αλλάξει αυτό, είναι δεδομένο ότι θα πάρει χρόνο και θα χρειαστεί προσπάθεια. Ότι θα έχει πισωγυρίσματα και δυσκολίες. Αλλά και ότι, σε κάθε περίπτωση, δεν μπορεί να συμβεί με την ουτοπική λογική ότι ίδια αίτια μπορούν να παραγάγουν διαφορετικά αποτελέσματα.
Υπό αυτό το πρίσμα, το γεγονός ότι όσα συνέβησαν στα Γιάννινα στο παιχνίδι με τον ΠΑΟΚ (και εννοώ στην πόλη και έξω από το γήπεδο και στις κερκίδες, όχι στον αγωνιστικό χώρο) εξακολουθούν και δεν έχουν τύχει ακόμη της παραμικρής διερεύνησης από τις αθλητικές πειθαρχικές αρχές, ίσως δεν… ρίχνει κανέναν από τα σύννεφα. Σίγουρα όμως, δεν αποτελεί και «λευκή» υποκρισία κάποιου είδους. Εντάσσεται στην κατηγορία του «ανύποπτου» δημοσιογράφου ή πολιτικού και δε συντελεί στο παραμικρό στο να γίνει καλύτερο το ποδόσφαιρο στην Ελλάδα.
Symphony in Slang, Tex Avery, 1951
Symphony in Slang from Lee Presson on Vimeo.