Κατ’ αναλογίαν με όσα συνέβησαν, πρακτικώς μέσα σε μια μέρα, το 1989, σε κάποιες κραταιές εφημερίδες, οι «πράσινοι» γίνονται εφέτος μνημείο αναξιοπιστίας απέναντι σε παίκτες, μάνατζερ και ομάδες. Στον μικρόκοσμο του ποδοσφαίρου είναι βαρύ και ίσως ανεπανόρθωτο πλήγμα αυτό.
Παραμονές των εκλογών του 1989, το σκάνδαλο Κοσκωτά είχε παγιώσει στο μυαλό ακόμη και των πλέον ανυποψίαστων ότι η όλη γιγάντωση του επιχειρηματία, ειδικά στο χώρο των Media, είχε έναν κυρίως σκοπό: την, για τον ένα ή τον άλλο λόγο, πολιτική απαγκίστρωση του Ανδρέα Παπανδρέου από τα υφιστάμενα εκδοτικά συγκροτήματα της εποχής που είχαν φτάσει, μέσω των «κολλητών» τους υπουργών και μεγαλοστελεχών, όχι μόνον να ταυτίζονται με το ΠΑΣΟΚ στα μάτια του κοινού, αλλά ίσως και να το κουμαντάρουν σε μεγαλύτερο βαθμό κι από τον ίδιο τον ιδρυτή και πρόεδρό του.
Με τον ΔΟΛ, άλλωστε, οι σχέσεις του Ανδρέα υπήρξαν ταραγμένες στην αρχή των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και άσχετα απ’ αυτό, ήδη τότε είχε να επιδείξει μακρά ιστορία ανατροπών στη «γραμμή» του και μια διαχρονική διάθεση να παρεμβαίνει στα πολιτικά πράγματα της χώρας, κυρίως μέσω του Κέντρου.
Η «Αυριανή» έπαιξε από την πλευρά της, σημαντικό ρόλο στην άνοδο και διατήρηση του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία και ήταν η μόνη που δε γύρισε την πλάτη της σ’ αυτόν ούτε επί ευρύτερης «περιόδου Κοσκωτά» και όσων την ακολούθησαν (λόγω Κουτσόγιωργα ίσως, αλλά πάντως δεν το έκανε –τότε. Το έκανε το 1993, αλλά αυτό είναι άλλο θέμα).
Όπως και να το κάνουμε, όμως, ήταν η «Αυριανή». Πουλούσε, τότε, πάνω από 150.000 φύλλα την ημέρα, αλλά το κοινό της υπήρξε πάντοτε συγκεκριμένων προδιαγραφών και, σε κάθε περίπτωση, μνημείο εγκυρότητας μάλλον δε θα μπορούσε ποτέ να διεκδικήσει…
Η «Ελευθεροτυπία» ήταν κι αυτή μια εφημερίδα «εκείνου του χώρου», αλλά ως περίπτωση ήταν ιδιάζουσα. Το ακριβώς αντίθετο της «Αυριανής» σε επίπεδο κοινού, συγχρόνως όμως και με μια ξεχωριστή, πολιτικοποιημένη μεν, αλλά και διανοουμενίστικη, κριτική και όχι απολύτως «ταγμένη» θεώρηση των πραγμάτων. Το «μότο» της, τα έλεγε όλα: «Στηρίζουμε την Αλλαγή, ελέγχουμε την Εξουσία». Ένας εξαιρετικός σύμμαχος, το δίχως άλλο, αλλά όχι ορκισμένος τέτοιος.
Το «Έθνος», τέλος, υπήρξε επίσης πρακτικώς συνυφασμένο με το ΠΑΣΟΚ ως κυβερνών κόμμα αλλά δεν είχε ιστορικό «κυβιστήσεων», ήταν σαφέστατα πολλές κλάσεις πιο έγκυρο από την «Αυριανή» και, ως πιο «λαϊκό» από την Ελευθεροτυπία διέθετε μεγαλύτερη διεισδυτικότητα σε πολύ ευρύτερα στρώματα της κοινωνίας. Έμοιαζε και μάλλον ήταν, συνολικά, το καλύτερο «χαρτί» του Ανδρέα στα media.
Ίσως γι’ αυτό, όταν το μένος των εκδοτικών συγκροτημάτων για τον Κοσκωτά μετατράπηκε σε ξεκάθαρη αντιπολίτευση στο ΠΑΣΟΚ και έφτασε και σε προσωπικές επιθέσεις στον ίδιο τον Ανδρέα, το κοινό των εφημερίδων αυτών αντέδρασε συνολικώς μουδιασμένα, περισσότερο απ’ όλα όμως, το κοινό του «Έθνους».
Αν δεν με απατά η μνήμη μου, την ημέρα που το «Έθνος» κυκλοφόρησε με τον αλήστου μνήμης τίτλο «ΠΕΦΤΕΙ Ο ΦΑΥΛΟΣ», για τον Αντρέα (!), είχε ήδη φτάσει να πουλάει από 120, 130.0000, γύρω στα 90.000 φύλλα. Κι από την επομένη, πρέπει να έπεσε στα 60 ίσως και 50!
Στα χρόνια που ήλθαν, η ιδιωτική τηλεόραση (που ξεκίνησε στην Ελλάδα άρον άρον και χωρίς κανένα σχεδιασμό και καμία διαφάνεια εκείνο περίπου τον καιρό, επί συγκυβέρνησης Τζανετάκη) θα υποβάθμιζε έτσι κι αλλιώς το ρόλο των εφημερίδων, με αναπόφευκτο αντίκτυπο στην κυκλοφορία τους. Ακόμη τότε όμως, μια τέτοια κυκλοφοριακή κατάρρευση, έδινε ένα μήνυμα πολύ ηχηρό, που κι αν το πήραν οι εκδότες, η αλήθεια είναι ότι… δεν το έδειξαν.
Στο πρώτο MEGA, από την πιο πάνω τετράδα μόνον ο Κουρής δεν εκπροσωπήθηκε (πήρε άδεια για το Κανάλι 29). Ακριβώς η ιδιωτική τηλεόραση βοήθησε έτσι ώστε οι τυχόν «απώλειες» από το κυκλοφοριακό χαστούκι εκείνης της περιόδου να απαλυνθούν και να υπερκαλυφθούν σε επίπεδο και οικονομικό και επιρροής.
Όμως το τραύμα στην αξιοπιστία του έντυπου Τύπου από τα γεγονότα εκείνης της εποχής, δεν επουλώθηκε ποτέ, η πληγή παρέμεινε χαίνουσα και αν το… του συρμού σήμερα Αλήτες-Ρουφιάνοι-Δημοσιογράφοι αναζητήσει ποτέ το γενεαλογικό του δέντρο, κάπου σ’ εκείνες τις μέρες θα βρει τον πατέρα ή τη μάνα του.
Στις μέρες που εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι συνειδητοποίησαν απότομα ότι δύο και μόνον δύο μπορεί να ήταν τα τινά: ή κάποιοι τους κορόιδευαν ξεδιάντροπα επί χρόνια παρουσιάζοντας τον Ανδρέα ως ημίθεο και το ΠΑΣΟΚ ως ό,τι καλύτερο είχε παρουσιαστεί πολιτικά στον πλανήτη μετά τη δημοκρατία του Περικλέους, είτε τους κορόιδευαν ξεδιάντροπα τώρα, παρουσιάζοντας τον έναν ως ξεμωραμένο φαύλο και το άλλο ως εσμό άπληστων επίορκων. Σε κάθε περίπτωση, ότι τους κορόιδευαν ξεδιάντροπα ή τότε ή τώρα, ήταν αδιαμφισβήτητο γεγονός και ως τέτοιο, κάθισε στο στομάχι βαρύ βαρύ και δεν έφυγε ποτέ από εκεί.
Θέλω με όλα τα πιο πάνω να πω ότι, ακόμη και μια ημέρα μπορεί να αλλάξει την ιστορία και να σφραγίσει τη μοίρα έως και όσων αισθάνονταν ή και ήταν κραταιοί και ακλόνητοι. Και ότι έτσι, δυστυχώς, οι θλιβερές, ντροπιαστικές μέρες που περνάει ο Παναθηναϊκός από τον Σεπτέμβρη και δώθε, θα πρέπει να σταθεί πολύ τυχερός για να μην τον τρώσουν βαριά και ανεπανόρθωτα για πάρα πολλά χρόνια ακόμη (ή ίσως και για πάντα).
Ποδοσφαιρικά, αυτό που συμβαίνει στον Παναθηναϊκό, βλέπετε, είναι αντίστοιχο με ό,τι συνέβη στις εφημερίδες το 1989, όταν, πρακτικώς από τη μια μέρα στην άλλη, παρουσίασαν τέτοια οβιδιακή μεταμόρφωση. Δεν είναι μόνον ότι χάνει παίκτες. Δεν είναι μόνον ότι συμβιβάζεται (αδιαμαρτύρητα κιόλας, στην πράξη) με στόχους αντίστοιχους μ’ αυτούς μικρομεσαίων ομάδων. Δεν είναι μόνο ότι απογοητεύει τον κόσμο του και μέρα με τη μέρα τον απομακρύνει από κοντά του.
Πάνω απ’ όλα είναι ότι ευτελίζει το όνομά του και κηλιδώνει την ιστορία του στο πεπερασμένο σύμπαν του ελληνικού και διεθνούς ποδοσφαίρου. Γίνεται μνημείο αναξιοπιστίας για παίκτες, μάνατζερ και άλλους συλλόγους, εγχώριους και ξένους. Ομάδα τσίπικη και αλλοπρόσαλλη, που δεν πληρώνει, που δε συναλλάσσεται σωστά, που αλλάζει τους κανόνες στο μέσον του παιχνιδιού, που δε μπορείς να της έχεις εμπιστοσύνη, σε κανένα επίπεδο.
Γίνεται ομάδα χωρίς «κούτελο» στην αγορά κι αυτό συμβαίνει, όπως τόνισα και πιο πάνω, σ’ ένα «σύμπαν» που δυστυχώς είναι πεπερασμένο και εντός του οποίου όλα μαθαίνονται και όλα αφήνουν μιαν εντύπωση που, συνήθως –και δικαίως ή αδίκως- διαρκεί για πολύ περισσότερο καιρό αφότου έχει δημιουργηθεί.
Δεν ξέρω αν αύριο μεθαύριο θα βρεθεί «σωτήρας» που με κάποιο τρόπο θα επαναφέρει τους «πράσινους» στην κανονικότητά τους, μιας μεγάλης ομάδας. Εάν βρεθεί, μπορεί στο εσωτερικό να μπορέσει να αποκαταστήσει αυτή την επονείδιστη εικόνα ίσως και σχετικώς εύκολα. Αλλά σε διεθνές επίπεδο το στίγμα που αφήνει η σημερινή κατάσταση στο σώμα ενός συλλόγου 110 ετών, με μοναδικό για ελληνική ομάδα ευρωπαϊκό προφίλ, θα είναι πολύ πιο δύσκολο να σβηστεί. Και θα απαιτήσει πολύ κόπο, προσπάθεια και υπομονή… Είναι κρίμα, όσο είναι και ντροπή…