Δεν υπάρχει τρανταχτό παράδειγμα που να δικαιώνει τις επιλογές του Άρνεσεν κι έτσι να μην ήταν όμως, στο βασικό και ουσιώδες κομμάτι των αρμοδιοτήτων του, απέτυχε παταγωδώς.
Με αφορμή την πώληση του Τσιμιροτ, άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους κάποιοι αν όχι νοσταλγοί, σίγουρα θαυμαστές του Φρανκ Άρνεσεν, δεδομένου πως ο Βόσνιος αποτέλεσε μια από τις επιλογές του Δανού που η αλήθεια είναι πως τον έβγαλαν ασπροπρόσωπο. Ο Τσίμιροτ όντως συγκέντρωσε όλο το πακέτο αυτού που ονομάζουμε «πετυχημένο πέρασμα» από σύλλογο και καλός ποδοσφαιριστής αποδείχτηκε και βοήθησε την ομάδα και χρήματα προσέφερε στο ταμείο της.
Ήταν όμως η εξαίρεση στον κανόνα και εξαίρεση με αστερίσκο μάλιστα, που θα εξηγήσω στη συνέχεια. Ως προς τα αποθεωτικά σχόλια για τη μετά θάνατον… δικαίωση του Άρνεσεν την οποία επικαλέστηκε εμμέσως και ο ίδιος δηλώνοντας πρόσφατα σε ραδιοφωνικό σταθμό, «ρωτήστε τον Σαββίδη να σας πει αν ήταν πετυχημένο ή όχι το πέρασμα μου από τον ΠΑΟΚ», να επισημάνω τα εξής απλά :
Ο ΠΑΟΚ, όπως και κάθε άλλη εταιρία που συμμετέχει στο πρωτάθλημα, είναι μεν ΑΕ σημαντικό ρόλο στη λειτουργία της οποίας παίζουν τα κέρδη και οι ζημιές εννοείται, πίσω από το ΑΕ ωστόσο προηγείται ένα Π, που περιγράφει το ζουμί της υπόθεσης.
Ο Άρνεσεν ήρθε στην Τούμπα μετά βαΐων και κλάδων για να φτιάξει ως αθλητικός διευθυντής έναν καλύτερο ΠΑΟΚ από εκείνον που βρήκε, αναλαμβάνοντας επ’ ώμου κι εν λευκώ τον αγωνιστικό σχεδιασμό και τη λειτουργία της ομάδας , γι’ αυτό χρυσοπληρώθηκε από τον Σαββίδη. Δεν προσελήφθη ούτε ως λογιστής, ούτε για υπεύθυνος εταιρικής ανάπτυξης ή διευθυντής μάρκετινγκ, προκειμένου να αυξήσει τα έσοδα της εταιρίας και να ισοσκελίσει τους αρνητικούς ισολογισμούς.
Εκείνο που γεμίζει τα ταμεία κάθε εταιρίας παραγωγής αθλητικού θεάματος όπως έχει αποδειχτεί στην πράξη είναι, η αγωνιστική άνοδος, οι διακρίσεις και οι επιτυχίες, Αυτά κόβουν περισσότερα εισιτήρια, άρα προσελκύουν χορηγίες, μαζί και οι επιτυχίες που προσφέρουν υπεραξία σε αθλητές, γιατί κακά τα ψέματα, αυτή είναι η βασική πηγή εσόδων στη φτωχή Ελλαδίτσα. Πακτωλούς χρημάτων από χορηγίες και εισιτήρια μπορείς να βρεις σε χώρες όπως η Γερμανία, η Αγγλία που το ποδόσφαιρο είναι βιομηχανία, οι προδιαγραφές του Ελληνικού ποδοσφαίρου παραπέμπουν σε βιοτεχνία.
Το χοντρό πακέτο λοιπόν μπορεί να έρθει είτε μέσω συμμετοχής στου ομίλους του C.L, είτε μέσω μιας καλής Ευρωπαϊκής πορείας έστω και στο Europa, γιατί μόνο η παρουσία σε διεθνή σαλόνια μπορεί να εκτοξεύσει την αξία ενός αθλητή. Αυτό που κάνει ο Ολυμπιακός και με επιτυχία είναι η αλήθεια, δεν καταφέρνει να πουλά επειδή ο τάδε παίκτης ήταν καλός και κέρδισε μόνος του το Λεβαδειακό.
«Who is Levadeiakos» θα ρωτούσε ο ατζέντης που θα μεσολαβούσε για κάποια προσοδοφόρα εμπορική πράξη. Κατά μια έννοια λοιπόν αυτά είναι αλληλένδετα, οι αγωνιστικές επιτυχίες φέρνουν και χρήματα, ο μαρασμός όχι.
Ο ΠΑΟΚ που έχτισε ο Άρνεσεν όχι μόνο δεν κατάφερε να συμμετέχει στο C.L., αλλά σε περίπτωση που δε γινόταν η κομβική αλλαγή στον πάγκο με την απομάκρυνση του αγαπημένου του mr Frank, Ιγκόρ Τούντορ, για να έρθει ο Ίβιτς, κινδύνευε σοβαρά να μείνει κι εκτός πλέι οφ άρα να χάσει και το Europa.
Για την ιστορία θυμίζω, πως το τελευταίο παιγνίδι του Κροάτη ήταν στην Κομοτηνή, όπου κατάφερε να χάσει από τον υποβιβασμένο Πανθρακικό και μάλιστα με ανατροπή. Όταν είχε κληθεί για εξηγήσεις μάλιστα ισχυρίστηκε πως «δεν έχει το κατάλληλο υλικό», αυτό το υλικό δηλαδή για το οποίο πρέπει να μακαρίζουμε τον Άρνεσεν. Κι επαναλαμβάνω πως οι εξηγήσεις δεν αφορούσαν ήττα από τον Ολυμπιακό, ή τον Παναθηναϊκό έστω, αλλά από ομάδα που είχε ήδη βαρέσει διάλυση.
Για να μην χαλάσω το χατίρι κανενός όμως να πάω και στις πωλήσεις, άρα και στα έσοδα που γέννησε η παρουσία του Δανού, γιατί η στυγνή παράθεση αριθμών δε λέει τίποτα, αν δεν εξετάσουμε όλες τις παραμέτρους. Ο Ροντρίγκεζ ήρθε με 250 χιλ και πουλήθηκε 3.5 εκ κάτι που εκ πρώτης όψεως τον καθιστά ως τον ορισμό της πετυχημένης επιλογής.
Έτσι είναι, μόνο που την υπεραξία του ο παίκτης την απέκτησε την επόμενη χρονιά με τον Ίβιτς, εκεί απογειώθηκε ποδοσφαιρικά, την περίοδο Άρνεσεν η μόνιμη επωδός όποτε γινόταν αναφορά στο όνομά του ήταν το κλασικό «κερνάω το ταξί να τον πάμε στο αεροδρόμιο» .
Αν συνέχιζε στον ΠΑΟΚ του Τούντορ στον οποίον ο Άρνεσεν επέμενε σε σημείο παρεξήγησης, το πιθανότερο θα ήταν να παζαρεύαμε τον Ροντρίγκεζ για δανεισμό στη Δόξα Δράμας, με τους Δραμινούς να είναι επιφυλακτικοί.
Ο Όλσεν πουλήθηκε όσο αγοράστηκε, το «δεν είχαμε χασούρα όμως» δεν αρκεί για να εξευμενίσει τα πάντα. Το «αγόρασα αυτοκίνητο 10 χιλ μου βγήκε προβληματικό αλλά ευτυχώς το πούλησα στην ίδια τιμή και πήρα τα λεφτά μου πίσω» είναι η μία όψη του νομίσματος, γιατί απλά εξ’ αιτίας της αποτυχημένης επιλογής ξεκίνησα για διακοπές κι έζησα τον εφιάλτη στο δρόμο με τις λεύκες επειδή χάλασε η μηχανή και επέστρεψα με την οδική βοήθεια, πιο απλά αντί για ξεκούραση τα νεύρα μου έγιναν δαντέλα. Κι άλλες τρεις φορές με άφησε και άργησα να πάω στη δουλειά. Άρα το πήρα τα λεφτά μου πίσω, δε διαγράφει τα προβλήματα που μεσολάβησαν. υπάρχουν κι άλλες παράμετροι που επειδή δεν αποτυπώνονται με αριθμούς δε σημαίνει πως δεν προσμετρώνται στα αρνητικά.
Παρεμπιπτόντως ο Όλσεν είναι καλός τερματοφύλακας στον ΠΑΟΚ όμως δεν έπιασε, τους λόγους που σε κάθε του έξοδο λέγαμε το Πάτερ ημών στην κερκίδα, ας τους εξηγήσει εκείνος που τον έφερε.
Ο Λούκας από την άλλη που όντως γέμισε με χρυσάφι τα ταμεία της ΠΑΕ, δεν έχει καμία απολύτως σχέση με την εποχή Άρνεσεν, ο τελευταίος τον βρήκε στον ΠΑΟΚ κι ο εκλεκτός του προπονητής μάλιστα τον είχε στα καψόνια, μέχρι που ο Ισπανός ζήτησε να φύγει. Την υπεραξία του την απέκτησε στη Λα Κορούνια όχι στον ΠΑΟΚ, όσο για το ποσό που καρπώθηκε η ομάδα σιγά τα ωά κι από το τελευταίο χωρίο να αγοράσεις ποδοσφαιριστή σήμερα, θα δώσεις υποχρεωτικά ρήτρα μεταπώλησης.
Όσο για τον Τσίμιροτ, δεν ανακάλυψε δα και την Αμερική, ο ποδοσφαιριστής είχε καλό όνομα στην πατρίδα του ήταν διεθνής και για εκείνους που δεν το γνωρίζουν, τον παίκτη είχε εντοπίσει πρώτος ο Γιώργος Παράσχος έπειτα από αναμετρήσεις του Ατρόμητου με τη Σαράγιεβο, το 2014, απλώς το 1εκ που ζητούσε τότε η ομάδα του για να τον παραχωρήσει, ήταν απαγορευτικό για το βαλάντιο του Σπανού.
Με εξαίρεση ίσως το Μακ που όπως και ο Λούκας δεν ήρθε επί Άρνεσεν αλλά προϋπήρχε στον ΠΑΟΚ, δεν υπάρχει τρανταχτό παράδειγμα που να δικαιώνει τις επιλογές του τότε αθλητικού διευθυντή κι έτσι να μην ήταν όμως η ουσία είναι πως στο βασικό και ουσιώδες κομμάτι των αρμοδιοτήτων του, ο Άρνεσεν απέτυχε παταγωδώς.
Δε στέκει από καμία άποψη να μετράς τα χρήματα των πωλήσεων λες και ο ΠΑΟΚ είναι ακαδημία ανάδειξης ταλέντων. Αν πάλι βολεύει η αποσπασματική επικέντρωση μόνο στο λογιστικό κομμάτι θεωρώντας κατόρθωμα πως ο ΠΑΟΚ πούλησε τον Τσίμιροτ 1.2 πιο ακριβά απ’ ότι τον αγόρασε, θυμίζω ενδεικτικά πως το κέρδος δεν καλύπτει το 1.3 που ξοδεύτηκε για τον Λέοβατς και πως αν δίπλα σε αυτόν προσθέσουμε και τα πεταμένα χρήματα για κάτι Σάμπο, Ζάιρο και Αντονις, θα βγει η Γκοτζάρεβα και θα μας κυνηγάει με το σκουπόξυλο…