Δεν είναι νορμάλ για μια ελληνική ομάδα να φέρνει στην Ελλάδα περιπτώσεις «Ρούμπεν Βινάγκρε». Αλλά ο Ολυμπιακός δεν είναι πια «ελληνική ομάδα». Είναι ευρωπαϊκό κλαμπ, μέλος της ευρωπαϊκής ελίτ.
Οι μεταγραφές είναι μια περίπλοκη διαδικασία. Και για αυτό έχουν ξεχωριστή ομορφιά. Αλλά και πολλές δυσκολίες, ανακατατάξεις και ανατροπές που δεν μπορείς να προβλέψεις. Επίσης, έχουν αντικειμενικές δυσκολίες και ανυπέρβλητα εμπόδια. Που για να τα ξεπεράσεις, θα πρέπει να έχεις την ικανότητα, την εμπειρία, την αξιοπιστία ως σύλλογος, τη δύναμη, αλλά και τις σωστές επαφές. Ειδάλλως, δεν μπορείς να κάνεις τη διαφορά. Δεν μπορείς να προκαλέσεις αίσθηση. Διότι μεταγραφές κάνουν όλοι. Μεταγραφές όπως του Ρούμπεν Βινάγκρε, του Γιαν Εμβιλά, του Μπρούμα κλπ, κάνει μόνο ο Ολυμπιακός στην Ελλάδα.
Ο,τι έχει καταφέρει όλα αυτά τα χρόνια ο Βαγγέλης Μαρινάκης δεν είναι νορμάλ για τα ελληνικά δεδομένα. Δεν είναι νορμάλ μία ελληνική ομάδα να βρίσκεται στο ίδιο μεταγραφικό τραπέζι με ομάδες της Premier League, της La Liga, της Ligue 1, της Serie A, της Bundesliga. Δεν είναι νορμάλ να αποκτά ως ελεύθερους ποδοσφαιριστές όπως ο Εμβιλά, όταν η ομάδα του ζητάει λεφτά για να τον παραχωρήσει. Δεν είναι νορμάλ να έχει αυτή την εσωτερική πληροφορία, αλλά και την ικανότητα/δυνατότητα/δύναμη να πείσει έναν τέτοιο ποδοσφαιριστή να συνεχίσει την καριέρα του στην Ελλάδα.
Δεν είναι νορμάλ να κάθεσαι στο ίδιο τραπέζι με τον Ζόρζε Μέντες και να ολοκληρώνεις απίθανα deals, όπως ο Ντάνειλ Ποντένσε, ο Ζοσέ Σα και τώρα το πιο δύσκολο και περίπλοκο από όλο: Ο Ρούμπεν Βινάγκρε. Πώς γίνεται μία ελληνική ομάδα να πείσει έναν τέτοιο ποδοσφαιριστή, του οποίου το όνομα έχει μπει στην ίδια πρόταση με ομάδες όπως ο Μπαρτσελόνα, η Λίβερπουλ, η Νάπολι, να την επιλέγει για επόμενο σταθμό της καριέρας του. Όχι, δεν είναι νορμάλ. Ούτε απλό. Ούτε εύκολο. Ούτε… τσάμπα.
Ο Ολυμπιακός από τα πρώτα χρόνια της εποχής Μαρινάκη, άλλαξε τρόπο δουλειάς και προσέγγισης στα πράγματα. Εγινε εξωστρεφής ευρωπαϊκά. Επένδυσε στις διεθνείς επαφές του. Επένδυσε στο να γίνει μέλος της ευρωπαϊκής ελίτ. Βρήκε τον τρόπο να μπει ανάμεσα στους μεγάλους, στα θηρία της Ευρώπης και να λογίζεται ως ισάξιος συνομιλητής. Επένδυσε στο γεγονός ότι είναι η 7η ομάδα σε συμμετοχές στους ομίλους του Champions League. Επένδυσε στο πραγματικό ποδόσφαιρο, αλλά και έκανε φίλους του τους ανθρώπους που κινούν τα διεθνή νήματα.
Η σχέση του Ολυμπιακού και προσωπικά του Βαγγέλη Μαρινάκη με τον Ζόρζε Μέντες έφερε στον Πειραιά τον Ρούμπεν Βινάγκρε. Στα 21 του. Με 70 ματς στην Αγγλία. Διεθνή με την Εθνική Πορτογαλίας! Όπως έφερε και τον Ποντένσε με τον Σα. Όπως θα φέρει κι άλλους. Όχι μόνο γιατί ο ηγέτης των νταμπλούχων Ελλάδος έχει την ικανότητα και τον τρόπο να πείσει τον κορυφαίο ατζέντη του πλανήτη. Αλλά γιατί ο Ολυμπιακός έχει δομηθεί με τέτοιον τρόπο, που πλέον δεν λογίζεται ως ελληνική ομάδα. Αλλά ως ένα μεγάλο ευρωπαϊκό κλαμπ. Ως ένας σύλλογος που πουλάει ποδοσφαιριστές στη Λίβερπουλ, τη Γουλβς, που απορρίπτει προτάσεις δεκάδων εκατομμυρίων για τους παίκτες του από την Μπενφίκα, τη Μίλαν, την Ιντερ, τη Φιορεντίνα, τη Νις, τη Ρεν κα.
Ως ένας σύλλογος που παράγει ποδοσφαιριστές για το κορυφαίο επίπεδο. Τους εξελίσσει, τους βελτιώνει, εκτοξεύει την υπεραξία τους. Και όταν έρθει η ώρα τους αφήνει να πετάξουν. Τους δίνει την ευκαιρία να παίξουν στο κορυφαίο επίπεδο. Τους κάνει… Τσιμίκα. Τους κάνει Μιλιβόγεβιτς, Μασουακού, Ποντένσε. Διότι με αυτόν τον τρόπο έρχονται και οι επόμενοι. Εάν δεν υπήρχε αυτή η διαδικασία δεν θα ερχόταν ποτέ ο Ρούμπεν Βινάγκρε. Οσο καλές σχέσεις κι αν υπάρχουν με τον σούπερ ατζέντη του.
Ο Μαρινάκης δεν επένδυσε απλά στις σχέσεις του Ολυμπιακού με τους κορυφαίους. Πρώτα έφτιαξε μια ομάδα που να είναι αντάξια της ελίτ, σε όλα τα επίπεδα (διοικητικά, εταιρικά, οικονομικά, από άποψη υποδομών κλπ) και στη συνέχεια άνοιξε την πόρτα σε όλους για να δουν τι κάνει ο Ολυμπιακός. Και ώθησε τους κορυφαίους να θέλουν να συνεργαστούν μαζί του. Και αυτό είναι το μεγαλύτερο επίτευγμα. Να θέλει η ελίτ να «παίζει μπάλα» μαζί σου, με μια ομάδα από την Ελλάδα…