Εζησε μια ζωή όπως την ήθελε, προνόμιο σπάνιο για τους περισσότερους ανθρώπους. Εζησε μια θρυλική ζωή κι έγινε Θρύλος ο ίδιος.
Βρισκόμαστε στα τέλη της δεκαετίας του εξήντα, ίσως, αρχές του εβδομήντα. Οι απόφοιτοι του κολεγίου Αθηνών, γεννημένοι λίγο πριν και λίγο μετά το 1940 μαζεύονται στο ξερό γήπεδο του κολλεγίου και παίζουν ποδόσφαιρο. Ανάμεσά τους κι ένας γεροδεμένος τριανταπεντάρης που παίζει σέντερ φορ. Φωνάζει, χειρονομεί, ζητεί επιτακτικά να του δώσουν την μπάλα κι είναι έτοιμος να πάρει φωτιά γιατί ο… διαιτητής δεν σφυρίζει τα φάουλ που του κάνουν. Γενικά, δεν εννοεί να φύγει ηττημένος από το γήπεδο. Ο ευκατάστατος τριανταπεντάρης διατηρεί μεγάλο φαρμακείο στο Σύνταγμα. Παίζει σέντερ φορ αλλά δεν είναι. Είναι ένας από τους μεγαλύτερους τερματοφύλακες όλων των εποχών στο ελληνικό ποδόσφαιρο…
Ο Σάββας Θεοδωρίδης άφησε τα γάντια του πριν να κλείσει καλά καλά τα είκοσι εφτά χρόνια του. Εκτοτε προτιμούσε να βάζει γκολ παρά να αποτρέπει εκείνους που επιχειρούν να βάλουν. Με το πάθος που έπαιζε όταν ήταν κάτω από τα δοκάρια του Ολυμπιακού με το ίδιο έπαιζε και ως σέντερ φορ. Στη ζωή του όλα τα έκανε με πάθος ο κύριος Σάββας. Ηταν τέτοιο το πάθος του νεαρού από τους Αμπελόκηπους, που έφτασε να πληρώσει από την τσέπη της η οικογένειά του για να παίξει στον Ολυμπιακό κι όχι στον Παναθηναϊκό που τον πλήρωναν για να παίξει με την πράσινη φανέλα. Το πάθος για τον Ολυμπιακό ήταν το σήμα κατατεθέν της ζωής του Σάββα Θεοδωρίδη. Του ευκατάστατου γόνου αστικής οικογένειας που… απαρνήθηκε την ταξική του καταγωγή και πήγε να παίξει μπάλα στην ομάδα του λαού, των λιμενεργατών και των προσφύγων που συνέρρεαν στον Πειραιά και διαμόρφωναν μια νέα κοινωνική πραγματικότητα…
Ο Σάββας που δεν έπαιρνε το αυτοκίνητό του να πάει για προπόνηση και πήγαινε με το λεωφορείο για να μην ξεχωρίζει από τους υπόλοιπους. Ο Σάββας που όταν τύχαινε κι έπαιρναν ένα γλίσχρο μισθό από τον Ολυμπιακό, αυτός έστεκε και τον μοίραζε στους πιο φτωχούς από τους συμπαίκτες του. Ξέρω, πολλοί θα θυμούνται τον Σάββα Θεοδωρίδη από τους τηλεοπτικούς μονολόγους του, τις κορώνες και τις όποιες υπερβολές του. Δεν είναι όμως αυτή η μόνη εικόνα που αντιπροσωπεύει τον εκλιπόντα. Το ξέρουν αυτό και το εκτιμούν όσοι τον είδαν -μετά τον σπουδαίο τελικό του κυπέλου με τα δεκάδες πέναλτι- να ζητεί από τους παίκτες του Ολυμπιακού να μην πανηγυρίζουν μπροστά στους οπαδούς της χαμένης ΑΕΚ. Το ξέρουν όσοι τον θυμούνται να ζητά επιτακτικά να μην ακούγονται συνθήματα με υβριστικό περιεχόμενο από τους οπαδούς του Ολυμπιακού…
Κι εγώ ξέρω ότι πριν από περίπου ένα χρόνο μιλούσα στο ραδιόφωνο με ένα συγκινημένο άνθρωπο επειδή στη Μίλαν θυμήθηκαν την ενυπωσιακή εμφάνισή του το 1959 κόντρα στην ομάδα τους και τον τίμησαν για αυτό. Κι ο Σάββας συγκινημένος καμάρωνε και θυμόταν. Θυμόταν και (μου) εξιστορούσε τα όσα θαυμαστά είχε κάνει στο παιχνίδι αυτό και ευχαριστούσε θερμά τους ιθύνοντες της Μίλαν για την τιμή που του έκαναν. Εζησε μια ζωή όπως την ήθελε, προνόμιο σπάνιο για τους περισσότερους ανθρώπους. Εζησε μια θρυλική ζωή κι έγινε θρύλος ο ίδιος. Κι ο Θρύλος του θα φουντώνει τώρα που ξεκίνησε για το μεγάλο ταξίδι…