Τα πεπραγμένα των Charlotte Bobcats της σεζόν 2011-2012.
Η ιστορία μας ξεκινάει τον Απρίλιο του μακρινού 2012. Σε ένα εντός έδρας παιχνίδι κόντρα στους Memphis Grizzlies, ο Center των Charlotte Bobcats που άκουγε στο όνομα Bismack Biyombo έκοψε εντυπωσιακά μια προσπάθεια του Rudy Gay κοντά στο καλάθι. Εκστασιασμένος φώναξε στον αντίπαλο του: «This is my house!» (αυτό είναι το σπίτι μου). Ο Gay ατάραχος του απάντησε: « φίλε έχετε μόλις επτά νίκες. Αυτό είναι το σπίτι όλων μας».
Όπως καταλάβατε στο σημερινό κείμενο θα μιλήσουμε για τους Charlotte Bobcats της σεζόν 2011-12, οι οποίοι κατέχουν μέχρι και τώρα το ιδιαίτερο ρεκόρ της χειρότερης ομάδας στα χρονικά του ΝΒΑ. Στην παράξενη και μικρότερη εκείνη χρονιά εξαιτίας του περίφημου lockout, κατάφεραν (γιατί περί κατορθώματος πρόκειται) να κερδίσουν επτά ολόκληρους αγώνες, καταγράφοντας το φτωχό 10,7% σε ποσοστό νικών. Με την συγκεκριμένη επίδοση «ξεπέρασαν», έστω και οριακά τους Philadelphia 76ers του 1973 (ποσοστό νικών 11%).
Ρίχνοντας μια ματιά στο ρόστερ τους, είναι εύκολο να διαπιστώσει κανείς τους λόγους της παταγώδους αποτυχίας τους. Ο σύλλογος διέθετε μια μίξη από νεαρούς αλλά και βετεράνους παίκτες, οι οποίοι όπως αποδείχτηκε ήταν ανέτοιμοι για το υψηλό επίπεδο της αμερικάνικης λίγκας. Οι περισσότεροι αδυνατούσαν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του παιχνιδιού και δεν είναι τυχαίο, ότι σχεδόν κανένας δεν κατόρθωσε να καθιερωθεί τα επόμενα χρόνια στο ΝΒΑ. Η συντριπτική τους πλειοψηφία «ξεχάστηκε», στο πέρασμα των ετών. Οι μοναδικές εξαιρέσεις του παραπάνω επώδυνου κανόνα, ήταν η τριάδα Boris Diaw/Bismack Biyombo/Kemba Walker. Ας βάλουμε μαζί τους και τον φιλότιμο DJ Augustin, για να συμπληρωθεί η μαγική τετράδα.
Οι Bobcats λοιπόν διέθεταν με διαφορά την χειρότερη επίθεση του πρωταθλήματος – σκόραραν μόλις 95,2 πόντους ανά 100 κατοχές, σε μια περίοδο που κανένας άλλος οργανισμός δεν πετύχαινε λιγότερους από 100. Επιπλέον μπορούσαν να περηφανεύονται για δύο ακόμα πρωτιές. Αποτελούσαν την μοναδική ομάδα που σούταρε με κάτω από 30% στα σουτ τριών πόντων (29% για την ακρίβεια), ενώ ταυτόχρονα έπαιζαν και την πιο αναποτελεσματική άμυνα της λίγκας – δεχόντουσαν 110,4 πόντους ανά 100 κατοχές. Από όπου και αν το πιάσουμε, το πράγμα «βρωμάει». Το καλύτερο από όλα, το αφήσαμε φυσικά για το τέλος. Μετά την διακοπή για το All Star game, ο σύλλογος έκλεισε τη σεζόν με ένα σερί 23 συνεχόμενων ηττών – την τρίτη χειρότερη σχετική επίδοση, στην ιστορία του αθλήματος.
Ο αρχιτέκτονας του εν λόγω εκτρώματος δεν ήταν άλλος από τον σπουδαίο Michael Jordan, στα πρώτα του τότε βήματα ως General Manager ενός franchise του ΝΒΑ. Ο Jordan δέχθηκε σκληρή και μεταξύ μας δικαιολογημένη κριτική για ορισμένες κινήσεις του, όπως η επιλογή του να διαλέξει τον Adam Morrison στο νούμερο #3 το 2006 και η απόφαση του, να ανταλλάξει ένα pick πρώτου γύρου για τον Tyrus Thomas, ο οποίος ουσιαστικά δεν προσέφερε τίποτα στην ομάδα. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην τελευταία αναμέτρηση της χρονιάς κόντρα στους Knicks, οι φίλαθλοι του συλλόγου τον γιούχαραν εν χορώ, προφανώς αγανακτισμένη από την εικόνα που παρουσίαζαν οι παίκτες στο γήπεδο. Στις μέρες μας η κατάσταση είναι σαφώς βελτιωμένη, όμως παρόλα αυτά οι τωρινοί Charlotte Hornets ακόμα δυσκολεύονται αρκετά να εξασφαλίσουν την συμμετοχή τους στα playoffs. Για τίτλο φυσικά ούτε λόγος.