Οι περιπτώσεις των παικτών του NBA που μετέτρεψαν τα μειονεκτήματά τους σε πλεονεκτήματα τα οποία τους έφεραν στην κορυφή.
Οι αθλητές κορυφαίου επιπέδου συνήθως καλούνται να αλλάξουν το στυλ παιχνιδιού τους παραλείποντας τις φαντεζί ενέργειες. Υπήρχαν όμως, κι ευτυχώς συνεχίζουν να υπάρχουν ακόμα, ορισμένοι που δεν υποτάχθηκαν ποτέ πλήρως, αλλά αντίθετα κατάφεραν να μετατρέψουν το ελεύθερο παιχνίδι σε τρομερό πλεονέκτημα. To10.gr θυμάται ορισμένες τέτοιες περιπτώσεις.
Ενίοτε συναντά κανείς παίκτες που το όνομα και το ανάστημά τους είναι μεγαλύτερο από το ύψος. Ο Άλεν Άιβερσον ίσως είναι η χαρακτηριστικότερη περίπτωση όλων.
Ο κοντοπίθαρος σουπερστάρ ήξερε ότι δεν ήταν πρώτο μπόι. Γι’ αυτό εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο άλλα χαρακτηριστικά του. Έχοντας εμπειρία κι από το Αμερικανικό ποδόσφαιρο είχε εξοικειωθεί από νωρίς με τις απότομες αλλαγές κατεύθυνσης, τις στροφές και περιστροφές του σώματος, την αστραπιαία μετάβαση από ηρεμία σε φουλ ταχύτητα, αλλά και το αντίστροφο με το ξαφνικό φρενάρισμα.
Με την μπάλα στα χέρια το μόνο που χρειαζόταν ήταν να σκεφτεί έναν τρόπο να ξεφεύγει από τα αντίπαλα μαρκαρίσματα. Ο επιθετικός πάντα έχει το πλεονέκτημα της σκέψης έναντι του αμυντικού του. Οπότε οποιαδήποτε ιδέα όσον αφορά το χειρισμό της πορτοκαλί θεάς, γινόταν άσσος στο μανίκι αυτού του μικρού μάγου. Οι αμυνόμενοι σιγά σιγά καταλάβαιναν ότι δεν έχουν τύχη μαζί του κι ότι θα απεμπλακεί από αυτούς, απλά δεν ήξεραν πότε ακριβώς. Κι αυτή η άγνοια της στιγμής ήταν διπλά σημαντική. Αφενός γιατί φόρτωνε το καλάθι με πόντους προκαλώντας την οργή των προπονητών τους κι αφετέρου γιατί το έκανε αφήνοντάς τους πολλές φορές να προσκυνούν το παρκέ. Εκείνος είναι η αιτία για πολλούς «σπασμένους» αστραγάλους, nutmegs, απίθανα υπόγεια lay ups και circus shots.
Υπήρχαν στιγμές που το γήπεδο έμοιαζε με ένα μεγάλο πάρκο με εκείνον να δίνει ονειρικά στιγμιότυπα, σε γενναίες μάλιστα δόσεις.
Όλα αυτά τα στοιχεία του παιχνιδιού του κέρδιζαν το κοινό αλλά εκνεύριζαν τον Λάρι Μπράουν που ήταν ο προπονητής των 76ers τον καιρό της δόξας του. Αργότερα κατάλαβε ότι ο Άλεν ήταν ιδιαίτερη περίπτωση. Αποφάσισε να του αφήσει περιθώριο ελευθερίας, βλέποντας ότι η επιθυμία για νίκες ήταν κοινή απλά υπήρχε διαφορετική αντίληψη του τρόπου υλοποίησής της.
Εξακολουθούσε βέβαια να δυσανασχετεί με τη ραθυμία του στις προπονήσεις. Ήξερε όμως πως σε κάθε αναμέτρηση έπαιζε σαν να είναι η τελευταία του.
Η Νέα Υόρκη χαρακτηρίζεται ως η Μέκκα του μπάσκετ. Τα παιδιά μαθαίνουν τα βασικά στα πάρκα στα ανοιχτά γηπεδάκια. Σε μια γειτονιά του Queens γεννήθηκε και μεγάλωσε ο Ράφερ Άλστον και το όνομά του προκάλεσε αίσθηση από μικρή ηλικία. Ένας «κοντορεβυθούλης» που έσπερνε τον τρόμο στα ανοιχτά γήπεδα και τα πάρκα.
Οι playmakers από το «Μεγάλο Μήλο» συνήθως υιοθετούν ένα ιδιαίτερο στυλ με έφεση στο χειρισμό της μπάλας, χορεύοντας μαζί της κι αδειάζοντας κάθε αντίπαλο. Ο Ράφερ ήταν ένας τέτοιος. Οι κινήσεις του και οι αποφάσεις που έπαιρνε με τη σπυριάρα, τον έκαναν αρχικά θρύλο στο Rucker Park, το ναό του streetball για την πόλη που δεν κοιμάται ποτέ. Κάθε μέρα έκανε και μια νέα κίνηση με αποτέλεσμα να συρρέει αδιάκοπα κόσμος να τον θαυμάζει. Το Rucker ήταν το μέρος όπου μεσουράνησαν κάποιοι από τους μεγαλύτερους μύθους του streetball όπως ο Ερλ «the GOAT» Μάνιγκαλτ κι ο Τζο Χάμοντ, οι οποίοι όμως δεν έπαιξαν στο NBA. Στη συνέχεια έγινε μέλος του AND1 Mixtape tour στα τέλη των 90’s. Μαζί με άλλους παίκτες όπως ο «Professor» κι ο Τρόϊ «Escalade» (αδερφός του Mark Jackson) μάγευε τα πλήθη σε διάφορα μέρη των Η.Π.Α.
Μπόρεσε να κάνει τη μετάβαση στον «μαγικό κόσμο» αλλά μόνο εύκολα δεν ήταν. Χρειάστηκε να περάσουν 5 χρόνια και να φτάσουμε στο 2004 για να κάνει ένα ξεπέταγμα στους Χιτ του Σταν Βαν Γκάντι. Την Ιθάκη του τη βρήκε στο Houston του έτερου Βαν Γκάντι, του Τζεφ. Μαζί με τους Τρέισι Μαγκρέιντι και Γιάο Μινγκ συνέθεσαν μια πολύ θεαματική τριάδα. Υπήρχαν φορές που έδειχνε τι μπορούσε να κάνει. Εκπληκτικές προσποιήσεις, πάσες πίσω από την πλάτη, ειδικά στον αιφνιδιασμό όποτε ακολουθούσαν συμπαίκτες. Και φυσικά ντρίπλες. Η καλύτερή του ήταν η λεγόμενη «Skip 2 My Lou». Περνούσε τη μπάλα κάτω από τα πόδια του και μόλις ο αντίπαλος επιχειρούσε να την κλέψει, την περνούσε πίσω από την πλάτη, πολλές φορές κάνοντας και περιστροφή, ξεφορτώνοντας έτσι τον αμυντικό. Ο Σάσα Βούγιασιτς δεν μπόρεσε να συγκρατήσει τα νεύρα του όταν έφαγε μια τέτοια με την αναμέτρηση να έχει κριθεί.
Μπορεί να μην κατέκτησε πρωτάθλημα αλλά ακόμα συζητιούνται οι σακούλες που μοίραζε. Όταν έπαιζε στο NBA όπως στα πάρκα δύσκολα τον αντιμετώπιζε ο οποιοσδήποτε. Το πιο σύνηθες ήταν να εκτεθεί και να μην ξέρει που πατάει και που βρίσκεται όποιος ήταν επιφορτισμένος με το δύσκολο έργο να τον περιορίσει.
Δε στρέφονται πάντα τα φώτα πάνω σου από την πρώτη στιγμή. Ο Τζα Μοράντ έπρεπε να παλέψει για να πάρει αυτό που του αξίζει. Στο λύκειο ήταν για καιρό 4η επιλογή της ομάδας του με πρώτο τον Ζάιον Γουίλιαμσον. Μέχρι και την τελευταία του χρονιά εκεί, δεν είχε καταταγεί σε λίστες με τους υποψήφιους για τα κολλέγια από το ESPN ή άλλα μέσα.
Πηγαίνοντας σε ένα τουρνουά τον ανακάλυψε τυχαία ο Τζέιμς Κέιν, βοηθός προπονητή στο Μάρεϊ Στέιτ. Στα λίγα λεπτά που τον είδε ήρθε σε επαφή με το πανεπιστήμιο και ο νεαρός βρήκε μια θέση εκεί. Στα 2 χρόνια που έμεινε εκεί έδειξε τι μπορεί να κάνει. Άπειρα highlights, πάσες, ντρίμπλες . Και δεν είναι ότι απλώς τα έκανε, αλλά ότι του έβγαιναν φυσικά. Σε κάθε φάση δεν ήξερες τι να περιμένεις. Ο Τζέι Μπάιλας αναφερόμενος σε αυτόν έχει πει χαρακτηριστικά: «δεν υπάρχουν πολλοί παίκτες που να μη μπορείς να πάρεις τα μάτια σου από πάνω τους». Και όντως μετά την εποχή Αίβερσον δεν υπάρχουν παίκτες που φέρνουν το κάτι δικό τους στο παιχνίδι.
Το «ηλεκτρικό» στυλ του φάνηκε από τη ρούκι του σεζόν στο NBA όπου κατάφερε να επιλεγεί 2ος αντί των προβλέψεων που τον ήθελαν 7ο και πάλεψε με τους Γκρίζλις ως το τέλος για τα πλέιοφς. Καλός με τη μπάλα στα χέρια, οξυδερκής, έχει ένα χαρακτηριστικό που σπάνια βρίσκεις, Την ώρα που εξελίσσεται η φάση, σχεδιάζει μια εικόνα του τι θα κάνει. Ζωγραφίζει δηλαδή στο νου του τους διαδρόμους για πάσα, ντρίμπλα, κάρφωμα αν έχει χώρο. Και σίγουρα δε φοβάται να τα βάλει με θηρία. Η απόπειρά του να κάνει πόστερ τον Κέβιν Λοβ, αν και απέτυχε, έχει γίνει ένα από τα θεαματικότερα κλικ της λίγκας.
Τέτοιοι παίκτες είναι αυτοί που βάζουν τον κόσμο στο γήπεδο, πρώτα για να τους δει και μετά να αγχωθεί για το αποτέλεσμα της εκάστοτε αναμέτρησης. Καταφέρνουν να κρατούν το όνομά τους πάντα επίκαιρο και ζωντανό, ακόμα και πολύ μετά το πέρας της καριέρας τους κι αυτό είναι κάτι που κατακτιέται δύσκολα. Θέλει χάρισμα αλλά και κότσια να αντισταθείς και να σπάσεις τα καλούπια.