Ποια απουσία, εφόσον οριστικά δεν παίξει ο Αμερικανός, επηρεάζει περισσότερο την ισορροπία του ζευγαριού Ρεάλ-Παναθηναϊκός. Ο «εγκέφαλος» της βασίλισσας και το «κλειδί» των ριμπάουντ για τους πράσινους.
Η πιο μεγάλη ώρα της σεζόν έφτασε πλέον για τον Παναθηναϊκό. Σε μερικές ώρες συγκρούεται με τη πανίσχυρη Βασίλισσα της Ευρώπης στο πρώτο παιχνίδι της μεταξύ τους σειράς, σε ένα ζευγάρωμα που μας θυμίζει αναπόφευκτα τα όσο εκτυλίχθηκαν την προηγούμενη χρονιά. Μπορεί τα ονόματα των δύο μονομάχων να είναι πρακτικά τα ίδια, όμως η κατάσταση φέτος είναι ολότελα διαφορετική.
Το Τριφύλλι διαθέτει πια την επώδυνη εμπειρία του περσινού αποκλεισμού, γνωρίζοντας καλά πως μια ενδεχόμενη νίκη στη Μαδρίτη δεν του εξασφαλίζει σχεδόν τίποτε αναφορικά με την πρόκριση. Επιπλέον ο ελληνικός σύλλογος έχει την πολυτέλεια του συγκριτικού πλεονεκτήματος που ακούει στο όνομα Rick Pitino.
Το μεγαλύτερο κέρδος της εν λόγω συνεργασίας, αποτελεί το γεγονός ότι ο ΑμερικοΙταλός coach έχει μεταδώσει σταδιακά στους παίκτες του, λίγη από την φλόγα της σπουδαίας προσωπικότητας του. Τον τελευταίο καιρό οι Πράσινοι δείχνουν να μην φοβούνται κυριολεκτικά κανέναν, καθώς έχουν διαμορφώσει εσωτερικά το κατάλληλο πνευματικό status που τους επιτρέπει να αισθάνονται ικανοί πως θα κερδίσουν τον οποιονδήποτε.
Πριν περάσουμε σε πιο ειδικά τακτικά στοιχεία, ας εξετάσουμε μαζί τη στατιστική απεικόνιση των δύο οργανισμών με τη βοήθεια των παρακάτω γραφημάτων.
ORtg: πόντοι που σκοράρει κάθε ομάδα ανά 100 κατοχές.
Drtg: πόντοι που δέχεται κάθε ομάδα ανά 100 κατοχές.
Net Rtg: η διαφορά άμυνας επίθεσης ανά 100 κατοχές.
Pace: ο συνολικός αριθμός των κατοχών στον οποίο αγωνίζεται ο καθένας.
Ass%: οι πόντοι που προέρχονται από assists, ως ποσοστό των συνολικών.
Σημείωση: η αναγωγή στις 100 κατοχές χρησιμοποιείται για να απεμπλακούμε από την έννοια του ρυθμού. Ένας σύλλογος που εκτελεί περισσότερες προσπάθειες, θα πετύχει παραπάνω πόντους συγκριτικά με έναν άλλο, υποθέτοντας ακριβώς τα ίδια ποσοστά.
Όπως παρατηρούμε από το γράφημα, αναφερόμαστε στις δύο πιο αποτελεσματικές άμυνες της διοργάνωσης με ελάχιστες διαφορές ανάμεσα τους. Η Ρεάλ στρογγυλοκάθεται στη πρώτη θέση της κατάταξης, ενώ ο Παναθηναϊκός στη τρίτη. Οι δύο μονομάχοι αγωνίζονται σε παρόμοιες κατοχές, παρόλα αυτά εδώ υπάρχει ένα σημείο που χρειάζεται προσοχή. Λόγω του πλούσιου ταλέντου τους οι Ισπανοί μπορούν να επιβιώσουν σε οποιοδήποτε ρυθμό παιχνιδιού, είτε αυτός είναι αργός είτε γρήγορος.
Αντίθετα οι Πράσινοι απεχθάνονται το μισό γήπεδο εξαιτίας της απουσίας αξιόπιστης περιφερειακής απειλής, προτιμώντας να αναπτύσσονται στο transition. Το συγκεκριμένο γεγονός υπογραμμίζεται και από τον δείκτη του Ass%. Οι Μαδριλένοι αντιπροσωπεύουν ένα σύνολο που σκοράρει περισσότερο με τη βοήθεια των assists – πράγμα που μεταφράζεται σε ένα ανώτερο επίπεδο συνεργασιών και μια πιο ομαλή λειτουργία μισού γηπέδου. Τέλος παρατηρούμε αρκετά μεγάλη απόκλιση στο περίφημο Net Rating, ένας δείκτης που αποτελεί παραδοσιακά μια εξαιρετική ένδειξη για τη δυναμικότητα κάθε οργανισμού.
Ας περάσουμε τώρα στην επίθεση. Οι Ισπανοί προηγούνται σταθερά, καθώς πετυχαίνουν 119,2 πόντους έναντι μόλις 111,3 του Τριφυλλιού. Πιο ειδικά:
Efg%: σταθμισμένη ευστοχία.
TS%: δείκτης ευστοχίας που συνυπολογίζει τους δυνητικούς πόντους που θα παραχθούν από κάθε είδος εκτέλεσης (δύο για το δίποντο, τρεις για το τρίποντο, ένας για τις ελεύθερες βολές).
PPS: πόντοι ανά σουτ. Ένα στατιστικό που καταγράφει την αποδοτικότητα της επίθεσης.
3pts Tried%: το ποσοστό των εκτελεσμένων σουτ τριών πόντων, ως ποσοστό των συνολικών προσπαθειών.
Σημείωση: χρησιμοποιούνται ποσοστά ώστε να βελτιωθεί η ακρίβεια των στατιστικών.
Όπως παρατηρούμε συναντάμε και εδώ διακυμάνσεις. Οι μπασκετμπολίστες του Πάμπλο Λάσο εμφανίζονται πιο εύστοχοι και δοκιμάζουν μεγαλύτερο αριθμό τριπόντων (43% των συνολικών προσπαθειών), τα οποία με τη σειρά τους δημιουργούν τους κατάλληλους χώρους ώστε να αναπτύξουν τις υπόλοιπες δράσεις της επίθεσης τους.
Επιπλέον οι 1,5 πόντοι που σκοράρουν ανά σουτ(PPS), μπορεί να μην φαίνονται σημαντικά περισσότεροι από τους αντίστοιχους 1,2 – που κινείται περίπου στο μέσο όρο της Ευρωλίγκας – όμως στη πραγματικότητα η διαφορά στην αποτελεσματικότητα είναι τεράστια.
Τέλος ας ρίξουμε και μια ματιά στα rebounds, καθώς αναμένουμε να επιτελέσουν αποφασιστικό ρόλο στην εξέλιξη των αναμετρήσεων.
Treb%: τα συνολικά rebound που κατεβάζει η κάθε ομάδα, ως ποσοστό των συνολικών διαθέσιμων.
Dreb%: τα συνολικά αμυντικά rebound που κατεβάζει η κάθε ομάδα, ως ποσοστό των συνολικών διαθέσιμων.
Oreb%: τα συνολικά επιθετικά rebound που κατεβάζει η κάθε ομάδα, ως ποσοστό των συνολικών διαθέσιμων.
Σημείωση: χρησιμοποιούνται ποσοστά για τον λόγο που περιγράψαμε νωρίτερα.
Η κατάσταση είναι παρόμοια με προηγουμένως. Οι Πράσινοι είναι οριακά καλύτεροι στο τομέα του επιθετικού rebound, όμως στις υπόλοιπες δύο κατηγορίες υπολείπονται αρκετά από τους αντιπάλους τους.
Υπό το πρίσμα της παρούσας ανάλυσης, γίνεται φανερό ότι η διαφαινόμενο απουσία του James Gist μεταφράζεται σε ανυπολόγιστο κόστος για τον Παναθηναϊκό. Ο Αμερικανός είναι ένας παίκτης που μπορεί να κοντράρει στα ίσια την πολυπρόσωπη γραμμή ψηλών της Ρεάλ, κερδίζοντας σταθερά μονομαχίες κάτω από τις δύο μπασκέτες. Η συνεισφορά του στις μάχες των αιθέρων, κρίνεται επίσης πολύτιμη.
Επιπρόσθετα ο Gist αποτελεί το βασικό πράσινο πυλώνα των διάσημων Pick n roll συνεργασιών που συνηθίζει να στήνει ο Νικ Καλάθης, ενώ πολύ συχνά ο Rick Pitino επιλέγει να ακουμπήσει επάνω του τη μπάλα στο Post, ώστε ο σύλλογος να επιτεθεί με την αγαπημένη του προσέγγιση από μέσα προς τα έξω. Τίποτα από όλα αυτά δεν ισχύει με αυτόν τραυματία.
Από την άλλη βέβαια, οι Μαδριλένοι θα στερηθούν τις υπηρεσίες του παικταρά Σέρχιο Γιούλ.
Ο Ισπανός guard αντιπροσωπεύει τον φυσικό ηγέτη της ομάδας και ταυτόχρονα, τον πιο ταλαντούχο αθλητή της. Καθοδηγεί με συνέπεια τους συμπαίκτες του εντός του παρκέ και όταν τα γάλατα σφίγγουν, αναλαμβάνει τις κρίσιμες αποφάσεις για λογαριασμό τους. Άπαντες αισθάνονται ασφάλεια δίπλα του.
Η ικανότητα του να συνδέεται άνετα με το καλάθι μέσω ενός κυριολεκτικά πλήρους επιθετικού ρεπερτορίου, αποτελεί ένα δυσεπίλυτο γρίφο για οποιαδήποτε άμυνα. Φέτος δεν υπάρχει κανένας Doncic για να πάρει τη θέση του. Το βάρος θα πέσει αναπόφευκτα στον εξαιρετικό Καμπάτσο. Μένει να δούμε, εάν θα κατορθώσει να ανταποκριθεί.