Το χρέος της Φενέρ και η δυσμενής οικονομικά πραγματικότητα της διοργάνωσης.
Πριν από μερικές ημέρες, ο ιδιοκτήτης της Φενέρ προέβη σε μια δήλωση, η οποία κατά την ταπεινή μου γνώμη θα έπρεπε να μας απασχολήσει σοβαρά. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του, το περσινό οικονομικό έτος για την ομάδα του έκλεισε με έλλειμμα 11 εκατομμύρια ευρώ – φέτος η κατάσταση μοιάζει ακόμα χειρότερη, καθώς μετά την αποχώρηση του ομίλου Dogus η ζημιά ανέρχεται στα 15 εκατομμύρια.
Εάν λάβουμε υπόψη μας τα οικονομικά στοιχεία που δημοσίευσε το περιοδικό Basket Le Mag σχετικά με τους προϋπολογισμούς των συλλόγων της Ευρωλίγκας, τότε θα καταλήξουμε σε ορισμένα ιδιαίτερα ανησυχητικά συμπεράσματα.
Από τον πίνακα προκύπτει ότι το έλλειμμα της Φενέρ αποτελεί περίπου το 50% του κόστους λειτουργίας της, που εκτιμάται στα 30 εκατομμύρια ευρώ (συμπεριλαμβάνεται φυσικά και η μισθολογική δαπάνη του αγωνιστικού τμήματος στα 18 εκατομμύρια). Για να ερμηνεύσουμε σωστά το εν λόγω γεγονός, πρέπει πρώτα να εξετάσουμε το γενικό οικονομικό πλαίσιο μέσα στο οποίο δραστηριοποιούνται οι ευρωπαϊκοί αθλητικοί οργανισμοί. Για τον σκοπό αυτό θα συμβουλευτούμε την συνέντευξη που είχε παραχωρήσει ο Jordi Bertomeu το μακρινό 2012 (παρατίθεται στο τέλος του κειμένου), στην οποία ανακοίνωσε με κάθε επισημότητα την υπαγωγή της διοργάνωσης στις ρυθμίσεις του περίφημου financial fair play.
Πριν συνεχίσουμε, ας προχωρήσουμε σε κάποιες απαραίτητες διευκρινήσεις. Καλώς ή κακώς ο επαγγελματικός αθλητισμός αντιπροσωπεύει μια βιομηχανία παραγωγής χρήματος. Με άλλα λόγια, παίζουμε μπάσκετ για να βγάλουμε λεφτά – ούτε για να διασκεδάσουμε, ούτε για να περάσουμε καλά. Υπό αυτό το πρίσμα οι διάφορες ομάδες αυτού του επιπέδου, αντιπροσωπεύουν κανονικότατες επιχειρηματικές οντότητες. Ως τέτοιες υπακούν στο αξίωμα του οικονομικού ορθολογισμού – μια έννοια που ορίζει πως κάθε δεδομένη στιγμή, τα άτομα ή οι επιχειρήσεις προσπαθούν διαρκώς να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους ή να ελαχιστοποιήσουν τις ζημίες τους. Υπάρχουν διάφορες εξαιρέσεις σε αυτό τον κανόνα, όμως δεν θα μας απασχολήσουν στο παρών κείμενο.
Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω πόσο ακριβής είναι η μετάφραση της συγκεκριμένης συνέντευξης. Εάν υποθέσουμε ότι όλα πήγαν καλά, τότε υπάρχουν δύο άξονες οι οποίοι σηκώνουν πολύ κουβέντα.
- Ο Bertomeu υποστηρίζει πως δεν τον απασχολούν τα έσοδα των συλλόγων, αλλά αντίθετα το κατά πόσο μετέχουν στην διοργάνωση οικονομικά υγιείς οργανισμοί. Βέβαια η λέξη «υγεία» είναι σχετική. Οι επιχειρήσεις σαφώς και δεν μπορούν να λειτουργούν μακροχρόνια με ζημίες – παρόλα αυτά η επιβίωση τους, καθορίζεται από το ποσοστό κέρδους που επιτυγχάνουν σε κάθε κύκλο εργασιών τους. Χωρίς κέρδος δεν υπάρχει λόγος να συντηρούνται στη ζωή, ακόμα και αν κατορθώνουν να καλύπτουν τα έξοδα τους. Η δήλωση – αν έχει αποδοθεί σωστά – είναι τουλάχιστον άστοχη.
- Ο Ισπανός αναφέρεται επίσης στην έννοια του break even point (ή αλλιώς νεκρό σημείο), προσθέτοντας ότι αποτελεί βασικό διακηρυκτικό στόχο της διοίκησης του. Το νεκρό σημείο περιγράφει την κατάσταση στον κύκλο εργασιών μας εταιρίας, στην οποία τα συνολικά έσοδα ισούνται με τα συνολικά κόστη (σταθερά + μεταβλητά). Δηλαδή ένας επενδυτής που χρηματοδοτεί μια ομάδα, δεν προσδοκά να του επιστραφούν κέρδη από αυτή τη διαδικασία. Απλώς σπαταλά λεφτά, για τη ψυχή της μάνας του. Όπως αντιλαμβάνεστε, χωρίς κέρδος δεν κάνουμε τίποτα.
Η πραγματικότητα είναι σαφώς διαφορετική. Στην πράξη οι εταιρίες μεγάλης κλίμακας λειτουργούν για ικανά χρονικά διαστήματα, υπό το βάρος δανεικών υποχρεώσεων σε τρίτους (συνήθως τράπεζες). Δανείζονται χρήματα για να προβούν σε επενδύσεις, οι οποίες εξασφαλίζουν την συνεχή τους ανάπτυξη. Τα λεφτά που επενδύονται παράγουν υπεραξία εντός του οικονομικού κυκλώματος και επιστρέφουν με τη μορφή κέρδους, το οποίο φτάνει (και περισσεύει) για να καλύψει το χρέος του δανείου.
Η λέξη «υγεία» είναι πολύ σχετική. Το πρόβλημα λοιπόν δεν είναι το υψηλό έλλειμμα της Φενέρ, αλλά η απουσία μιας ρεαλιστικής μεθόδου ώστε να καλυφθεί από τα έσοδα της επιχείρησης. Η απάντηση στο γρίφο, είναι τα πενιχρά έσοδα της Ευρωλίγκας.
Η πλάκα είναι, ότι στην Ευρώπη δεν χρειάζεται να τετραγωνίσουμε τον κύκλο. Υπάρχει έτοιμο ένα επιτυχημένο οικονομικό μοντέλο, που λειτουργεί για χρόνια με ελάχιστες απώλειες. Αναφέρομαι φυσικά στο ΝΒΑ. Το ευρωπαϊκό μπάσκετ είναι υποχρεωμένο να ακολουθήσει το αμερικανικό ρυθμιστικό πλαίσιο. Να αυξήσει τις ομάδες και τον αριθμό των παιχνιδιών. Να εγκαθιδρύσει το δίδυμο salary cup/luxury tax (για εκείνους που ξεπερνούν το όριο) και να αποσυνδέσει την διοργάνωση από τα εθνικά πρωταθλήματα, τα οποία μπορούν να μετασχηματιστούν σε αναπτυξιακές λίγκες. Να βρεθεί μια φόρμουλα για να γεφυρωθούν οι διαφορές στους φορολογικούς συντελεστές ανάμεσα στα κράτη.
Νομίζω πως είναι περιττό να επεκταθούμε παραπάνω. Η λύση (ή τουλάχιστον κομμάτι αυτής) βρίσκεται μπροστά στα μάτια μας. Μόνο έτσι θα διασφαλιστεί η οικονομική βιωσιμότητα των αθλητικών οργανισμών, σε βάθος χρόνου.
ΥΓ1. Το άρθρο γράφτηκε με αφορμή την εξαιρετική ανάλυση του Δημήτρη Χρυσάνθη στο basketa.gr
ΥΓ2. Η συνέντευξη του Bertomeu