Η οικονομική κατάσταση της Φενέρ στέλνει πανευρωπαϊκό μήνυμα ανησυχίας για το… τσουνάμι που έρχεται.
Κάποιοι δεν το διάβασαν, κάποιοι δεν ασχολήθηκαν, κάποιοι δεν κατάλαβαν, κάποιοι το υποτίμησαν. Η κραυγή αγωνίας του Αλί Κοτς, προέδρου της Φενέρμπαχτσε, ΔΕΝ μπορεί να μας αφήνει αδιάφορους. Πάνω από 600 εκατομμύρια τα χρέη της τουρκικής ομάδας, ο νέος πρόεδρος κατηγορεί τον προηγούμενο (δεν είναι μόνο ελληνικό -και δη πολιτικό- φαινόμενο), ζητώντας παράλληλα συγνώμη από τον Ομπράντοβιτς, γιατί δεν θα μπορέσει να του προσφέρει το μπάτζετ που του υποσχέθηκε.
Με μια πρώτη ανάγνωση θα λέγαμε «ένας αντίπαλος λιγότερος (μην υποτιμάτε τη δύναμη της Φενέρ, αλλά και τη στοχοπροσήλωση των Τούρκων -με κυβερνητική καθοδήγηση- να διαφημίσουν μέσω του αθλητισμού την… υπεροχή της χώρας τους) στον δρόμο για το φάιναλ φορ». Πάμε, όμως, να δούμε την ουσία του προβλήματος.
Αυτό το μοντέλο «επαγγελματικής ομάδας» έχει αποτύχει παταγωδώς. Ο αθλητισμός δεν είναι… κερδοφόρα επιχείρηση, άρα δεν μπορεί κανείς να την προσεγγίσει από τη σκοπιά του επενδυτή. Η επένδυση έχει ως προϋπόθεση την προσδοκία κέρδους, συνεπώς κανείς σοβαρός επενδυτής δεν βάζει χρήματα, γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι θα τα χάσει.
Είναι αυτονόητο πως υπάρχουν παράλληλα οφέλη, εξ ου και η ενασχόληση επιχειρηματιών με τα σπορ. Και δεν συντρέχουν λόγοι -για την οικονομία του χώρου- να τα αναφέρουμε. Αυτόνομα οι ομάδες (ΚΑΕ στην Ελλάδα) δεν μπορεί να είναι κερδοφόρες, οπότε πρέπει να αναζητήσουμε εκείνο το σημείο… χασούρας, που είναι αποδεκτό και συνάμα ασφαλές, ώστε να μην χρεοκοπήσει ο σύλλογος.
Κάθε ΚΑΕ πρέπει να προσεγγίσει διαφορετικά το ζήτημα, όλες όμως δεν μπορούν παρά να συμφωνήσουν ότι ζητείται νέο μοντέλο διοίκησης. Μείωση εξόδων, ορθολογισμός των μπάτζετ, αύξηση εσόδων (όσο αυτό είναι εφικτό) είναι οι πιο λογικές σκέψεις, που σίγουρα έχουν γίνει πριν από εμάς.
Σημαντικότερο όλων είναι η κατανόηση πως ο επαγγελματικός αθλητισμός δεν είναι πλειστηριακού χαρακτήρα. Ο πρόεδρος κάθε ομάδας έχει την ίδια μοίρα με τον Καλό Σαμαρείτη. Δεν θα τον θυμούνται για την καλοσύνη του, αν δεν αδειάσει το πορτοφόλι του, όπως συνέβη στη γνωστή παραβολή.
Είναι στιγμή να αντιληφθούμε πως οι ομάδες -κυρίως οι ελληνικές- δεν μπορούν να φτάσουν πολύ μακριά, αν δεν μπουν σε διαδικασία παραγωγής παικτών (άρα φτηνότερου εργατικού δυναμικού), αν δεν κάνουν «ψαγμένες» μεταγραφές (τύπου Λοτζέσκι), ώστε να ξοδέψουν λιγότερα χρήματα, αν δεν περιορίσουν τα έξοδά τους, ενδεχομένως και τις φιλοδοξίες τους.
Βεβαίως, αυτό δεν αποτελεί… νέο μοντέλο, αλλά διαφορετική αντίληψη στην οικονομική πολιτική. Νέο μοντέλο σημαίνει (ενδεχομένως) «σάλαρι καπ», συμφωνία ανώτατου ορίου μπάτζετ, ώστε να γίνει κεντρική οικονομική διαχείριση, δίνοντας ευκαιρία σε όλους να διεκδικούν τον τίτλο της Ευρωλίγκας, απαίτηση για αύξηση των εσόδων (εδώ ο Παναθηναϊκός έχει δίκιο) από τη διοργανώτρια αρχή, Το καμπανάκι της Φενέρ πρέπει να ενεργοποιήσει τα αντανακλαστικά όλων, καθώς υπάρχει ορατός κίνδυνος για ένα καταστροφικό ντόμινο, σε όλα τα υψηλά στρώματα του αθλήματος, που στο τέλος θα παρασύρει και τα… χαμηλά.
Άλλωστε, όσοι ασχολούνται με τις μικρές κατηγορίες, βλέπουν το «πανηγύρι» που έχει στηθεί και πώς ομάδες αυτοεξορίζονται στα τοπικά, μην αντέχοντας το οικονομικό φορτίο που καλούνται να κουβαλήσουν…