Η νίκη του Παναθηναϊκού στη Μόσχα ήταν ένας μικρός θρίαμβος, που λέει πάρα πολλά, αλλά συνάμα δεν λέει και τίποτα. Το… κλειδί της επιτυχίας.
Πόσοι το περίμεναν; Να πάει ο Παναθηναϊκός στη Μόσχα, δίχως τους μισούς του ξένους, δίχως περιφέρεια και να επιστρέψει νικητής; Υπάρχουν πολλοί μετά Χριστό προφήτες κι ο… θρίαμβος (γιατί περί τέτοιου πρόκειται) έχει πολλούς επίδοξους πατεράδες, όμως εμείς καλούμαστε να αναλύσουμε τα δεδομένα, οπότε ας είμαστε τίμιοι. Το συγκεκριμένο ματς το είχαμε… διαγράψει.
Τσιτάτα του τύπου «κανένα ματς δεν χάνεται στα χαρτιά», «τίποτα δεν τελειώνει αν δεν σφυρίξει η χοντρή» κι άλλα πολλά, βρίσκουν την απόλυτη εφαρμογή τους κι οι δικές μας αναλύσεις δεδομένων πάνε στον κάλαθο των αχρήστων. Ενδεχομένως γιατί οι αναλύσεις έχουν να κάνουν με αριθμούς και ποσοστά, είναι μια επιχείρηση να ψηφιοποιήσεις τη λογική, ενώ το μπάσκετ είναι πρώτα και πάνω απ’ όλα συναίσθημα και χαρακτήρας.
Ο Παναθηναϊκός νίκησε γιατί δεν φοβόταν να χάσει. Ναι, πήγε μισός στα περίχωρα της Μόσχας, αλλά συνάμα πήγε δίχως άγχος, δίχως να μπει στη βάσανο της σύγκρισης με ανάλογες προηγούμενες πρεμιέρες, τότε που το ρόστερ ήταν πιο… πλουμιστό.
Η ευτυχής συγκυρία ήταν ότι από τη μια απαλλάχθηκε πλήρως από το άγχος, από την άλλη οι δικές του απουσίες μπορεί να ήταν πιο χτυπητές (όχι ότι είναι μικρή υπόθεση η μη συμμετοχή του Γιόβιτς), όμως το παιχνίδι των αντιπάλων είχε μεγαλύτερη εξάρτιση από τον Σβεντ, απ’ ότι το δικό του από τον Σαντ-Ρος (για παράδειγμα).
Ο Γιώργος Βόβορας κατόρθωσε να πείσει τους παίκτες του να πιστέψουν ότι μπορούν να νικήσουν. Μπήκαν αφοσιωμένοι στο πλάνο και στο παιχνίδι τους. Φάνηκε ότι ένιωθαν καλά. Ο Παπαπέτρου γιατί επιτέλους ήταν ο απόλυτος ηγέτης, ο Μποχωρίδης γιατί είχε την ευκαιρία του, ο Κασελάκης γιατί έπαιξε στην Ευρωλίγκα, ο Μπέντιλ γιατί έχει ρόλο, ο καθένας για τον δικό του λόγο.
Οι περισσότεροι είχαν κι άγνοια κινδύνου, κάτι που δεν συνέβη με τον Νέντοβιτς, ο οποίος ήταν η παραφωνία στο σύνολο. Κι αν κάποιες φορές κόλλησε η μπάλα στην επίθεση, κι αν χάθηκαν στις περιστροφές στην άμυνα, κι αν ο Μπούκερ έκανε πάρτι στην άδεια τους ρακέτα, κι αν ο Μποχωρίδης μετέτρεψε τη σημαντικότερη επίθεση σε… ποικιλία, ο θεός του μπάσκετ είχε φορέσει τη μάσκα με το τριφύλλι.
Δεν είναι όλα υπερβατικά. Υπάρχει ικανότητα κι ανικανότητα κι ο Κουρτινάιτις απέδειξε πως έχει βάση το καθόλα σεξιστικό τσιτάτο, που θέλει να μην βρίσκεις στη Μόσχα παρθένα άνω των 18 και κανονικό Ρώσο προπονητή. Η Χίμκι έπαιξε το απόλυτο μπάσκετ αφέλειας, δεν «σημάδεψε» ως όφειλε τον Μποχωρίδη (μοναδικός πόιντ γκαρντ στο ρόστερ), δεν προφύλαξε τους παίκτες «κλειδιά» από τα φάουλ και στο τέλος τιμωρήθηκε.
Το πέμπτο φάουλ του Τίμα κι η τελευταία επίθεση του Μπέρτανς, αλλά κυρίως το παρκάρισμα στον πάγκο του πονοκέφαλου Ζάιτσεφ, ήταν χαρακτηριστικά δείγματα της ρωσικής φιλοξενίας και της επιβεβαίωσης ότι όσα χρόνια κι αν περάσουν, όσα χρήματα κι αν πετάξουν στον ποταμό Χίμκα, δεν θα κάνουν κανονική ομάδα.
Τι σημαίνει αυτή η νίκη για τον Παναθηναϊκό; Πάρα πολλά. Κυρίως τη δυνατότητα μιας γκέλας, την αποφυγή υποτίμησης (αυτό δεν είναι κατ’ ανάγκη καλό), τη διατήρηση του αξιόμαχου και της αξιοπρέπειας. Αρκεί να γίνει σωστή διαχείριση, γιατί είναι άλλο να λογίζεται (για παράδειγμα) ο Μποχωρίδης ως παίκτης που έχει ρόλο κι άλλο να πιστέψει ότι έγινε Καμπάτσο (επιμένω, τυχαίο παράδειγμα, για την οικονομία του χώρου).
Δεν σημαίνει, όμως, και τίποτα, γιατί η σεζόν μόλις ξεκίνησε κι ό,τι καλό ή κακό μπορεί να αλλάξει πριν το καταλάβουμε. Και δεν σημαίνει τίποτα γιατί οι «πράσινοι» εξακολουθούν να έχουν χτυπητές αδυναμίες και να μην έχουν ξεκάθαρους ρόλους στο ρόστερ τους.