Η ΑΕΚ δυστυχώς αποκλείστηκε από την συνέχεια του BCL, όμως η φετινή της πορεία αφήνει στον οργανισμό σοβαρή παρακαταθήκη για το μέλλον.
Από το βράδυ της Τετάρτης το στέμμα του Basketball Champions League αναζητά τον επόμενο κάτοχο του. Δυστυχώς η ΑΕΚ δεν τα κατάφερε απέναντι στη πανίσχυρη Μπάμπεργκ, καθώς το floater του Tyrese Rice στα τελευταία δευτερόλεπτα του αγώνα έμελλε να αποδειχτεί μοιραίο για τη συνέχεια της στη διοργάνωση. Δεν πειράζει. Αντιλαμβάνομαι πλήρως την απογοήτευση των οπαδών της, όμως κατά την ταπεινή μου άποψη δεν χρειάζεται καθόλου στεναχώρια για τη φετινή πορεία της Ένωσης.
Οφείλουμε κάποια στιγμή στην Ελλάδα, να μάθουμε να διαχωρίζουμε τις κρίσεις μας από το τελικό αποτέλεσμα. Ο οργανισμός βελτιώθηκε σε όλα τα επίπεδα συγκριτικά με πέρσι – επένδυσε σε έναν καταξιωμένο προπονητή (ο οποίος επουδενί δεν πρέπει να χαρακτηριστεί ως αποτυχημένος εξαιτίας τους αποκλεισμού), απέκτησε ακόμα πιο ταλαντούχους αθλητές και εφόσον εξακολουθήσει να βαδίζει στον ίδιο δρόμο, δεν θα αργήσει ή ώρα που θα μπορεί να ανταγωνιστεί επί ίσοις όροις τους «μεγάλους» του ευρωπαϊκού μπάσκετ.
Επιπλέον οι Κιτρινόμαυροι στάθηκαν εξαιρετικά άτυχοι, απέναντι σε ένα πανίσχυρο σύνολο που διαθέτει στις τάξεις του έναν πρώην MVP της Ευρωλίγκας αλλά και το δίδυμο guard, με το οποίο ο David Blatt σόκαρε το 2014 όλη την Ευρώπη κατακτώντας την διοργάνωση. Οι τραυματισμοί των Μασιούλις/ Ξανρόπουλου κόστισαν ανυπολόγιστα στην προσπάθεια του συλλόγου, ενώ ήταν φανερό ότι και ο Τζόρνταν Θίοντορ δεν πατούσα ιδιαίτερα καλά μετά το πρόσφατο πρόβλημα υγείας που αντιμετώπισε. Παρόλα αυτά η ΑΕΚ πάλεψε μέχρι το τελευταίο λεπτό της αναμέτρησης και αποκλείστηκε κυριολεκτικά στις λεπτομέρειες.
Αυτή τη φορά το συγκρότημα του Luca Bianchi εμφανίστηκε πνευματικά και αγωνιστικά πανέτοιμο για να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του σπουδαίου παιχνιδιού. Ο καλός coach επέμεινε πάρα πολύ στην σωστή εισαγωγή της μπάλας στο χαμηλό Post, με σκοπό να εκμεταλλευτεί τις ικανότητες του καταπληκτικού Βινς Χάντερ. Οι τραγικές επιδόσεις των γηπεδούχων στα σουτ τριών πόντων (3/20), κατέδειξαν ακόμα περισσότερο την αναγκαιότητα της εν λόγω επιλογής.
Επιπρόσθετα έδωσε εντολή στους παίκτες του για μεγάλες σε διάρκεια επιθέσεις, ώστε να χαμηλώσει το ρυθμό του αγώνα. Η συγκεκριμένη απόφαση, έχει νομίζω δύο ξεκάθαρες αιτίες. Η Ένωση δεν έτρεξε όσο συνηθίζει, αφενός γιατί ο Bianchi φοβήθηκε ότι οι παίκτες του θα χάσουν την συγκέντρωση τους και θα παρασυρθούν από την δικαιολογημένη ορμή των φιλάθλων, οι οποίοι γέμισαν το κλειστό του ΟΑΚΑ. Αφετέρου εκτίμησε σωστά το ρεαλιστικό ενδεχόμενο της κούρασης, εξαιτίας των πολυάριθμων τραυματισμών και του περιορισμένου rotation.
Από εκεί και πέρα ο Θίοντορ έστησε ξανά τις καταπληκτικές, trademark pick n roll συνεργασίες του με τον Χάντερ – παρά το γεγονός ότι ήταν πολύ άστοχος και εμφανώς επηρεασμένος από τον τραυματισμό στην επίθεση – ενώ ο Τζέιμς προσέφερε πολύτιμους πόντους, ερχόμενος από τον πάγκο.
Στην άμυνα ο Bianchi χρησιμοποίησε για πολύ ώρα ταυτόχρονα τους Χάντερ/Τζέιμς, στοχεύοντας στο να αναχαιτίσει τη δράση των αντίπαλων ψηλών και να απενεργοποιήσει τη σύνδεση τους με το καλάθι. Επίσης ο Ιταλός δοκίμασε ορισμένες δυναμικές παγίδες στο Post, αναμειγνύοντας σταθερά τον μπασκετμπολίστα της δυνατής πλευράς. Σε γενικές «ψάχτηκε» αρκετά κατά τη διάρκεια της αναμέτρησης, διαφοροποιώντας ανά διαστήματα τη τακτική συμπεριφορά της ομάδας του. Το αμυντικό σχέδιο δούλεψε σχεδόν στην εντέλεια – η Μπάμπεργκ έμεινε μόλις στους 67 πόντους. Η ένταση των Κιτρινόμαυρων στα μετόπισθεν, ήταν ώρες ώρες εντυπωσιακή. Τα αίτια του αποκλεισμού, μάλλον πρέπει να αναζητηθούν στην επίθεση.
Τέλος ας πούμε και δύο λόγια για τη φάση που κόστισε την πρόκριση. Ο Bianchi μας εξήγησε στη συνέντευξη τύπου, πως ζήτησε από τον Σάκοτα να κάνει φάουλ αμέσως μετά την αλλαγή στο screen, ώστε στη συνέχεια να τοποθετήσει έναν από τους καλύτερους αμυντικούς της διοργάνωσης επάνω στον Rice (εκτίμησε σωστά ότι αυτός θα αναλάβει την καθοριστική επίθεση), ώστε να του ανακόψει τον δρόμο προς το καλάθι. Το σκεπτικό δεν είναι λάθος. Το εκ των υστέρων αποτέλεσμα δεν πρέπει ποτέ να επηρεάζει τις κρίσεις μας σχετικά με την ποιότητα της απόφασης. Άλλωστε σε τέτοιες καταστάσεις, διαδραματίζει πάντοτε ρόλο και η τυφλή τύχη. Μάλιστα η επιρροή της, είναι κατά κανόνα πολύ μεγαλύτερη από όσο επιθυμούμε να πιστεύουμε.