Ο προπονητής του Παναθηναϊκού μίλησε σε ισπανικό ΜΜΕ για το μπάσκετ, την ομάδα του, αλλά και τον Δημήτρη Γιαννακόπουλο.
Συνέντευξη στην ηλεκτρονική έκδοση της «La Provincia» παραχώρησε ο Ρικ Πιτίνο στην οποία μεταξύ άλλων σχολίασε τις διαφορές ευρωπαϊκού και αμερικανικού μπάσκετ ενώ αναφέρθηκε και στον Δημήτρη Γιαννακόπουλο.
Αναλυτικά όσα μεταξύ άλλων δήλωσε ο Ρικ Πιτίνο:
Τις διαφορές ανάμεσα στο ευρωπαϊκό και το αμερικανικό μπάσκετ: «Το στιλ μπάσκετ στην Eυρωλίγκα είναι ό,τι πιο κοντινό σε αυτό που οι φίλαθλοι αποκαλούν μπάσκετ. Αυτό που μαθαίνουν τα παιδιά από μικρή ηλικία. Αλλά συμβαίνει με όλους τους παίκτες της διοργάνωσης, είτε είναι 25 είτε 35 ετών».
Τις εμπειρίες που έχει αποκομίσει από την θητεία του στην Ευρώπη: «Εδώ πρέπει να είμαι διαφορετικός προπονητής. Στην Ευρώπη, ο τρόπος ζωής είναι πολύ διαφορετικός από αυτόν που είχα συνηθίσει στις ΗΠΑ. Δεν έχω μάθει για την αντιπαλότητα ανάμεσα στους οπαδούς, κάτι που δεν βλέπεις στην Αμερική.
Για μένα, ο Ολυμπιακός είναι η ομάδα που πρέπει να μισώ επειδή ο Παναθηναϊκός πρέπει πάντα να τον κερδίζει (γέλια). Έχω προσαρμοστεί στην ελληνική κουλτούρα».
Για το στυλ του: «Παραδοσιακά ήμουν ένας προπονητής που δεν έκανε εξαιρέσεις με τα τρίποντα. Ήμασταν οι πρώτοι που βάλαμε τους παίκτες να σκοράρουν τρίποντα όταν ήμασταν στους Νικς, γιατί είχαν διαφορετικές επιλογές στο παιχνίδι.
Πρέπει επίσης να γνωρίζεις ότι το παιχνίδι αλλάζει ραγδαία όταν έχεις τον Καρίμ Αμντούλ Τζαμπάρ, τον Χακίμ Ολάζουον και τον Σακίλ Ο’Νιλ στην ομάδα σου. Δεν έχεις επιλογή από το να παίξεις μαζί τους, αν πραγματικά κυριαρχούν στο λόου ποστ και αυτό σου δίνει ανεξάντλητες λύσεις για μία νίκη. Σήμερα αυτοί οι παίκτες δεν υπάρχουν και δεν θα υπάρξουν ξανα, επομένως οι ομάδες πρέπει να εστιάσουν περισσότερο στα τρίποντα αν υπάρχει αμαρκάριστο σουτ. Ακόμα και έτσι, το παιχνίδι στην Ευρωλίγκα είναι πιο physical από ό,τι στο ΝΒΑ».
Ένας «μπομπέρ» που βλέπει… Euroleague: Η χρονιά «εκτόξευσης» του Βασίλη Τολιόπουλου (vids)
Για τον Δημήτρη Γιαννακόπουλο: «Δεν τον έχω δει. Μόνο στα παιχνίδια μερικές φορές, δύο με τρεις. Αλλά πραγματικά δεν τον έχω συναντήσει περισσότερο».