Ο Λούκα Μπάνκι μίλησε μεταξύ άλλων για την απόφασή του να έρθει στην ΑΕΚ, τις πιθανότητες να σπάσει το δίπολο η ομάδα του αλλά και για την οικογένειά του.
Ο Λούκα Μπάνκι ήταν καλεσμένος στην εκπομπή «Pick ‘n Roll» και αναφέρθηκε στην απόφασή του να αναλάβει την ΑΕΚ, στους στόχους του με την Ένωση ενώ μίλησε και για πιο προσωπικά θέματα όπως η οικογένειά του αλλά και οι αγαπημένες του συνήθειες.
Αναλυτικά όσα είπε ο Λούκα Μπάνκι:
Αρχικά, δήλωσε αν του λείπει η οικογένειά του: «Μου λείπει η οικογένεια περισσότερο. Έχοντας μεγάλα παιδιά σε ηλικία και με δικές τους δραστηριότητες, μου δίνει την ηρεμία να ξέρω πως ακολουθούν τη δική τους πορεία και να μην έχω άγχη. Μιλάω για την εκπαίδευση των παιδιών. Δεν αρκεί μόνο να γεννάς τα παιδιά, αλλά να τα εκπαιδεύσεις. Αν ήταν πιο μικρά τα παιδιά μου, ίσως να μην έφευγα εκτός Ιταλίας».
Για το σύνθημα «Είναι τρελός ο Ιταλός» που ακούγεται στις ελληνικές εξέδρες και αν περιμένει να το ακούσει για εκείνον: «Το τρελός στην Ιταλία δεν είναι κάτι τόσο θετικό, δεν μπορούμε να είμαστε τόσο περήφανοι, έτσι όμως φώναζαν οι οπαδοί του Άρη τον Μάριο Μπόνι. Μίλησα μαζί του και πριν το παιχνίδι με τον Άρη. Εύχομαι να με φωνάξουν κι εμένα τρελό, αν λειτουργεί έτσι το πράγμα στην Ελλάδα».
Για το τι τύπος είναι: «Είναι αλήθεια ότι δεν μου αρέσει ο καφές. Αυτό με βοηθάει όταν βγαίνω από την Ιταλία. Είμαι το παράδειγμα πως μπορούμε να ζήσουμε χωρίς τον εσπρέσο. Η πίτσα δεν είναι από τα αγαπημένα μου πιάτα, όχι όμως και πως δεν μου αρέσει. Όταν δοκίμασα ελληνική πίτσα, την εκτίμησα περισσότερο».
Εν συνεχεία, είπε: «Επειδή έχω την επικοινωνία, θα μπορούσα να γίνω καλός δικηγόρος, στην τάση να σπρώχνω τη συζήτηση εκεί που θέλω εγώ, μέχρι να αποδειχθεί ότι έχω δίκιο».
Για το αν είχε Έλληνα ήρωα στη μυθολογία: «Όχι κάποιο συγκεκριμένο. Ήταν κάτι πολύ όμορφο να το ακούς. Μου άρεσε πολύ η ιστορία της Σπάρτης, της Αθήνας, αλλά δεν ήταν κάτι που με γέμισε και ήθελα να ακολουθήσω κάποιον από αυτούς τους ήρωες».
Για το Μουντομπάσκετ Εφήβων του 1995: «Ήμουν στα τμήματα υποδομής της Λιβόρνο που προσέφερε παίκτες στην εθνική. Οπότε, παρακολουθούσα τη δραστηριότητα εκείνης της γενιάς. Ήμουν βοηθός στην εθνική Ιταλίας που για κάτι περισσότερο από 15 χρόνια έπαιρνε μέρος σε παγκόσμιο Κύπελλο.
Προκριθήκαμε εκεί και ήρθαμε στην Αθήνα. Δεν είχα την παραμικρή ιδέα του τι με περίμενε. Έφτασα στη Λάρισα και παίζαμε με τις ΗΠΑ. Μοιραστήκαμε το ξενοδοχείο με τις άλλες ομάδες. Τότε είχαν τον Μάρμπερι, τον Λάνγκτον, τον Κάρτερ οι ΗΠΑ. Είμαστε σοκαρισμένοι. Προσπαθούμε να αντιπαραθέσουμε τα όπλα μας. αλλά ανακαλύπτουμε ότι ήμασταν σε έναν κόσμο εντελώς νέο.
Όσο κι αν ήταν δημοφιλές το άθλημα στην Ελλάδα, οι φίλαθλοι, οι σκάουτ ήταν μια πρώτη γεύση τι σήμαινε το μπάσκετ εκείνη την εποχή για τη χώρα. Όταν τελείωσε το γκρουπ, είχαμε την Αυστραλία, την Αίγυπτο. Δεν προκριθήκαμε στην 8άδα, αλλά ερχόμαστε στην Ελλάδα για να παίξουμε από την 10 έως την 16η θέση. Επέστρεψα φέτος στο Περιστέρι, το’χε η μοίρα μου. Αυτό που είδαμε στην Αθήνα ούτε καν το φανταζόμασταν.
Σε κάθε παιχνίδι, είχαμε την αστυνομία μαζί μας για να μπορέσει να ξεφύγει από την κίνηση το πούλμαν που μας μετέφερε. Πήγαμε στο ΟΑΚΑ όταν τελειώσαμε τα παιχνίδια. Και είδαμε ότι την καλύτερη διοργάνωση εκείνης της ηλικίας, όλων των εποχών. Ποτέ δεν είχε τόσο ταλέντο. Έχω ακόμα πράγματα από εκείνη τη διοργάνωση. Τα έδειξα αυτά στον Νίκο Ζήση και συγκινήθηκε.
Παίξαμε αντίπαλοι με πολλούς από τους παίκτες εκείνης της Εθνικής και δύο εξ αυτών έπαιξαν και στην Σιένα. Φτάνει να δεις τα ονόματα των παικτών εκείνων των ομάδων. Ο προπονητής έφερε έναν παίκτη 4 χρόνια πιο μικρό στην Αργεντινή. Έδειχνε πως κάτι υπόσχεται εκείνος ο παίκτης. Ήταν ο Λουίς Σκόλα».
Για το πεπρωμένο του: «Κάπως πρέπει να το καθοδηγείς. Αυτή είναι η μοίρα. Μιλήσαμε για εκείνο το παγκόσμιο εφήβων του 1995, είπαμε και για τον κόσμο που στήριξε τότε την εθνική. Ήταν χαρά να δω τα παιχνίδια εκείνα. Με έπεισαν πως μια μέρα θα έπρεπε να έρθω στην Ελλάδα. 20.000 θεατές να βλέπουν παιχνίδια τέτοιας ηλικίας, ήταν πολύ δύσκολο να πείσουμε και τους Ιταλούς για αυτή την εικόνα. Ήταν πάντα, για μένα, η χώρα του μπάσκετ. Το ότι βρέθηκα στο εξωτερικό και να παίξω με ελληνικές ομάδες, να ζω την ατμόσφαιρα του ΟΑΚΑ και του ΣΕΦ, έκανε πιο μεγάλη εκείνη την επιθυμία μου να βρεθώ σε ένα τόσο ανταγωνιστικό πλαίσιο».
Για το τι έκανε… κλικ, ώστε να αναλάβει την ΑΕΚ: «Όταν μιλήσαμε στο τηλέφωνο! Με έβαλε σε μια πολύ ευχάριστη θέση, μιλώντας στη γλώσσα μου. Δεν σκέφτεσαι μόνο τις σπουδαίες στιγμές, αλλά σκέφτεσαι και τις δύσκολες στιγμές. Το να μπορώ να το κάνω αυτό στη γλώσσα μου είναι πολύ σημαντικό. Ήρθα στην Ελλάδα να τον συναντήσω και να γνωριστούμε. Μπήκα στα γραφεία της ΚΑΕ και υπάρχουν πολλές αναφορές στο παρελθόν και την παράδοση της ΑΕΚ. Ήμουν δίπλα στον Ντράγκαν Σάκοτα. Εκεί είδα τις φωτογραφίες με όλα τα πρόσωπα των προπονητών της ΑΕΚ και ήξερα ότι θα ήμουν ένας από αυτούς».
Για το αν είδε την ταινία «1968»: «Την είδα. Μου έκαναν εντύπωση τα κλάματα των πρωταγωνιστών.
Για το πόσο… τρελός είναι στην καριέρα του: «Η τρέλα που με έκανε να γίνω πρώτος προπονητής στη Σιένα, έχοντας μοιραστεί 6 χρόνια επιτυχιών με τον Πιανιτζιάνι, αλλά κανένα άτομο λογικό δεν θα είχε επιλέξει να αναλάβει τη θέση αυτή και να γνωρίζει ότι δεν θα έχει 9/12 παίκτες, το 40% του μπάτζετ και με τα ΜΜΕ που έλεγαν ότι δεν θα φτάναμε σε επιτυχία.
Κρατώντας τη Σιένα στην κορυφή με πρωτάθλημα και Κύπελλο ήταν το πιο σημαντικό πράγμα που έκανα στην καριέρα μου. Λίγους μήνες αργότερα πήγα στην Αρμάνι Μιλάνο και για την αντιπαλότητα που υπήρχε ανάμεσα στις δύο ομάδες ίσως να το παρομοιάσω πως καθόμουν στον πάγκο του ΟΣΦΠ και του ΠΑΟ.
Φέραμε και πάλι μετά από 19 χρόνια το πρωτάθλημα στο Μιλάνο και ήταν μεγάλη επιτυχία και έζησα σπουδαίες στιγμές στην Euroleague. Έκαναν αυτή την εμπειρία θετική, χωρίς να γνωρίζω την κατάληξη. Αυτό αποδεικνύει πως είμαι αρκετά… τρελός!»
Για το αν η ΑΕΚ μπορεί να χτυπήσει Ολυμπιακό και Παναθηναϊκό: «Είναι λογικό να αναρωτιέται ο κόσμος αν γίνεται αυτό και να το ονειρεύεται. Τα όνειρα είναι αυτά που κάνουν την πραγματικότητα να συμβαίνει και αυτό είναι πιο όμορφο. Οι οπαδοί της ΑΕΚ πρέπει να είναι πολύ ευχαριστημένοι με όσα έζησαν πέρυσι. Υπάρχουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις που μπορούν να σου επιτρέψουν να νικήσεις αυτές τις ομάδες.
Πολλές φορές σε μια σειρά αγώνων πλέι οφ, η δύναμη της ομάδας μπορεί να ξεχωρίσει σε μια σειρά αγώνων. Και σήμερα υπάρχουν διαφορές ανάμεσα σε αυτούς τους συλλόγους. Η αποστολή της ΑΕΚ είναι να γεμίσει τις διαφορές που υπάρχουν, χωρίς να συγκεντρωθεί στο μπάτζετ της ομάδας, αλλά στην προσπάθεια να δημιουργήσει ένα οικοδόμημα αξίας. Αυτό που πρέπει να ονειρεύεται ο κάθε φίλαθλος της ΑΕΚ, είναι να δουν το οικοδόμημα να τελειοποιείται σταθερά».
Για το πώς διαχειρίστηκε ο δύσκολο ξεκίνημα της σεζόν: «Ήμουν απογοητευμένος που δεν μπορούσα να δώσω στους παίκτες μου τα εύσημα σε αυτούς που ήταν δίπλα μου και στους φιλάθλους, σε σύγκριση με τις προσμονές μου. Γνωρίζω ότι ζητάω πολλά από όσους είναι δίπλα μου γιατί πάνω απ’ όλα είμαι απαιτητικός με τον εαυτό μου. Οι ήττες έφεραν απογοήτευση γιατί δεν ήταν ο καθρέφτης της αξίας μας και δεν χρησιμοποιούσα ως άλλοθι τους τραυματισμούς. Υπήρχε απογοήτευση γιατί δεν μπορούσα να απονείμω τα εύσημα σε όσους έκαναν θυσίες».
Για το τι θα του άρεσε, σαν θεατής, βλέποντας την ΑΕΚ: «θα μου άρεσε να δω αυτό που αρχίζω και βλέπω τώρα. Υπάρχουν λεπτομέρειες που δεν ξέρω αν τις κατέχει κάποιος οπαδός να τις κατανοήσει. θα ήθελα να συνεχίσει η ομάδα στον ίδιο ρυθμό».
Για το αν είναι η ΑΕΚ στην καλύτερη φάση από το ξεκίνημα της σεζόν:«Δεν ξέρω αν είμαστε η καλύτερη ομάδα που θα μπορούσαμε να είμαστε, αλλά δουλεύουμε πολύ σκληρά κάθε μέρα».
Για το πώς αξιολογεί τους παίκτες του: «Η πρόθεσή μου είναι να μην βάζω φίλτρα ανάμεσα σε μένα και τους παίκτες. Αυτό μου δημιούργησε προβλήματα. Κάποιοι σκέφτηκαν ότι θα έπρεπε να είμαι διπλωμάτης. Διαλέγω τους παίκτες μου, τους προστατεύω και θέλω να τους βελτιώνω».
Για τον τρόπο αξιοποίησης των παικτών του: «Είναι μια αξία που δεν μπορεί να ξεφύγει ένας προπονητής. Πρέπει να έχεις ένα όραμα και να προβλέπεις την αξία του κάθε παίκτη, σε αυτό που είναι το όριό τους και να το ξεπεράσουν. Γνωρίζω πως κάποιες φορές δεν είναι απλό πράγμα, αλλά εγώ είμαι το μέσο τους προς την επιτυχία. Και εκείνοι δεν θα είναι το δικό μου μέσο στην επιτυχία. Ο κάθε παίκτης γνωρίζει πώς να με χρησιμοποιήσει για να γίνει καλύτερος παίκτης».
Για τα ντέρμπι που έρχονται κόντρα σε Παναθηναϊκό ΟΠΑΠ και Ολυμπιακό και εάν είναι πρόκληση: «Ας μην κάνουμε ένα λάθος. Να μην ξεχάσουμε τι υπάρχει ανάμεσα σε αυτά τα παιχνίδια. Το παιχνίδι κόντρα στη Νίμπουρκ, όπου η πρώτη παίζει με την τελευταία του ομίλου και παράλληλα το παιχνίδι με τον Πανιώνιο, που καθένας νομίζει ότι έχει γραφτεί σε προγνωστικά η νίκη. Ο Πανιώνιος έφτασε κοντά στη νίκη με το Περιστέρι. Σε έναν τέτοιο κύκλο αγώνων είναι λογικό να ταυτοποιήσουμε διαφορετικά παιχνίδια για να δούμε πού θα φτάσουμε σε απόδοση. Το αυριανό και το παιχνίδι με τον Πανιώνιο είναι τα παιχνίδια του προπονητή, ώστε να δημιουργήσεις καταστάσεις για να κρατήσεις ένα συγκεκριμένο επίπεδο. Τα άλλα 2 είναι παιχνίδια των παικτών».
Παράλληλα, θυμήθηκε ένα περιστατικό στην Σιένα: «Η τελευταία μου χρονιά στην Σιένα, είπα στον οδηγό του πούλμαν, πως αν κερδίσουμε το πρωτάθλημα θα οδηγήσω το πούλμαν. Αυτός το έφερε μετά τη νίκη στο Μιλάνο και εγώ το οδήγησα με όλο τον κόσμο να αποθεώνει. Υπάρχουν και τα βίντεο.
Για το αν είναι πιο… βαριά η χαρά της νίκης ή ο πόνος της ήττας: «Σίγουρα είναι ο πόνος της ήττας. Δεν υπάρχει νίκη που μπορεί να ξεπληρώσει και να κάνει τον πόντα να περάσει. Σε αυτό το χώρο οι ήττες μας συντροφεύουν στην καριέρα μου. θα αρχίσεις να εκτιμάς τις νίκες μόνο στο τέλος. Δυστυχώς αυτό είναι το κακό κομμάτι της αθλητικής κουλτούρας μας».
Για το ποια ήταν η χειρότερη ήττα της καριέρας του: «Δεν υπάρχουν καλύτερες και χειρότερες ήττες. Για να είμαστε ρεαλιστές, αυτή που είναι δύσκολη να τη χωνέψεις και είχε τις χειρότερες συνέπειες ήταν η ήττα από την Σάσαρι στα ημιτελικά του πρωταθλήματος, στο 7ο αγώνα και για τους μηχανισμούς που ξεκίνησε. Όλοι λένε πως έναν προπονητή δεν μπορείς να τον καταλάβεις από μια νίκη ή μια ήττα, αλλά δεν είναι έτσι».
Για το τι τον ενοχλεί στον εαυτό του: «Πιστεύω ότι πάρα πολλές φορές είμαι αφοσιωμένος στη δουλειά και την πειθαρχία. Δεν αποδέχομαι την επιπολαιότητα και την αλαζονεία».