Ο Ντέιβιντ Μπλατ έχει κερδίσει σχεδόν τα πάντα, έχει δουλέψει με τον ΛεΜπρόν Τζέιμς και έχει σχέση με την Ελλάδα που χρονολογείται αρκετά πριν από την τωρινή συμφωνία του με τον Ολυμπιακό.
Μπορεί το παρουσιαστικό του να μην τον προδίδει, αλλά ο Ντέιβιντ Μπλατ κοντεύει να πατήσει τα 60. Για την ακρίβεια είναι 59 ετών και παλιά καραβάνα στον χώρο της προπονητικής. Φέτος έκλεισε 25 χρόνια στο… κουρμπέτι και μπορεί να υπερηφανεύεται ότι έχει στη συλλογή του σχεδόν όλους τους σημαντικούς τίτλους, που υπάρχουν στο επαγγελματικό μπάσκετ και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού! Κι αυτό δεν είναι σχήμα λόγου. Ο Ντέιβιντ Μπλατ έχει κερδίσει σχεδόν τα πάντα. Από μία φορά, αλλά… σχεδόν τα πάντα! Μόνο το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο του λείπει…
Ο Ολυμπιακός φέρνει τον μοναδικό προπονητή στον κόσμο που έχει στην κατοχή του το τρόπαιο της Ευρωλίγκας και το δαχτυλίδι του πρωταθλητή στο ΝΒΑ! Την Ευρωλίγκα την κέρδισε το 2014 με τη Μακάμπι στο φάιναλ φορ του Μιλάνου. Το δαχτυλίδι του ΝΒΑ δεν το κέρδισε ακριβώς, αλλά το έχει στη συλλογή του. Τη σεζόν 2015-16 πρόλαβε να κοουτσάρει για 41 παιχνίδια τους Καβαλίερς πριν φύγει. Στο τέλος εκείνης της χρονιάς η ομάδα του Κλίβελαντ κέρδισε τον τίτλο με προπονητή τον Τάιρον Λου, αλλά έστειλε και σ’ αυτόν ένα δαχτυλίδι αναγνωρίζοντας τη συμβολή του. Έτσι, το έχει και αυτό.
Έχει επίσης το προνόμιο να συγκαταλέγεται σε μια ολιγομελή ελίτ προπονητών, οι οποίοι εκτός από την Ευρωλίγκα, έχουν καταφέρει να κερδίσουν και Ευρωμπάσκετ. Αυτός κέρδισε το χρυσό μετάλλιο με την Εθνική Ρωσίας το 2007 στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα της Ισπανίας και φυσικά την Ευρωλίγκα του 2014. Οι άλλοι είναι οι Αλεξάντερ Γκομέλσκι, Αλεξάντερ Νίκολιτς, Μίρκο Νόβοσελ, Σάντρο Γκάμπα, Ντούσαν Ίβκοβιτς, Ζέλικο Ομπράντοβιτς, Σβέτσιλαβ Πέσιτς. Οκτώ όλοι κι όλοι μαζί με αυτόν…
Φέτος κέρδισε για πρώτη φορά και το Eurocup με την Νταρουσάφακα, έχει κερδίσει το FIBA Eurochallenge με τη Ντιναμό Αγ. Πετρούπολης το 2005, ενώ με την Εθνική Ρωσίας, εκτός του χρυσού στο Ευρωμπάσκετ 2007, έχει κερδίσει επίσης χάλκινο μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2012 και στο Ευρωμπάσκετ του 2011. Χώρια τα πέντε νταμπλ που έχει κάνει στο Ισραήλ με τη Μακάμπι, με την οποία έχει κερδίσει και την Αδριατική Λίγκα το 2012, χώρια το πρωτάθλημα και το Κύπελλο που έχει κερδίσει στην Ιταλία με την Μπενετόν Τρεβίζο.
Κι όλα αυτά τα τελευταία 16-17 χρόνια. Διότι πριν ήταν βοηθός προπονητή κυρίως του Πίνι Γκέρσον στη Μακάμπι (στο πλευρό του κέρδισε τη Σουπρολίγκα το 2001 και την Ευρωλίγκα το 2004), ενώ διετέλεσε για μικρό διάστημα και ομοσπονδιακός προπονητής του Ισραήλ. Πρακτικά η μεγάλη διεθνής καριέρα του αρχίζει το καλοκαίρι του 2004 όταν αποφασίζει να πάει στην Αγ. Πετρούπολη και να αναλάβει την Ντιναμό.
Ακολούθησε μια διετία στο Τρεβίζο με την Μπενετόν (2005-07), περάσματα από την Εφές Πίλσεν (2008) και την Ντιναμό Μόσχας (2009), η εξαετία στον πάγκο της Εθνικής Ρωσίας (2006-12), η επιστροφή στη Μακάμπι, όπου την τετραετία 2010-14 μεγαλούργησε, το άλμα στο ΝΒΑ και τους Κλίβελαντ Καβαλίερς και η τελευταία διετία στην τουρκική Νταρουσάφακα, με την οποία πέρυσι έπαιξε στα πλέι οφ της Ευρωλίγκας και φέτος κέρδισε το Eurocup.
Ντέιβιντ Μπλατ και Ελλάδα
Ο Ολυμπιακός δεν είναι η πρώτη ελληνική ομάδα στην οποία θα δουλέψει ο Ντέιβιντ Μπλατ. Έχει προηγηθεί το πέρασμά του από τον Άρη το 2010. Ήρθε τον Γενάρη εκείνης της χρονιάς για να αντικαταστήσει τον Φώτη Κατσικάρη, ο οποίος είχε αποφασίσει να αποδεχθεί την πρόταση που του είχε κάνει το Μπιλμπάο και να φύγει.
Έχοντας στο πλευρό του ως βοηθό τον Δημήτρη Πρίφτη, ο Μπλατ δεν κατάφερε να κάνει και πολλά πράγματα με τον Άρη, ο οποίος πάντως υπό την καθοδήγησή του έφτασε μέχρι τα πλέι οφ της Α1. Εκεί έχασε δύο φορές από τον Ολυμπιακό και αποκλείστηκε με συνοπτικές διαδικασίες. Μετά το τέλος εκείνης της σεζόν αποφάσισε να αποδεσμευθεί κάνοντας χρήση ενός όρου που υπήρχε στο συμβόλαιό του με τους «κίτρινους» και να επιστρέψει στη Μακάμπι.
Όμως το όνομα του Μπλατ έχει συνδεθεί και με άλλα πρόσωπα και καταστάσεις, που αφορούν το ελληνικό μπάσκετ. Κατ’ αρχάς υπήρξε ο πρώτος προπονητής του Νίκου Ζήση στο εξωτερικό. Τον είχε παίκτη στην Μπενετόν Τρεβίζο και στην κυριολεξία τον λάτρεψε, στάζοντας μέλι κάθε φορά που τον ρωτούσαν έκτοτε γι’ αυτόν. Είναι χαρακτηριστική η ατάκα που είπε στο κλειστό του Γαλατσίου μετά από έναν νικηφόρο για την Μπενετόν αγώνα κόντρα στην ΑΕΚ: «Όταν μεγαλώσει ο γιος μου, θέλω να γίνει σαν τον Νίκο»!
Ο Μπλατ είχε επίσης παίκτη τον Σοφοκλή Σχορτσανίτη στην Μακάμπι όταν κέρδισε την Ευρωλίγκα το 2014, ενώ λίγα χρόνια νωρίτερα λίγο είχε λείψει να αναλάβει την τεχνική ηγεσία της Εθνικής μας ομάδας. Ήταν μετά το ατυχές Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 2010 όταν η ΕΟΚ αναζητούσε τον διάδοχο του Γιόνας Καζλάουσκας και κατέληξε στο να κάνει επίσημη πρόταση στον Ντέιβιντ Μπλατ.
Οι συζητήσεις με τον ατζέντη του είχαν προχωρήσει πολύ, είχε γίνει και μια επαφή στην Κύπρο με τον αείμνηστο Γιώργο Κολοκυθά, που ήταν υπεύθυνος τότε για τις Εθνικές ομάδες, και είχε φανεί να υπάρχει σύγκλιση ακόμα και στο οικονομικό. Αλλά την τελευταία στιγμή ο Μπλατ δίστασε να προχωρήσει. Το συμβόλαιό του με τη ρωσική ομοσπονδία βρισκόταν ακόμα σε ισχύ, αν έφευγε, θα έχανε περί τις 150.000 Ευρώ, που δεν ήθελε να χάσει, και τελικά αποφάσισε να μείνει στη Ρωσία. Την επόμενη διετία κέρδισε μαζί της χάλκινο μετάλλιο στο Ευρωμπάσκετ και στους Ολυμπιακούς Αγώνες, ενώ η δική μας Εθνική εξακολουθεί ακόμα και σήμερα να αγνοεί τη διάκριση σε μια μεγάλη διοργάνωση.
Ο Ντέιβιντ Μπλατ ήταν, τέλος, ο προπονητής της Εθνικής Ρωσίας στον αγώνα με την Εθνικής μας για την πρώτη φάση του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος του 2010 στην Άγκυρα. Ενός αγώνα πολύ περίεργου, διότι και οι δύο ομάδες ήθελαν να… χάσουν προκειμένου να αποφύγουν τη διασταύρωση με την Ισπανία στην επόμενη φάση της διοργάνωσης, που ήταν νοκ άουτ.
Τελικά… κατάφερε να χάσει η δική μας Εθνική (69-73), βγάζοντας τον Μπλατ έξω από τα ρούχα του! «Ντρέπομαι γι’ αυτό που έγινε και είναι κρίμα γιατί έχω δουλέψει στην Ελλάδα. Δεν μπορεί να πετάνε την μπάλα πάνω από το στεφάνι για να χάνουν τις βολές», έλεγε τότε εν εξάλλω, παρόλο που την επομένη έπιασε τους Έλληνες δημοσιογράφους στο αεροδρόμιο της Άγκυρας και ζητούσε συγγνώμη.
Για την ιστορία, εκείνη η ήττα βγήκε σε κακό της δικής μας Εθνικής, διότι δεν υπολόγιζε ότι αμέσως μετά η Γαλλία θα έχανε από τη Νέα Ζηλανδία. Ένα αποτέλεσμα που έφερε εν τέλει μπροστά της την Ισπανία και οδήγησε στον πρόωρο αποκλεισμό της.
Ντέιβιντ Μπλατ και ΛεΜπρόν Τζέιμς
Ο Ολυμπιακός θα συνεργαστεί με τον προπονητή που είχε κάποτε για παίκτη τον ΛεΜπρόν Τζέιμς. Και όχι στο πολύ μακρινό παρελθόν. Το καλοκαίρι του 2014, αμέσως μετά την κατάκτηση της Ευρωλίγκας και την ανάδειξή του σε προπονητή της χρονιάς, ο Ντέιβιντ Μπλατ έκανε το όνειρό του πραγματικότητα υπογράφοντας συμβόλαιο με τους Κλίβελαντ Καβαλίερς. Έγινε, έτσι, ο πρώτος προπονητής προερχόμενος από την Ευρώπη, που θα κοουτσάριζε ομάδα του ΝΒΑ.
Η διαχείριση ενός σούπερ σταρ, όπως ο ΛεΜπρόν, ήταν το μεγάλο στοίχημα για τον Μπλατ και δεν κατάφερε να το κερδίσει. Η πρώτη του σεζόν δεν ήταν άσχημη όσον αφορά τα αποτελέσματα. Αν και ρούκι, οδήγησε τους Καβαλίερς στους τελικούς του ΝΒΑ, όπου οι Γκόλντεν Στέιτ Ουόριορς του επίσης ρούκι κόουτς Στιβ Κερ (ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία που αναμετρώνταν σε τελικούς δύο ρούκι προπονητές) επικράτησαν με 4-2. Όμως τα προβλήματα με τον ΛεΜπρόν είχαν αρχίσει.
Και κορυφώθηκαν στη δεύτερη σεζόν, στην οποία πρόλαβε να φτάσει ως τα μισά. Αν και οι Καβαλίερς είχαν ρεκόρ 30-11, ο gm των Καβς και επιστήθιος φίλος του, Ντέιβιντ Γκριφιν, αποφάσισε να τον απολύσει, επειδή υπήρχαν σοβαρά προβλήματα στις σχέσεις του με τους περισσότερους παίκτες. Και ειδικά τον ΛεΜπρόν.
Πρόσφατα κυκλοφόρησε στις ΗΠΑ ένα βιβλίο, το οποίο έγραψαν δύο δημοσιογράφοι με εμπειρία στο ρεπορτάζ του ΝΒΑ και τίτλο «Return of the King». Σε αυτό περιγράφουν με μελανά χρώματα τη σχέση του Ντέιβιντ Μπλατ με τον ΛεΜπρόν, υποστηρίζοντας από κάποιο σημείο και μετά ότι ο Μπλατ φοβόταν τον ΛεΜπρόν και δεν τολμούσε καν να του μιλήσει, αφήνοντας τον βοηθό του τότε, Τάιρον Λου, να κάνει τις όποιες παρατηρήσεις. Ο δε ΛεΜπρόν συμπεριφερόταν σα να μην υπήρχε ο Μπλατ στην ομάδα.
Σε μια συνέντευξη που παραχώρησε πριν από μερικές εβδομάδες στην ισραηλινή εφημερίδα Haaretz, ο Ντέιβιντ Μπλατ ρωτήθηκε για τη σχέση του με τον ΛεΜπρόν και όσα γράφει το βιβλίο και η απάντησή του απέδειξε το πρόβλημα: «Δεν έχω απάντηση. Επόμενη ερώτηση».
Στην ίδια συνέντευξη πάντως, ο Αμερικανοϊσραηλινός προπονητής ήταν σαφής λέγοντας πως θέλει μια δεύτερη ευκαιρία στο ΝΒΑ: «Θέλω να επιστρέψω στο ΝΒΑ, γιατί νιώθω ότι δεν συνειδητοποίησα τις δυνατότητές μου εκεί». Προσπάθησε, είναι η αλήθεια, καθώς έκανε κάποιες συζητήσεις με τους Νιου Γιορκ Νικς, αλλά δεν τα κατάφερε.
Και αποφάσισε να αποδεχθεί την πρόταση του Ολυμπιακού. Θέλοντας να κερδίσει και με αυτόν τίτλους και να ανοίξει μέσω αυτού εκ νέου το παράθυρο του ΝΒΑ…