Κιθ Λάνγκφορντ : Δώστε του την μπάλα και κάντε στην άκρη (vids&pics)

Κιθ Λάνγκφορντ : Δώστε του την μπάλα και κάντε στην άκρη (vids&pics)

Ο Κιθ Λάνγκφορντ είναι ο ηγέτης της ΑΕΚ και παρά τα 37 του χρόνια συνεχίζει να βγαίνει μπροστά και να υπενθυμίζει σε όλους την τεράστια κλάση του. Τα κατορθώματά του στα πρόσφατα ματς με ΠΑΟΚ και Στρασμπούρ ήρθαν απλά να επιβεβαιώσουν ότι ο Αμερικανός είναι σαν το παλιό καλό κρασί.

Ο Κιθ Λάνγκφορντ διανύει μια από τις καλύτερες χρονιές της καριέρας του με τη φανέλα της ΑΕΚ, αποδεικνύοντας ότι ακόμη και στα 37 του χρόνια παραμένει απαραίτητος για μια ομάδα όπως η Ένωση. T010.gr σας παρουσιάζει την πορεία του Αμερικανού κόμπο γκαρντ της «Ένωσης» στα παρκέ και σας αναλύει πως ο Λάνγκφορντ κατάφερε να γίνει αναντικατάστατο κομμάτι των επιτυχιών της ΑΕΚ.

Τα κολεγιακά χρόνια

Ο 37χρονος Τεξανός  αγωνίστηκε για τέσσερα χρόνια με το κολέγιο του Κάνσας (2001-2005). Με τη φανέλα των Jayhawks πραγματοποίησε πολύ καλές εμφανίσεις, κατακτώντας τρεις τίτλους στη περιφέρεια της BIG 12, φτάνοντας μάλιστα για δύο συνεχόμενα έτη στο Final Four του κολεγιακού πρωταθλήματος. Το 2002 όμως, oι Jayhawks έχασαν στον ημιτελικό από το Maryland 78-68, το οποίο κατέκτησε και τη πρώτη θέση, με τον Λάνγκφορντ να σκοράρει μόλις 8 πόντους. Το 2003 έφτασαν μέχρι τον τελικό, στον οποίο και ηττήθηκαν με σκορ 81-78 από το Syracuse του Καρμέλο Άντονι και του, γνωστού από τη σύντομη θητεία του στον Ολυμπιακό, Χακίμ Γουόρικ. Ο Λάνγκφορντ ήταν πρώτος σκόρερ της ομάδας του στον τελικό με 19 πόντους, μαζί με τον Νικ Κόλισον, έχοντας συμπαίκτες τους τον Κιρκ Χάινρικ και τον άλλοτε παίχτη του Πανιωνίου και του Άρη, Άιρον Μάιλς.

Το 2005 ολοκλήρωσε την κολεγιακή του καριέρα με 13,3 πόντους (με 50% μέσο όρο σουτ), 2,4 ασίστ και 4,3 ριμπάουντ. Το εξαιρετικό επιθετικό του ταλέντο αποδεικνύεται και από την έβδομη θέση που κατέχει στους σκόρερ όλων των εποχών του κολεγίου (πάνω από τον θρύλο του NBA, Πολ Πιρς). Το καλοκαίρι του 2005 θέλησε να κάνει το όνειρο της συμμετοχής στο ΝΒΑ πραγματικότητα, ανεπιτυχώς όμως για τον ίδιο, καθώς δεν επιλέχτηκε από καμία ομάδα. Προσπάθησε να κερδίσει μια θέση στο ρόστερ κάποιας ομάδας μέσω της συμμετοχής του σε summer leagues με τους Ρόκετς και τους Σπερς, και μέσω της αναπτυξιακής λίγκας όπου αγωνίστηκε με δύο ομάδες, τους Fort Worth Flyers και τους Austin Toros, αλλά το μόνο που κατάφερε ήταν να σημειώσει δύο συμμετοχές με την ομάδα του Πόποβιτς (αγωνίστηκε για 10 λεπτά σκοράροντας 2 πόντους). Ενδιάμεσα πέρασε τον Ατλαντικό για πρώτη φορά και αγωνίστηκε στη δεύτερη κατηγορία της Ιταλίας με τη φανέλα της Βανόλι, τελειώνοντας τη σεζόν με 20 πόντους μέσο όρο.

Η επιστροφή στην Ευρώπη και ο δρόμος προς την καταξίωση

Η πρώτη του ομάδα όταν επέστρεψε στην Ευρώπη ήταν η Αντζέλικο Μπιέλα, με την φανέλα της οποίας αγωνίστηκε σε εννέα ματς, στο δεύτερο μισό της χρονιάς, σκοράροντας 13,9 πόντους κατά μέσο όρο στην πρώτη κατηγορία της Ιταλίας. Η επόμενη σεζόν τον βρήκε να μετακομίζει στη Βίρτους Μπολόνια, με την οποία κατέκτησε το Eurochallenge, στο final four του 2009 που διοργανώθηκε στη Μπολόνια. Στον τελικό oι Ιταλοί επικράτησαν της γαλλική Σαλόν με 77-75, με τον ίδιο να αναδεικνύεται MVP. Μάλιστα, ο Αμερικανός τελείωσε τη σεζόν με 13,4 πόντους με ποσοστά ευστοχίας 55% στο ιταλικό πρωτάθλημα, ενώ στην Ευρώπη σημείωνε 14,7 πόντους κατα μέσο όρο.

Το καλοκαίρι του 2009, έκανε το πρώτο μεγάλο βήμα, καθώς μετακόμισε στη Ρωσία, όπου αγωνίστηκε με τη φανέλα της Χίμκι για δύο χρόνια, υπογράφοντας συμβόλαιο με ετήσιες απολαβές πάνω από ένα εκατομμύριο δολάρια. Κατά τη διάρκεια της παρουσίας του αγωνίστηκε για πρώτη φορά στη Euroleague, αφήνοντας τα διαπιστευτήρια του στην κορυφαία ευρωπαϊκή διασυλλογική διοργάνωση. Η πρώτη σεζόν τον βρήκε να σκοράρει 15,5 πόντους κατά μέσο όρο, με 3 ασίστ και 3,5 ριμπάουντ, ενώ την επόμενη, με ένα χρόνο εμπειρίας στην πλάτη του, ανέβασε τα ποσοστά του, τελειώνοντας με 18.7 πόντους , 4.1 ασίστ και 2.5 ριμπάουντ. Εκείνη τη χρονιά η Χίμκι νίκησε τη ΤΣΣΚΑ στον τελικό της VTB, όντας η μόνη ομάδα τα τελευταία χρόνια η οποία έσπασε την εγχώρια κυριαρχία της ομάδας του «ρωσικού στρατού», με τον Αμερικανό κόμπο γκαρντ να σκοράρει 18,2 πόντους κατά μέσο όρο στο πρωτάθλημα. Μετά από αυτές τις εμφανίσεις ο Λάνγκφορντ άρχισε να καθιερώνεται στη συνείδηση των πιο πολλών φάν του μπασκετ ως ένας φοβερός σκόρερ.

Έπειτα από την παρουσία του στη Ρωσία το 2011 μετακόμισε στο Ισραήλ, όπου και τέθηκε υπό τις οδηγίες του Ντέιβιντ Μπλατ στη Μακάμπι Τελ Αβίβ. Εκείνη τη χρονιά κατέκτησε πρωτάθλημα, κύπελλο Ισραήλ καθώς και την Αδριατική λίγκα, όπου αναδείχτηκε και MVP της διοργάνωσης. Στην Euroleague, σε μια χρονιά που έφτασε με την «ομάδα του λαού» μέχρι τα προημιτελικά της διοργάνωσης, η παρουσία του αρχικά είχε μπερδέψει τους ανθρώπουε της Μακάμπι, αφού από τους 6,8 πόντους στην πρώτη φάση, έπειτα από την έντονη αμφισβήτηση στο πρόσωπό του, εκτοξεύτηκε στους 14,8 στο τοπ 16 και στους 13,4 πόντους στη σειρά των αγώνων με τον Παναθηναϊκό, όπου η Μακάμπι αποκλείστηκε τελικά με 3-2.

Αφού ολοκλήρωσε τη χρονιά στο Ισραήλ, είχε έρθει η ώρα για την επιστροφή του στην Ιταλία , όπου αγωνίστηκε για δύο χρόνια με την Αρμάνι. Στην παρουσία του στο Μιλάνο κατέκτησε το πρωτάθλημα τη σεζόν 2013/14 στην καταπληκτική σειρά των τελικών εναντίον της Σιένα με 4-3 νίκες, όπου η ομάδα της Τοσκάνης έπαιζε κυριολεκτικά για τη φανέλα και την περηφάνια της, γνωρίζοντας ότι θα διαλυθεί. Στην Euroleague τα πράγματα εξελίχθηκαν διαφορετικά, αφού η Μιλάνο αποκλείστηκε νωρίτερα στη σεζόν από τη μετέπειτα πρωταθλήτρια Μακάμπι, με τον ίδιο να κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του στον τέταρτο αγώνα της σειράς. Οι 28 πόντοι που πέτυχε δεν στάθηκαν αρκετοί, με τους Ισραηλινούς να προκρίνονται με 3-1 νίκες. Έτσι χάθηκε μια μεγάλη ευκαιρία να βρεθεί σε final four και μάλιστα σε διοργάνωση που θα πραγματοποιούταν στο Μιλάνο . Επιπλέον, ως παίκτης της Αρμάνι κέρδισε και το βραβείο Alphonso Ford, αφού τελειωσε τη σεζόν με 17,6 πόντους κατά μέσο όρο και ήταν μέλος της καλύτερης πεντάδας της διοργάνωσης, πραγματοποιώντας μια εξαιρετική προσωπική χρονιά.

Το επόμενο καλοκαίρι σημειώθηκε ενδιαφέρον από το ΝΒΑ και πιο συγκεκριμένα από την ομάδα της Φιλαδέλφεια, ο ίδιος όμως αρνήθηκε την πρόταση για minimum συμβόλαιο, προτιμώντας να πάρει τα περίπου δύο εκατομμύρια δολάρια το χρόνο που του έδινε η Ούνικς Καζάν. Ο ίδιος μάλιστα με ανάρτησή του στο twitter είχε δηλώσει σχετικά με την απόφαση του να μεταβεί στη Ρωσία, πως η ομάδα της Αρμάνι δεν του έκανε πρόταση ανανέωσης και πως δεν θα δεχόταν να πάρει λιγότερα χρήματα από όσα άξιζε. Έτσι αποφάσισε να επιστρέψει στη Ρωσία, όπου και παρέμεινε για τρία χρόνια. Με την φανέλα της Ούνικς, ο Λάνκφορντ έχει συμμετάσχει δύο φορές στη Euroleague και δύο φορές στο Eurocup ( το 2014/15 μετά τον αποκλεισμό από τη Euroleague που είχε 16,7 πόντους). Τη σεζόν 2015/16 σκόραρε στο Ρωσικό πρωτάθλημα 21,2 πόντους κατά μέσο όρο, ενώ στο Eurocup 19,7 πόντους. Τη χρονιά 2016 /17 στην Euroleague σκοράρει με 22,3 πόντους ανά παιχνίδι και έχει κάνει ορισμένα ατομικά ρεκόρ στη διοργάνωση. Αναλυτικότερα, εναντίον της ΤΣΚΑ σκόραρε 36 πόντους, εναντίον της Μπάμπεργκ και της Φενέρ κέρδισε 10 ριμπάουντς και εναντίον της Εφές μοίρασε 9 ασσίστς στους συμπαίχτες του. Επιροσθέτως, είναι πρώτος στην αξιολόγηση των παιχτών με 22,74 βαθμούς. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι 42 πόντοι που πέτυχε στη VTB League εναντίον της Μινσκ αποτέλεσαν ρεκόρ για τη συγκεκριμένη διοργάνωση.

Η μεταγραφή στον Παναθηναϊκό και ο… τσακώμος

Το καλοκαίρι του 2018, το συμβόλαιο του Λάνγκφορντ με την Ούνιξ έληξε, με την ρωσική ομάδα να μην του κάνει κάποια πρόταση ανανέωσης, και τον 34χρονο τότε γκαρντ να βρίσκεται ελεύθερος στην αγορά. Ο Παναθηναϊκός έψαχνε απεγνωσμένα για έναν κόμπο γκαρντ, ο οποίος θα αγωνιζόταν μαζί με τους Νικ Καλάθη, Λούκας Λεκαβίτσιους και Νίκο Παππά. Η χρονιά του με τους «πράσινους» ήταν ικανοποιητική, καθώς σε 21 συμμετοχές στη Basket League, είχε 9.6 πόντους, 2.4 ασίστ και 2.4 ριμπάουντ, ενώ στη EuroLeague σε 25 συμμετοχές πέτυχε 10.7 πόντους, 1.1 ασίστ και 2.2 ριμπάουντ, αποδεικνύοντας ότι ακόμη και στα τριαντατέσσερα χρόνια του μπορεί να σταθεί με αξιοπρέπεια στο υψηλότερο επίπεδο του ευρωπαϊκού μπάσκετ.

Ο ρόλος του Λάνγκφορντ στον Παναθηναϊκό φαίνεται με βάση τα αγωνιστικά δεδομένα πως ήταν συγκεκριμένος.Ο Αμερικανός γκαρντ ήταν ένας παίκτης που έπαιρνε την μπάλα σε κάθε επίθεση και έκανε ότι έλεγε το σύστημα του προπονητή, χωρίς να εκβιάζει καταστάσεις και προσπάθειες, ενώ παράλληλα μετατράπηκε σε έναν παίκτη που συνήθως έπαιζε ως αλλαγή του Καλάθη και έμπαινε στο παρκέ για να εκτελέσει ένα σύστημα και όχι τόσο να εκβιάσει καταστάσεις αλλά μέσω ενός συστήματος να σκοράρει εύκολους πόντους είτε μέσω ενός ελεύθερου τριπόντου είτε μέσω ενός καλό σουτ μέσης απόστασης .Συνήθως σε ειδικές καταστάσεις όπως όταν έχουν μείνει λίγα δευτερόλεπτα για την επίθεση αμά δεν είναι στο παρκέ ο Καλάθης την μπάλα παίρνει τις περισσότερες φορές ο Λάνγκφορντ, τον οποίον ο Τσάβι Πασκουάλ αρκετές φορές εμπιστευόταν για να παίρνει και τα τελευταία σουτ.

Προς τα τέλη της σεζόν 2018/19 ο Αμερικανός γκαρντ είχε εκφράσει την επιθυμία του να συνεχίσει την καριέρα του μακριά από το «τριφύλλι», καθώς όπως δήλωσε ο ίδιος: «θέλω να πάω κάπου που να μπορώ να είμαι και πάλι ο εαυτός μου» και έτσι και έγινε, καθώς στο τέλος της χρονιάς έμεινε ελεύθερος από τον Παναθηναϊκό και υπέγραψε με την ΑΕΚ.

Η ΑΕΚ και η αναγέννηση της καριέρας του

Το καλοκαίρι του 2019 και έπειτα από τις αποχωρήσεις των Γιαννούλη Λαρεντζάκη και Ντούσαν Σάκοτα η ΑΕΚ συμφώνησε με τον 36χρονο Κιθ Λάνγκφορντ, ο οποίος έως τότε αγωνιζόταν στον Παναθηναϊκό.

Ο Λάνγκφορντ αποκτήθηκε από την ΑΕΚ για να κάνει την διαφορά σε παιχνίδια που η μπάλα ζυγίζει τόνους. Για να δημιουργεί κάτι από το τίποτα. Και αυτό ακριβώς κάνει την τελευταία διετία, όντας ο παίκτης από τον οποίο η «Ένωση» ζητάει ένα καλάθι όποτε το χρειάζεται.

Σύμφωνα με τα στατιστικά, την διετία που βρίσκεται στην ΑΕΚ ο Λάνγκφορντ, το 30.6% των σουτ που έχει επιχειρήσει σε όλες τις διοργανώσεις είναι σε κατάσταση Isolation (ένας εναντίον ενός), ενώ έχει εκτελέσει μετά από ντρίμπλα έπειτα από Πικ Εν Ρολ που έχει στήσει στο 20.3% των κατοχών του. Κοινώς, πάνω από τα μισά σουτ που έχει επιχειρήσει έχουν έρθει έπειτα από προσωπική ενέργεια, δείγμα του πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος του στην επιθετική λειτουργία της «Ένωσης».

Ο Λάνγκφορντ ήταν πάντα σκόρερ και παίκτης που θέλει την μπάλα στα χέρια του στο τέλος ενός αγώνα. Είναι ένας σκόρερ μίας άλλης εποχής, ένας παίκτης που μπορεί να σκοράρει από παντού και με κάθε τρόπο. Για αυτό αποκτήθηκε από την ΑΕΚ. Στην αναμέτρηση εναντίον του ΠΑΟΚ μίλησε ξανά η κλάση του, με τον Αμερικανό να παίρνει το τελευταίο σουτ από το σημείο του παρκέ που σουτάρει καλύτερα από κάθε άλλο μέρος του γηπέδου την τελευταία διετία, επιβεβαιώνοντας κάτι που είναι γνωστό εδώ και χρόνια: Είναι ένας από τους καλύτερους σκόρερ στην Ευρώπη και ένας “δολοφόνος” από μέση απόσταση.

Επιπλέον, στην αναμέτρηση εναντίον του ΠΑΟΚ δεν ήταν καθόλου τυχαία η επιλογή του, καθώς επέλεξε ξεκινώντας από την κορυφή της ρακέτας να πάει προς τα αριστερά για να εκδηλώσει επίθεση. Και, επίσης καθόλου τυχαία, ο μοναδικός παίκτης που βρισκόταν κοντά του αριστερά – στην δυνατή πλευρά δηλαδή – ήταν ο Ντάριλ Μέικον, ένας εξαιρετικός σουτέρ, κάτι που δεν έδινε περιθώρια στους παίκτες του  ΠΑΟΚ να δώσουν βοήθεια στο μαρκάρισμα του Λάνγκφορντ από εκείνο το σημείο του παρκέ. Τα υπόλοιπα είναι απλά ιστορία….

Ο Λάνγκφορντ παρα τα 37 του χρόνια παραμένει ξεκάθαρα το πρόσωπο της ΑΕΚ. Είναι ο άνθρωπος που ο Ηλίας Παπαθεοδώρου θα εμπιστευτεί για τις τελευταίες κρίσιμες επιθέσεις. Ο άνθρωπος όπου στα 37 του μετράει στη φετινή σεζόν 14 εμφανίσεις με τη φανέλα της ΑΕΚ στη Basket League, έχοντας 15 πόντους, 3.3 ασιστ και 3.2 ριμπάουντ. Στο Basketball Champions League,  τα νούμερά του είναι ακόμη καλύτερα, καθώς έχει 19.8 πόντους, 2 ασίστ και 2 ριμπάουντ. Όπως γίνεται εύκολα κατανοητό λοιπόν, ο Λάνγκφορντ αν και 37 ετών είναι κάτι παραπάνω από απαραίτητος για την Ένωση και το καλύτερο που μπορούν να κάνουν οι άνθρωποι της «Βασίλισσας» είναι να τον κρατήσουν στο ΟΑΚΑ για όσο περισσότερο μπορούν…

Ακολουθήστε στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις αθλητικές ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Αθλητικές Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, από

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ