Πού μας κατάντησαν! Να βλέπουμε τον τρόπο που δουλεύουν στο Ισραήλ και να λέμε «να έτσι έπρεπε να είναι και το ελληνικό μπάσκετ». Κατάντια…
Το τελευταίο διάστημα, κυρίως λόγω της ταυτόχρονης παρουσίας αρκετών Ελλήνων προπονητών (συμπεριλαμβάνω και τους συνεργάτες των τριών πρώτων) ασχολούμαστε λίγο παραπάνω με το μπάσκετ του Ισραήλ κι η αλήθεια είναι πως όσο ψάχνουμε, τόσο πληγωνόμαστε. Γιατί; Επειδή απλά διαπιστώνουμε ότι ο κόσμος κινείται σε ρυθμούς 2020 κι εμείς πάμε με τη φουστανέλα, κολλημένοι κάπου στη δεκαετία του ’80, βαριά του ’90. Αλλά, δεν έχει αξία να λέμε πράγματα, αφού υπάρχουν γεγονότα.
Πάμε, λοιπόν, να ξετυλίξουμε το κουβάρι. Η Ομοσπονδία του Ισραήλ έχει προϋπολογισμό 15.000.000 δολάρια, δίχως να παίρνει ένα δολάριο από τον κρατικό προϋπολογισμό. Όλα βγαίνουν από έσοδα. Θέλετε να συγκρίνουμε με την ΕΟΚ; Το 70% των αναγκών της καλύπτεται από την επιχορήγηση και το σύνολο δεν ξεπερνά τα 4-5 εκατομμύρια ευρώ (κάτι σαν το 1/3).
Η Ομοσπονδία του Ισραήλ ανέθεσε στον Πίνι Γκέρσον τον έλεγχο όλων των εθνικών ομάδων. Ο γνωστός τεχνικός έχει βάλει κάμερες σε όλα τα προπονητήρια, προκειμένου να παρακολουθεί την εξέλιξη των δυνάμει διεθνών, καθώς (για παράδειγμα) κάθε Τετάρτη η U20 κάνει προπόνηση. Και σε αυτή παίρνουν μέρος όλοι, ακόμα κι ο… πολύς Ντένι Αβντίγια, που οι ειδικοί λένε ότι μπορεί να φτάσει μέχρι και στην κορυφή του ντραφτ. Μπορεί η Μακάμπι να έχει αγωνιστικές υποχρεώσεις, μπορεί ο Αβντίγια να ετοιμάζεται για την απέναντι όχθη του Ατλαντικού, όμως κάθε Τετάρτη είναι υποχρεωμένος να προπονείται με την U20. Και κάπως έτσι οι Ισραηλινοί σαρώνουν στις μικρές ηλικίες και στέλνουν κόσμο στο ΝΒΑ.
Θέλετε να ρίξουμε μια κλεφτή ματιά και στο γυναικείο μπάσκετ (σε ανυποληψία στην Ελλάδα). Υπάρχει αθλητικό σχολείο για μικρά κορίτσια, στο οποίο για να φοιτήσεις πρέπει να δώσεις 30.000 δολάρια τον χρόνο. Το 1/3 των χρημάτων καλύπτεται από το Υπουργείο (ως υποτροφία, αν το κορίτσι έχει ταλέντο). Άλλο 1/3 πληρώνει η Ομοσπονδία κι 1/3 πληρώνει ο γονιός. Κάτι σαν 3.000 δολάρια, που όμως σε αντιστοιχία με το κόστος ζωής στη χώρα μας είναι πολύ λιγότερα. Έτσι έχουν τη δυνατότητα τα κορίτσια να δείξουν το ταλέντο τους, δίχως να αφήσουν τη μόρφωση.
Οι ξένοι και τα έσοδα
Ας δούμε λίγο τι γίνεται και στα πρωταθλήματα. Στη δεύτερη κατηγορία υποχρεωτικά παίζουν δύο Αμερικανοί, γιατί οι Ισραηλινοί θέλουν να πηγαίνει ο κόσμος στα γήπεδα και να βλέπει θέαμα. Τα εισιτήρια είναι σημαντικό κομμάτι των εσόδων, όχι μόνο για ομάδες περιορισμένης εμβέλειας.
Στη Μακάμπι, για παράδειγμα, το εισιτήριο που αντιστοιχεί στον… περιστερώνα του ΣΕΦ ή του «Νίκος Γκάλης» κοστίζει 75 ευρώ κι η «ομάδα του λαού» βάζει στα ταμεία της (σε sold out αγώνες) περίπου μισό εκατομμύριο. Επειδή κάποια ματς δεν είναι γεμάτο το γήπεδο, υπολογίζεται ότι έχει έσοδα ΜΟΝΟ από τα εισιτήρια 6-7.000.000, τη στιγμή που ο Ολυμπιακός (για παράδειγμα) έχει στην καλύτερη 2.000.000 ευρώ εισπράξεις.
Η ισραηλινή τηλεόραση έδωσε 700.000 δολάρια για να πάρει τα δικαιώματα του Κυπέλλου, με την Ομοσπονδία να δίνει χρήματα στις ομάδες που ήταν φιναλίστ. Αλλά, θα πει κανείς, το μπάσκετ δεν είναι μόνο χρήματα και δεν μας ενδιαφέρει ούτε ότι η Χαποέλ παίρνει 200.000 δολάρια από τον χορηγό φανέλας, ούτε ότι η Μακάμπι ισοσκελίζει έσοδα κι έξοδα. Ας δούμε τι μέτρα λαμβάνονται για την ανάπτυξη.
Στο πρωτάθλημα επιτρέπονται τέσσερις ξένοι για κάθε ομάδα. Ναι, αλλά η Μακάμπι (παράδειγμα) παίζει στην Ευρωλίγκα και θέλει να έχει περισσότερους. Πολύ ωραία, για τον 5ο ξένο είναι υποχρεωμένη να δώσει 120.000 δολάρια στην Ομοσπονδία. Αν μια ομάδα δώσει μια θέση παραπάνω σε Ισραηλινό αθλητή και παίξει με τρεις ξένους, παίρνει 120.000 δολάρια από την Ομοσπονδία. Συνεπώς υπάρχει κίνητρο από τη μια, πληρωμή από την άλλη κι απόλυτη ισορροπία, η οποία όμως δίνει χώρο και χρόνο συμμετοχής στους γηγενείς, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Όταν πήγε ο Γιάννης Καστρίτης στο Ισραήλ, αφού συμφώνησε με Χαποέλ, πέρασε από τα γραφεία της Ομοσπονδίας, συνοδευόμενος από τους ανθρώπους της ομάδας του Τελ Αβίβ. Κι αυτό γιατί έπρεπε η Ομοσπονδία να επιβεβαιώσει ότι η ομάδα έχει τα χρήματα για να καλύψει το συμβόλαιό του, παίζοντας στην ουσία ρόλο εγγυητή.
Κάθε σύγκριση με την Ελλάδα προκαλεί θλίψη. Αν το μπάσκετ που μας αρέσει είναι αυτό, το οποίο εδώ και 30 χρόνια μοιάζει παρατημένο, τότε να το χαιρόμαστε. Αν, όμως, νιώθουμε ότι αυτό που συμβαίνει στο Ισραήλ, μπορούσαμε να το κάνουμε (και καλύτερα) εμείς, δεν έχουμε παρά να αλλάξουμε σελίδα, ή απλά να έρθουμε στο σήμερα. Επιτέλους.