Τίποτα δεν αποδεικνύει καλύτερα την κρίση των πολιτικών ελίτ από την ανάδειξη του Μπορίς Τζόνσον στην πρωθυπουργία της Βρετανίας.
Σε εποχή κρίσης, πολιτικής αλλά και πολιτισμικής, δεν είναι παράδοξο να βλέπει κανείς πολιτικές εξελίξεις που απλώς από το κακό πηγαίνουν στο χειρότερο.
Η Μεγάλη Βρετανία αυτό δείχνει, με πιο πρόσφατο παράδειγμα την ανάδειξη του Μπόρις Τζόνσον στην πρωθυπουργία.
Και δεν αναφερόμαστε τόσο στην ομολογουμένως πολύ κοντά στα όρια του γελοίου γραφικότητα της εμφάνισης και δημόσιας παρουσίας του, αλλά στην ουσία του τι εκπροσωπεί.
Όμως, για να το καταλάβουμε αυτό πρέπει να δούμε την ίδια την εξέλιξη του Brexit.
Ως γνωστόν το Brexit ήταν μια ιδεολογική φαντασίωση μιας σημαντικής μερίδας του Συντηρητικού Κόμματος –αλλά και πολιτικών όπως ο Φάρατζ– που θεωρούσαν ότι απαλλαγή από τα δεσμά της ΕΕ θα επανέφερε τη δόξα της αυτοκρατορικής Βρετανίας.
Μην φανταστείτε τίποτα περιθωριακούς τύπους. Κομμάτι της πολιτικής ελίτ ήταν, με τον «αριστοκρατικό» τρόπο που αυτή ορίζεται. Απόφοιτοι των ιδιωτικών και ακριβών public schools (στο Ήτον πήγαινε ο Τζόνσον), μετά Οξφόρδη ή Κέμπριτζ και μετά μια καριέρα στα όρια μεταξύ επιχειρήσεων, ΜΜΕ και κράτους, συχνά με όρους αργομισθίας και με όλη την καμαρίλα της σχέσης μεταξύ «παλιών φίλων», πριν κάνουν το βήμα στην πολιτική.
Και όλα αυτά με την αλαζονεία ότι η οποιαδήποτε ιδεολογική εμμονή τους ήταν και αυτονόητα σωστή.
Η οικονομική ελίτ της Βρετανίας και κυρίως οι εκπρόσωποι των εξωστρεφών επιχειρήσεων δεν ήθελαν το Brexit γιατί το θεωρούσαν καταστροφικό και δεν ήθελαν να αποκοπούν από την αγορά της Ευρώπης. Αυτό φάνηκε και στη στάση ΜΜΕ όπως οι Financial Times.
Όμως, ο Κάμερον, γέννημα του ίδιου συστήματος με τον Τζόνσον, σκέφτηκε το δημοψήφισμα θεωρώντας ότι θα ικανοποιούσε την ευρωσκεπτικιστική πτέρυγα, πιστεύοντας ότι δεν θα περνούσε.
Τιτάνας της οξυδέρκειας και αυτός…
Όμως, το Brexit πέρασε γιατί μεσαία και λαϊκά στρώματα, ιδίως στην Αγγλία, θεωρούσαν την Ευρώπη παράγοντα ανασφάλειας.
Και έτσι έπρεπε να χειριστούν το αποτέλεσμα. Ο Κάμερον την έκανε με γοργά πηδηματάκια και ήρθε η Μέι.
Αυτή διαπραγματεύτηκε μια συμφωνία, που ήταν η μόνη εφικτή συμφωνία που να μπορεί να εξασφαλίζει τα λιγότερα προβλήματα κατά την έξοδο.
Όμως, στον Τζόνσον και στην παρέα του, αυτό δεν άρεσε γιατί δεν ήταν τόσο μεγάλη «ρήξη» όπως αυτή που ήθελαν.
Το αποτέλεσμα ήταν μια απίστευτη πολύμηνη κοινοβουλευτική φαρσοκωμωδία όπου οι οπαδοί της παραμονής στην ΕΕ συντονίζονταν με τους οπαδούς του «σκληρού Brexit» με σκοπό να υπονομεύσουν τη συμφωνία της Μέι και τελικά την ίδια τη Μέι. Όπως ακριβώς και έγινε.
Από τη μεριά τους οι Εργατικοί, που ήταν διαιρεμένοι ως προς το θέμα, προτιμούσαν απλώς να ζητούν δημοψήφισμα, αντί να βγουν και να προτείνουν μια εκδοχή συμφωνίας που να εξασφαλίζει και τα δικαιώματα των ξένων εργαζομένων.
Και τώρα ανεβαίνει στην πρωθυπουργία ο Τζόνσον.
Όχι επειδή κέρδισε τις εκλογές και την εμπιστοσύνη των βρετανών ψηφοφόρων αλλά επειδή τον ψήφισαν 92.153 μέλη των Συντηρητικών.
Για να πει ότι θα πετύχει «καλύτερη συμφωνία», αν και τα πράγματα παραμένουν εξίσου αβέβαια με πριν, με ανοιχτό το ενδεχόμενο να πάνε σε έξοδο χωρίς συμφωνία αλλά και σε πρόωρες εκλογές.
Με την Βρετανία να εξακολουθεί να βρίσκεται σε κρίση προσανατολισμού.
Γιατί όταν την εξουσία αναλαμβάνουν οι εκπρόσωποι ενός συστήματος σε κρίση, οι επιλογές τους απλώς θα παρατείνουν την κρίση.