Η υπόθεση με τα «στημένα» στο ποδόσφαιρο είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς εργαλειοποιείται ουσιαστικά η δικαιοσύνη και τελικά δεν αντιμετωπίζονται οι πραγματικές κακοδαιμονίες.
Η υπόθεση με τα «στημένα» στο ποδόσφαιρο είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν τα υπαρκτά προβλήματα αυτού του χώρου. Γιατί είναι προφανές ότι όπως δείχνει και η σημερινή κατάσταση τα διαχρονικά προβλήματα του επαγγελματικού ποδοσφαίρου παραμένουν χωρίς λύση, την ίδια ώρα που πολυδιαφημισμένες δικαστικές υποθέσεις καταλήγουν τελικά να χρησιμοποιούνται απλώς ως μέσα αναδιάταξης συσχετισμών, αθλητικών, επιχειρηματικών και πολιτικών.
Η διαδρομή μιας υπόθεσης
Στην αφετηρία της υπόθεσης βρίσκεται περίφημο εισαγγελικό πόρισμα του Αντιεισαγγελέα πρωτοδικών Αριστείδη Κορέα που υποστήριξε ότι στο ελληνικό ποδόσφαιρο υπήρχε μια «εγκληματική οργάνωση» (δηλαδή μια «μαφία») που περιλάμβανε τους παράγοντες της ΕΠΟ, της ελληνικές διαιτησίας αλλά και πολλούς προέδρους ομάδων.
Το πόρισμα αυτό, όπως, συμβαίνει συχνά με τέτοια πορίσματα, δεν τεκμηρίωνε ακριβώς, αλλά περισσότερο εξέφραζε με ποινικούς όρους και συγκεκριμένες κατηγορίες ένα διάχυτο «κοινό αίσθημα» ότι το ελληνικό ποδόσφαιρο είναι «βρώμικο».
Με αφετηρία αυτό το εισαγγελικό πόρισμα θα γίνει στη συνέχεια η κύρια ανάκριση που θα οδηγήσει το 2017 στο πρώτο βούλευμα για τη συγκεκριμένη υπόθεση, γνωστό και ως «βούλευμα Σταμαδιανού», μια που πρόεδρος του αρμόδιου δικαστικού συμβουλίου ήταν ο πρόεδρος Εφετών Κωνσταντίνος Σταμαδιανός
Καταρρέει η κατηγορία περί «εγκληματικής οργάνωσης»
Το βούλευμα εκείνο γκρέμιζε ουσιαστικά το «αφήγημα» της εγκληματικής οργάνωσης, καθώς εντόπιζε υπαρκτά προβλήματα στη λειτουργία της ΕΠΟ και της διαιτησίας, αλλά ταυτόχρονα υποστήριζε ότι δεν υπάρχει κάποια παντοδύναμη μαφία που κινούσε όλα τα νήματα.
Το συγκεκριμένο πόρισμα είχε σημασία και για το πώς αντιμετώπιζε και τον ίδιο τον Βαγγέλη Μαρινάκη εφόσον τον απάλλασσε από τη ρετσινιά, που επιμελώς αναπαρήγαγαν διάφορες ιστοσελίδες και εκπομπές ότι είναι ο «capo dei capi» του ελληνικού ποδόσφαιρου και κινεί τα νήματα της «εγκληματικής οργάνωσης».
Το σημείο αυτό είχε μεγάλη σημασία γιατί για χρόνια η υπόθεση αυτή επονομαζόταν «η υπόθεση της εγκληματικής οργάνωσης με τα “στημένα” στο ποδόσφαιρο». Θυμίζουμε ότι για ένα διάστημα τα κείμενα διάφορων «υποκλοπών» κυκλοφορούσαν στα ΜΜΕ και άλλοτε «συνδέονταν» με αυτή την υπόθεση, άλλοτε με την υπόθεση Noor-1, ανάλογα με το ποια «αιχμή» ήθελαν να αναδείξουν τα διάφορα μέσα. Η πρακτική αυτή θα σταματήσει ύστερα από τις καταδίκες όσων επέμειναν στα ΜΜΕ να χρησιμοποιούν τέτοιο υλικό από τις δικογραφίες. Με το βούλευμα η κατηγορία αποδεικνυόταν ανυπόστατη.
Το βούλευμα απάλλασσε τον Μαρινάκηεπίσης και από άλλες βαριές κατηγορίες, όπως ήταν η εκβίαση και η απάτη και τον παρέπεμπε, μαζί με άλλους ποδοσφαιρικούς παράγοντες για δύο αδικήματα. Ένα πλημμέλημα, δηλαδή τη σύσταση συμμορίας, και ένα κακούργημα για αλλοίωση αποτελέσματος αγώνα που περιλαμβάνεται σε στοιχηματική διαδικασία. Μάλιστα, ο πρόεδρος του δικαστικού συμβουλίου είχε μειοψηφήσει και είχε υποστηρίξει ότι οι κατηγορίες κατά του Β. Μαρινάκη.
Η επιμονή στην κατηγορία για «εγκληματική οργάνωση»
Παρότι το αφήγημα της «εγκληματικής οργάνωσης» κατέρρευσε, υπήρξαν αυτοί που ήθελαν με κάθε τρόπο να συντηρείται μια συνθήκη δεν άρεσε σε αρκετούς που ήθελαν να συντηρούν μια συνθήκη δικαστικής ομηρίας έχοντας στο στόχαστρο κυρίως τον Βαγγέλη Μαρινάκη.
Έτσι φτάσαμε την αναίρεση του Αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Χαρ. Βουρλιώτη κατά του παραπεμπτικού βουλεύματος, σε μια προσπάθεια να επανέλθει η σαφώς βαρύτερη κατηγορία της «εγκληματικής οργάνωσης».
Το Ποινικό Τμήμα του Άρειου Πάγου, με πρόεδρο την κ. Μ. Γαλάνη, απέρριψε την αναίρεση (ομόφωνα και κατά πλειοψηφία ) για τα επίμαχα αδικήματα. Η συγκεκριμένη απόφαση ήταν ιδιαίτερα σημαντική γιατί έκλεινε οριστικά το κεφάλαιο «εγκληματική οργάνωση» στην ποινική διερεύνηση της συγκεκριμένης υπόθεσης.
Το δεύτερο βούλευμα και η αναίρεσή του
Μετά την απόρριψη της αναίρεσης η δικογραφία επέστρεψε στο Εφετείο και μετά την νέα πρόταση του εισαγγελέα Εφετών Περικλή Δράκου, η υπόθεση κρίθηκε από το νέο συμβούλιο, το οποίο και εξέδωσε νέα απόφαση που ουσιαστικά επαναλαμβάνει το αρχικό παραπεμπτικό βούλευμα.
Είναι αλήθεια ότι το συγκεκριμένο νέο βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών βγήκε με εντυπωσιακή ταχύτητα, κάτι που θα μπορούσε να αποδοθεί και σε άνωθεν παρεμβάσεις και ειδικό ενδιαφέρον για την υπόθεση.
Εναντίον και αυτού του βουλεύματος υπήρξαν αιτήσεις αναίρεσης από τη μεριά των κατηγορουμένων.
Μία από αυτές, που αφορούσε τον Βαγγέλη Μαρινάκη, έγινε δεκτή από τον αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ευάγγελο Ζαχαρή, που έκρινε ότι όντως δεν μπορούσε να στοιχειοθετηθεί το κακούργημα της αλλοίωσης αποτελεσμάτων.
Αυτή η αναίρεση ήταν που συζητήθηκε από το αρμόδιο Τμήμα του Αρείου Πάγου, με πρόεδρο τη Δήμητρα Κοκοτίνη, και τελικά απορρίφθηκε, έτσι ώστε πλέον να πηγαίνουμε προς την εκδίκαση της υπόθεσης.
Η λογική της δικαστικής ομηρίας
Είναι προφανές ότι αυτή η παραπομπή κατά βάση απλώς επιτρέπει σε διάφορους να λένε ο «υπόδικος για κακουργήματα» Μαρινάκης, αδιαφορώντας και για το «τεκμήριο αθωότητας» και για τις πραγματικές διαστάσεις της υπόθεσης. Και διαμορφώνει συνθήκη δικαστικής ομηρίας για αρκετό καιρό
Μια τόσο πολυμελής δίκη (28 κατηγορούμενοι) μπορεί να οδηγήσει και σε διάφορα αιτήματα εξαίρεσης, αναβολές κ.λπ. Αφού ολοκληρωθεί η δίκη, που με τη σειρά της θα πάρει αρκετό καιρό για την εξέταση όλων των μαρτύρων κ.λπ., τότε θα έχουμε την πρωτόδικη απόφαση. Στη συνέχεια και αφού καθαρογραφεί θα έχουμε την εκδίκαση στο Εφετείο Κακουργημάτων. Μόνο τότε θα μιλάμε για τελεσίδικες καταδίκες, εναντίον των οποίων μπορούν να ασκηθούν και αναιρέσεις στον Άρειο Πάγο.
Κατηγορίες που δεν στέκουν
Το πρόβλημα με αυτή την υπόθεση είναι ότι κινείται με βάση ένα απλουστευτικό σχήμα για το ελληνικό ποδόσφαιρο, σύμφωνα με το οποίο «όλοι είναι στο κόλπο», συνδυάζοντας πραγματικά προβλήματα και αυθαίρετες γενικεύσεις.
Αυτό φαίνεται με πολύ χαρακτηριστικό τρόπο στις κατηγορίες κατά του Βαγγέλη Μαρινάκη. Όπως είπαμε ο Μαρινάκηςκατηγορείται για δύο αδικήματα. Το πρώτο είναι πλημμέλημα (σύσταση και συμμορία) και αναφέρεται στο ότι συνεργάστηκε με τους συγκατηγορούμενούς του για να επηρεάσουν το πρωτάθλημα. Μόνο που η «τεκμηρίωση» της κατηγορίας είναι διαδικασίες που έγιναν ανοιχτά και δημόσια, όπως ήταν οι εκλογές στην ΕΠΟ, και όπου η όποια συζήτηση ανάμεσα σε ποδοσφαιρικούς παράγοντες και νόμιμη και θεμιτή είναι.
Το δεύτερο και βαρύτερο, είναι το κακούργημα της αλλοίωσης αποτελέσματος ποδοσφαιρικού αγώνα και που είναι κακούργημα επειδή έχει την επιβαρυντική συνθήκη ότι αφορά αγώνες που περιλαμβάνονταν σε στοιχηματισμό.
Τα επίμαχα παιχνίδια ήταν το ματς Ολυμπιακός – Βέροια (3-0) που έγινε στις 6-1-2013 και το ματς Ολυμπιακός – Ατρόμητος Αθηνών (2-0) που έγινε στις 4-2-2015.
Ως προς το πρώτο ματς οι κατηγορίες εμφανίστηκαν δύο χρόνια αργότερα από την τέλεση του ματς (μία σχετική κατάθεση είχε κάνει και ο Δ. Μελισσανίδης), δεν υποστηρίζονται από το σύνολο των καταθέσεων και υπάρχουν πλήθος καταθέσεων που υποστηρίζουν ότι δεν υπήρξε κάποιου τύπου παρέμβαση ώστε να χάσει η Βέροια το παιχνίδι. Και όλα αυτά φυσικά πέραν του γεγονότος ότι τότε η νίκη του Ολυμπιακού είχε φανεί σε όλους φυσιολογική δεδομένης της διαφοράς δυναμικότητας ανάμεσα στον πρωταθλητή Ελλάδας και μια επαρχιακή ομάδα.
Αντίστοιχα, ως προς το δεύτερο παιχνίδι καλό είναι να θυμόμαστε ότι η βασική κατάθεση είναι του Τάκη Φύσσα που υποστήριζε ότι του είχε πει ο τότε προπονητής του Ατρόμητου Σα Πίντο ότι του είχε δώσει εντολή ο πρόεδρος της ομάδας να αποδυναμώσει την ομάδα ώστε να χάσει από την ομάδα. Η κατάθεση αυτή διαψεύδεται από τον ίδιο τον Σα Πίντο (που χάρη σε αυτή την κατάθεση βρέθηκε κατηγορούμενος) αλλά και από όλους τους άλλους εμπλεκόμενους, ενώ ορισμένες από τις αλλαγές στη σύνθεση που υποτίθεται ότι έγιναν για λόγους «αποδυνάμωσης» στην πραγματικότητα δικαιολογούνται από ζητήματα τραυματισμών που υπήρχαν.
Και όμως αυτή η «μου είπαν ότι…» κατάθεση, ενός ανθρώπου που ήταν τότε διευθυντής ποδοσφαίρου της ΠΑΕ Παναθηναϊκός, θεωρήθηκε ότι τεκμηριώνει αλλοίωση αποτελέσματος.
Είναι όμως εντυπωσιακό ότι τα συγκεκριμένα δύο υποτίθεται «στημένα» παιχνίδια έχουν εξεταστεί από την UEFA και μάλιστα τόσο από την ιδιαιτέρως αυστηρή Επιτροπή Προσφυγών της UEFA αλλά και από το Αθλητικό Διαιτητικό Δικαστήριο. Θυμίζουμε ότι με αφορμή τις κατηγορίες για στημένα είχε κάνει προσφυγή στην UEFA oΠαναθηναϊκός επικαλούμενος αυτά τα παιχνίδια. Γι’ αυτό και συμμετείχε κανονικά ο Ολυμπιακός στο Champions League στην περίοδο 2015-2016.
Είναι προφανές ότι τα δύο παιχνίδια επιλέχτηκαν επειδή φάνταζαν βολικά λόγω των μεμονωμένων καταθέσεων για αυτά, έστω και εάν υπήρχαν άλλες καταθέσεις που αναιρούσαν τις πρώτες και παρότι οποιοσδήποτε παρακολουθεί το ελληνικό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου ξέρει ότι τα συγκεκριμένα παιχνίδια δεν ήταν παιχνίδια για να «στηθούν» για τον απλούστατο λόγο ότι ήταν παιχνίδια που ο Ολυμπιακός μπορούσε να κερδίσει!
Όμως, ακριβώς επειδή η συγκεκριμένη υπόθεση δεν αποσκοπεί στην «κάθαρση» του ποδοσφαίρου αλλά στην διαμόρφωση επιχειρηματικών και πολιτικών συσχετισμών, επόμενο ήταν να γίνουν έρευνες και διερευνήσεις από ανθρώπους που δεν γνώριζαν ούτε καταλάβαιναν το ποδόσφαιρο με αποτελέσματα βουλεύματα και πορίσματα που απλώς αναπαράγουν γενικεύσεις χωρίς τεκμηρίωση.
Γι’ αυτό το λόγο και η εκτίμηση είναι ότι στο τέλος θα υπάρξει πλήρης και πανηγυρική απαλλαγή από όλες τις κατηγορίες κατά του Βαγγέλη Μαρινάκη, η πλευρά του οποίου υπογραμμίζει ότι θα έρθει η ώρα της απόδοσης ευθυνών σε όσους μεθόδευσαν χρόνια τώρα μια υπόθεση που μόνο ως απόπειρα δικαστικής ομηρίας μπορεί να περιγραφεί.