Όσοι ασχολούνται με το ποδόσφαιρο, ξέρουν ότι ένα από τα συνηθέστερα ανέκδοτα των εκάστοτε κυβερνήσεων είναι η διακήρυξη: «θα εξυγιάνουμε το ποδόσφαιρο». Όχι γιατί δεν ήταν ειλικρινείς αρκετές φορές οι κυβερνώντες στην επιθυμία τους να σπάσει το εκάστοτε «απόστημα της διαφθοράς», αλλά γιατί πολύ απλά αυτά που πρότειναν ή έκαναν δύσκολα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν το […]
Όσοι ασχολούνται με το ποδόσφαιρο, ξέρουν ότι ένα από τα συνηθέστερα ανέκδοτα των εκάστοτε κυβερνήσεων είναι η διακήρυξη: «θα εξυγιάνουμε το ποδόσφαιρο». Όχι γιατί δεν ήταν ειλικρινείς αρκετές φορές οι κυβερνώντες στην επιθυμία τους να σπάσει το εκάστοτε «απόστημα της διαφθοράς», αλλά γιατί πολύ απλά αυτά που πρότειναν ή έκαναν δύσκολα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα.
Ακόμη χειρότερα, συχνά διακατέχονταν και από άγνοια σε σχέση με το πώς διαμορφώθηκε το πρόβλημα. Εντόπιζαν το πρόβλημα στην εκάστοτε «παράγκα», αλλά δεν μπορούσαν να δουν μέσα από ποιους μηχανισμούς αυτή στηνόταν. Και το κυριότερο, δύσκολα μπορούσαν να προτείνουν όντως λύσεις που να διαμόρφωναν ένα άλλο μοντέλο, από τις συνοικιακές ομάδες μέχρι τα επαγγελματικά πρωταθλήματα, που να στηρίζεται στη μαζική συμμετοχή, στη σχέση με την κοινωνία (τοπική και ευρύτερη), στην ικανότητα όχι μόνο προσέλκυσης πόρων αλλά και διαφάνειας και λογοδοσίας.
Όμως, σε αυτή τη στήλη δεν θέλω να μιλήσω ειδικά γι’ αυτό το θέμα. Θα έχουμε μπόλικες αφορμές άλλωστε.
Σε κάθε περίπτωση, με εντυπωσιάζει πάντα η ευκολία με την οποία νομίζουν όλοι ότι θα αντιμετωπιστούν σοβαρά προβλήματα, ο ίδιος συνδυασμός ανάμεσα σε ευχολόγια και «ιδέες» που μικρή σχέση με το πρόβλημα έχουν.
Πάρτε, για παράδειγμα, το λαθρεμπόριο καυσίμων. Γίνεται το ναυάγιο του «Αγία Ζώνη ΙΙ» και όλοι συνειδητοποιούν ότι, πέραν όλων των άλλων, μέσα από τους ανεφοδιασμούς πλοίων γίνεται εκτεταμένο λαθρεμπόριο καυσίμων (το οποίο παρεμπιπτόντως κάποιες φορές έχει και… ποδοσφαιρικό ενδιαφέρον). Κάτι που σπάνια εντοπίζεται και ακόμη πιο σπάνια οδηγείται σε τελεσίδικη καταδίκη. Όμως, όταν ψάχνεις για τα μέτρα αντιμετώπισης, βλέπεις διάφορα… high tech για GPS στα βυτία και για διάφορα ψηφιακά συστήματα, ενώ κανείς δεν ασχολείται με το πώς σε διάφορες ακτές της Αττικής, παρουσία εκπροσώπων των τελωνείων και του Λιμενικού που κάνουν τα στραβά μάτια, γίνεται το πραγματικό μεγάλο λαθρεμπόριο.
Πάρτε επίσης το παράδειγμα της Δικαιοσύνης. Βγαίνει ακόμη μια άθλια απόφαση για την υπόθεση της Ηριάννας και του Περικλή. Και βγαίνει ο αρμόδιος υπουργός Στ. Κοντονής και απλώς τη σχολιάζει. Με τον ίδιο τρόπο που είχε σχολιάσει και την προηγούμενη, όταν μάλιστα σχεδόν είχε υποσχεθεί ότι την επόμενη φορά θα ήταν καλύτερα τα πράγματα. Ωστόσο, δουλειά του υπουργού δεν είναι να σχολιάζει τη Δικαιοσύνη, ούτε απλώς να την κρίνει. Είναι να κάνει τις αναγκαίες θεσμικές παρεμβάσεις, να θεσπίζει μηχανισμούς ελέγχου, να βρίσκει τρόπους ώστε διάφοροι δικαστικοί να μην μπορούν να αυθαιρετούν. Αντ’ αυτού, όμως, το μόνο που νοιάζει την κυβέρνηση, τον αρμόδιο υπουργό, τον πρωθυπουργό και τη σύμβουλο, πρώην πρόεδρο του Αρείου Πάγου Βασιλική Θάνου είναι να αποκτήσει η κυβέρνηση έναν δικό της φιλικό μηχανισμό στο δικαστικό σώμα, ένα δικό της παραδικαστικό.
Δείτε και το ζήτημα που έχει προκύψει με τα «πόθεν έσχες» των δικαστικών και άλλων δημοσίων λειτουργών. Κανείς δεν έχει αμφιβολία ότι όντως από τα οικονομικά κάποιου μπορείς να βρεις ενδείξεις για τυχόν διαφθορά του. Αν και αντίστοιχα μπορεί κάποιος να υποθέσει ότι το να είναι κάποιος διεφθαρμένος δεν σημαίνει ότι είναι και αρκούντως ηλίθιος ώστε να βάζει τα πειστήρια στους τραπεζικούς λογαριασμούς του. Όπως επίσης λογικό είναι να υποθέσει κανείς ότι θα υπήρχαν αντιδράσεις σε μια πρακτική που μπορεί να παραπέμπει σε «κρέμασμα στα μανταλάκια» δικαίων και αδίκων. Όμως, το πρόβλημα είναι ότι ακόμη και ένα τέτοιο μέτρο δεν αντιμετωπίζει το πρόβλημα που είναι ακριβώς πώς δεν φτάνουμε στο σημείο κάποιος να γίνεται επίορκος, πώς μπορούμε να έχουμε ένα δικαστικό σώμα ακριβοδίκαιο αλλά και ικανό να υψώσει το ανάστημά του. Και αναρωτιέται κανείς πώς, για παράδειγμα, μπορεί να το κάνει αυτό κάποιος σαν τον αρμόδιο υπουργό Δ. Παπαγγελόπουλο που σήμερα υποτίθεται ότι ηγείται της καταπολέμησης της διαφθοράς, όταν ο ίδιος ως δικαστικός είχε γράψει ιστορία για τις υποθέσεις που δεν διερεύνησε σε βάθος.
Ούτε τον έξυπνο θέλω να κάνω, ούτε υπαινίσσομαι ότι είναι εύκολο να κάνεις τομές σε χώρους όπου υπάρχουν στημένες δομές διαπλοκής και διαφθοράς εδώ και πολλά χρόνια. Αλλά, αν μην τι άλλο, θα εκτιμούσα αυτόν που δεν θα αράδιαζε κοινοτοπίες είτε για την εξυγίανση του ποδοσφαίρου είτε οποιουδήποτε άλλου τομέα. Που δεν θα έκανε καμία εξαγγελία. Που δεν θα έγραφε άλλο ένα δελτίο Τύπου, όμοιο με τα προηγούμενα. Αλλά όντως θα έκανε κάτι, έστω και ένα μικρό πρακτικό βήμα, που θα άλλαζε τα πράγματα. Όμως, μάλλον ζητάω πολλά…