Σε πείσμα όσων υποστηρίζουν ότι «δεν πρέπει να πυροβολούμε τις ελίτ», το πρόβλημα είναι ότι στη χώρα μας δεν υπάρχουν πραγματικές ελίτ.
Τι σημαίνει ελίτ άραγε;
Δεν μπορεί να είναι απλώς όποιος έχει εξουσία ή πλούτο.
Ούτε κάποιος που είναι απόγονος «καλής οικογενείας», γιατί τότε απλώς θα μιλούσαμε για αριστοκρατία.
Όχι, ελίτ στο δικό μου μυαλό σημαίνει να αναδεικνύονται πραγματικές ηγεσίες.
Να υπάρχουν προσωπικότητες που με το έργο και τη δράση τους να συμπυκνώνουν ό,τι καλύτερο μπορεί να βγάλει η χώρα και ταυτόχρονα να δίνουν προοπτική και να προσφέρουν όραμα, ακόμη και εάν δεν συμφωνούσες μαζί τους.
Ανθρώπους που να μπορούν να κινητοποιήσουν την κοινωνία.
Η χώρα υπήρξαν στιγμές όπου διέθετε ελίτ, που προέρχονταν από διαφορετικές παρατάξεις συχνά και μπορεί να είχαν και διαφορετικές κοσμοθεωρίες, όμως ταυτόχρονα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως σημεία αναφοράς.
Θέλετε να μιλήσουμε για το χώρο της πολιτικής;
Ποιος δεν θα χαρακτήριζε τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, τον Ηλία Ηλιού, τον Αντρέα Παπανδρέου τμήμα της ελίτ της χώρας;
Στη δικαιοσύνη, μια προσωπικότητα όπως τον Γιάννη Ντεγιάννη, τον «εθνικό δικαστή», δεν θα τον χαρακτήριζε κανείς ελίτ;
Στο χώρο της τέχνης και του πολιτισμού ποιος θα είχε αντίρρηση ότι η Μαρία Κάλας, ο Μάνος Χατζιδάκις, ο Δημήτρης Χορν, ο Οδυσσέας Ελίτ, ο Γιάννης Ρίτσος, η Μελίνα Μερκούρη δεν αποτέλεσαν πραγματικά τμήμα μιας πνευματικής ελίτ με ευρύτερη απήχηση;
Ποιος δεν θα κατέτασσε στην ελίτ προσωπικότητες όπως ο Μάριος Πλωρίτης ή ο Αριστόβουλος Μάνεσης;
Αλλά και στην οικονομία για να διαλέξω ένα μόνο παράδειγμα, σήμερα όλοι θαυμάζουμε το Κέντρο Πολιτισμού «Σταύρος Νιάρχος», που μας θυμίζει εκτός των άλλων ότι υπήρξαν και επιχειρηματίες που δικαιούνταν να θεωρούνται τμήμα της ελίτ της χώρας.
Όπως και στο χώρο της δημοσιογραφίας ποιος θα αμφισβητούσε ότι η Ελένη Βλάχου και ο Χρήστος Λαμπράκης ήταν όντως κομμάτι της ελίτ της χώρας.
Και θα μπορούσα να αναφέρω πολλά ακόμη παραδείγματα.
Κανένας από όσους ανέφερα δεν ήταν αλάνθαστος και για όλες και όλους μπορεί και να βρεις σημεία κριτικής.
Όμως, όλες και όλοι αποτέλεσαν τμήμα της ελίτ της χώρας.
Και δεν το έκαναν αυτό όντας έξω από τις διεργασίες της κοινωνίας, αλλά ως τμήμα της.
Η απήχηση και το κύρος τους αντανακλούσε διεργασίες, αναζητήσεις, ανάγκες, οραματισμούς ευρύτερους.
Ενέπνεαν ανθρώπους και τους ενεργοποιούσαν να δράσουν και να συνεισφέρουν.
Ποιος μπορεί να υποδείξει σήμερα ανάλογες προσωπικότητες στην πολιτική, την τέχνη, την οικονομία, τη δημοσιογραφία;
Στην καλύτερη περίπτωση θα βρεις ανθρώπους που μπορεί να έχουν έργο και προσφορά.
Όμως, δεν θα βρεις ανθρώπους με την ακτινοβολία που αναλογεί σε μια πραγματική ελίτ.
Και ίσως αυτό μπορεί να εξηγήσει πολλά για τη σημερινή μας κατάσταση.
Γιατί όταν αυτοί που διαχειρίζονται εξουσία, πολιτική, δικαστική, οικονομική, πολιτιστική ακόμη και την εξουσία της ενημέρωσης, δεν έχουν είναι από στόφα πραγματικής ελίτ, τότε το κενό το καλύπτουν τα κάθε είδους «συστήματα εξουσίας».
Τότε αντί για οράματα, έχουμε συμφέροντα, αντί για σχέδια για τη χώρα, ατομικά πλάνα ανέλιξης και πλουτισμού, αντί για οικοδόμηση θεσμών, διαμόρφωση «κυκλωμάτων».
Και αντί για ηγέτες έχουμε στην καλύτερη περίπτωση διαχειριστές, στην χειρότερη κυνικούς που απλώς επιδιώκουν να κατέχουν εξουσία προς ίδιον όφελος.
Και έτσι διαμορφώνονται όλα τα φαινόμενα παθολογίας που βλέπουμε, με τις αυλές και τους αυλικούς, τους κάθε λογής συμβούλους εγγυημένης αποτυχίας, τις τηλεπροσωπικότητες που ποτέ δεν εξηγούν τι ακριβώς κάνουν στη ζωή τους και φυσικά έναν ολόκληρο στρατό δημοσιολόγων που αυτοχαρακτηρίζονται ελίτ.
Ως αποτέλεσμα η χώρα απλώς κινείται σε μια εναλλαγή από «πάρτυ» (του χρηματιστηρίου, της Ολυμπιάδας, του «λεφτά υπάρχουν» κ.λπ) και τραγωδίες, χωρίς κανένας ποτέ να βγάζει συμπέρασμα, χωρίς ποτέ κανείς να προχωρά σε αυτοκριτική, χωρίς καμιά προσπάθεια στοχασμού του πώς θα μπορούσαν τα πράγματα να πάνε αλλιώς.
Χωρίς πυξίδα, χωρίς ηγεσία, χωρίς ελίτ.