Τα στοιχεία του ΟΟΣΑ δείχνουν ότι επί των ημερών του Αλέξη η Ελλάδα έγινε πρωταθλήτρια των φόρων. Αν μη τι άλλο, σε κάτι πρωτεύσαμε
Παρότι τον έχουμε γλωσσοφάει τον Αλέξη Τσίπρα, ας του αναγνωρίσαμε ότι υπάρχει ένας τουλάχιστον τομέας όπου κατάφερε να φέρει την Ελλάδα στην πρώτη θέση του βάθρου: η φορολογία.
Όπως ανακοίνωσε ο ΟΟΣΑ, με βάση τα στοιχεία του η Ελλάδα έχει μια όχι και τόσο ζηλευτή πρωτιά ως προς τη φορολογία.
Κατά την περίοδο 2007-2017 είχαμε στην Ελλάδα τη μεγαλύτερη αύξηση των φόρων, κατά 8,2% με τον κύριο όγκο της αύξησης να είναι στα χρόνια των μνημονίων, όταν οι φόροι ανέβηκαν από 32% του ΑΕΠ το 2010 σε 39,4% το 2017.
Επιπλέον, η Ελλάδα μέσα στα μνημόνια βρέθηκε να έχει σταθερά υψηλότερη φορολογία ως ποσοστό του ΑΕΠ σε σχέση με τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ, που το 2017 ήταν 34,2%.
Και τα πράγματα κάνει χειρότερα το γεγονός ότι πολύ μεγάλο μέρος των φόρων είναι έμμεσοι φόροι, δηλαδή φόροι που είναι εξ ορισμού πιο κοινωνικά άδικοι, αφού όσο χαμηλότερο είναι το εισόδημα ενός νοικοκυριού, τόσο πιο μεγάλο μέρος πάει σε αγορές προϊόντων και αγαθών και άρα σε έμμεσους φόρους.
Το 2017 οι φόροι σε αγαθά κι υπηρεσίες έφτασαν στο 15,4% του ΑΕΠ ή στο 39,1% του συνόλου των φόρων. Μόνο η Πορτογαλία είχε πιο μεγάλους έμμεσους φόρους που έφταναν το 39,8% των συνολικών φορολογικών εσόδων.
Οι μεγάλοι αυτοί φόροι είναι ένα από τα «επιτεύγματα» του Αλέξη Τσίπρα
Μόνο που δεν γίνονται για λόγους αναδιανομής αλλά για την εξυπηρέτηση του χρέους.
Γιατί εάν μιλούσαμε για αύξηση της φορολογίας με σκοπό τα χρήματά αυτά να μετατραπούν σε καλύτερα νοσοκομεία, σε σχολεία, σε δημόσιες επενδύσεις, σε φτηνές συγκοινωνίες και σε πρόσληψη γιατρών, δασκάλων και πυροσβεστών, τότε κανείς δεν θα είχε αντίρρηση.
Εδώ όμως μιλάμε για αύξηση της φορολογίας με σκοπό να υπάρχουν μεγάλα πρωτογενή και υπερπλεονάσματα, για να έχουν το κεφάλι τους ήσυχο οι δανειστές και όχι για να υπάρξει αναδιανομή και αύξηση των δημοσίων δαπανών.
Άρα δεν μιλάμε για φορολογία αλλά για κλοπή.
Και το πρόβλημα δεν περιορίζεται απλώς στο ότι με αυτή την υπερφορολόγησηεπιβαρύνονται κυρίως τα μεσαία και κατώτερα στρώματα, αυτά που πληρώνουν αυξημένους φόρους, που πλήττονται από τους αυξημένους έμμεσους φόρους και που θα δουν τα πράγματα να γίνονται χειρότερα σε ένα χρόνο εάν μειωθεί και το αφορολόγητο.
Το πρόβλημα είναι ότι τέτοια υπερφορολόγηση οδηγεί τελικά στην αδυναμία πληρωμής των φόρων ή και τη φοροδιαφυγή.
Αυτό φαίνεται και από τα στοιχεία που δείχνουν ότι παράλληλα με τη φορολογία αυξάνει διαρκώς και ο όγκος των ληξιπρόθεσμων οφειλών των ιδιωτών προς το δημόσιο. Αυτό φαίνεται από τη διάχυτη αίσθηση ότι ολοένα και πιο συχνά άνθρωποι αναγκάζονται να φοροδιαφεύγουν σε ένα φαύλο κύκλο όπου επειδή λείπουν έσοδα, αυξάνεται ακόμη περισσότερο η φορολογία.
Και όλα αυτά ο Αλέξης Τσίπρας τα ονομάζει ανάπτυξη και θετικές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.
Χωρίς να βλέπει την πραγματικότητα μιας κοινωνίας που τα φέρνει όλο και πιο δύσκολα, που θεωρεί επιτυχία την επιβίωση και που τρέφεται από τις σάρκες της χωρίς να μπορεί να δει ελπίδα πουθενά.
Και αντί η κυβέρνηση να κατανοήσει αυτή την αγωνία, προτιμά απλώς να μπορεί να παρουσιάζει καλούς δείκτες στους δανειστές, να ακούει «μπράβο» στο Eurogroup, να μπορεί να υποστηρίζει ότι «πάμε καλά».
Μόνο που πίσω από τα νούμερα σε ένα φύλλο excel κρύβονται ανθρώπινες ζωές, κρύβεται φτώχια, ανασφάλεια και αγωνία για το αύριο.
Οι διεθνείς οργανισμοί δεν δημοσιεύουν κατατάξεις για το ποια κυβέρνηση κατάφερε περισσότερο να διαψεύσει την ελπίδα μιας χώρας. Αν το έκαναν, η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα θα είχε και εκεί μια πρωτιά ακόμη…