Οι καινούργιες «αποκαλύψεις» της εφημερίδας Documento του Κώστα Βαξεβάνη έρχονται να αναδείξουν τη συστηματική χρήση από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ «φακέλων» ως εργαλείων πολιτικού ξεκαθαρίσματος.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ ένα από τα πράγματα που εξαρχής προέβαλε ήταν ότι θα καταπολεμούσε τη διαφθορά και τη διαπλοκή.
Το έκανε σημαία, κέρδισε ψήφους, ήταν όπλο στις επιθέσεις ενάντια σε άλλους πολιτικούς χώρους.
Μικρή σημασία έχει ότι την ίδια ώρα, η ίδια κυβέρνηση έδινε «γη και ύδωρ» σε ντόπιους και ξένους επιχειρηματικούς ομίλους να αγοράσουν δημόσιες επιχειρήσεις και περιουσιακά στοιχεία του δημοσίου, ότι παρέδωσε πλήρως το τραπεζικό σύστημα, που διασώθηκε με χρήματα του δημόσιου και τα μνημόνια που πλήρωσε ο λαός, στους ιδιώτες «επενδυτές» με αποτέλεσμα να υπάρχει σοβαρό θέμα με τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων, ή ότι επέλεξε κατά καιρούς να έχει και η ίδια προνομιακή σχέση με επιχειρηματίες, ορισμένοι εκ των οποίων αποδείχτηκαν σχεδόν αεριτζήδες.
Εκείνον τον Καλογρίτσα με τα τρομερά βοσκοτόπια φαντάζομαι ότι τον θυμάται και η κυβέρνηση και ο Κώστας Βαξεβάνης. Άλλωστε, υπήρξε και συνέταιρός του, όταν ξεκίνησε η εφημερίδα του.
Το βασικό ήταν να φαίνεται ότι αυτή η κυβέρνηση καταπολεμά τη διαφθορά.
Ακόμη και εάν στην πραγματικότητα, επί των ημερών αυτής της κυβέρνησης ελάχιστες υποθέσεις διαφθοράς πραγματικά διαλευκάνθηκαν, έφτασαν στο ακροατήριο, οδήγησαν σε καταδίκες.
Γιατί αυτή η κυβέρνηση δεν επιθυμεί πραγματικά να χτυπήσει τη διαφθορά.
Δεν ενδιαφέρεται να περιορίσει την επιρροή του επιχειρηματικού χρήματος στην πολιτική ζωή.
Δεν είναι προτεραιότητά της η διαφάνεια στη σχέση ανάμεσα σε κράτος, πολιτικά κόμματα και «επενδυτές».
Από το λαθρεμπόριο καυσίμων μέχρι τα κάθε είδους ιδιωτικά μονοπώλια (από τον τζόγο μέχρι τα απόβλητα των λιμανιών) και από τη συστηματική υπερκοστολόγηση των δημοσίων έργων μέχρι την ανεξέλεγκτη δράση των τραπεζών, όλες οι πραγματικές εστίες σκανδάλων στην Ελλάδα, παραμένουν ανέγγιχτες και από αυτή την κυβέρνηση.
Το μόνο που νοιάζει αυτή την κυβέρνηση είναι να μαζεύει φακέλους και δικογραφίες, να τις αξιολογεί με βάση κριτήρια επικοινωνιακά ως προς το χτύπημα σε πολιτικούς αντιπάλους της και να τα διακινεί μέσα από συγκεκριμένα δημοσιογραφικά «βαποράκια».
Η κυβέρνηση αυτή του Αλέξη Τσίπρα και του Πάνου Καμμένου έχει μεγάλη συλλογή από φακέλους.
Στο Μαξίμου διαφημίζουν τις δικογραφίες που έχουν στα χέρια τους (αν και βέβαια το πρωθυπουργικό γραφείο τυπικά δεν έχει καμία δουλειά να έχει στα χέρια του δικογραφίες).
Και από αυτές «ταΐζουν» το κοινό αποσπασματικές πληροφορίες, μέσω «πρόθυμων» μέσων.
Με ναυαρχίδα φυσικά το Documento του Κώστα Βαξεβάνη.
Ποιες είναι οι πηγές αυτών των φακέλων; Πολύ συγκεκριμένες.
Καταρχάς έχουμε διάφορες δικαστικές διερευνήσεις σε έρευνες σε διάφορες φάσεις που πέραν όλων των άλλων συγκεντρώνουν και υλικό.
Η κυβέρνηση έχει πρόσβαση σε αρκετούς καλοθελητές, εντός και εκτός δικαστικού σώματος, κυρίως συνδεόμενες με παραλλαγές του «καραμανλισμού», που δεν έχουν κανένα πρόβλημα να προσφέρουν στοιχεία, στο πλαίσιο και της εκδικητικής μνησικακίας που χαρακτηρίζει την ελληνική κεντροδεξιά.
Τα στοιχεία αυτά τις περισσότερες φορές δεν «δένουν» μια υπόθεση, αλλά κάνουν καλά πρωτοσέλιδα και αποτελούν «χτυπήματα».
Ας μην ξεχνάμε ότι έχουμε και το φαινόμενο ενός «βολονταρισμού» τμημάτων του δικαστικού σώματος που όταν πειστούν για την ύπαρξη «σκανδάλου», είτε από ενδείξεις είτε από την «περιρρέουσα ατμόσφαιρα» (π.χ. την αίσθηση ότι όλα στο ποδόσφαιρο είναι «στημένα») προτιμούν να προχωρούν σε διώξεις συχνά πριν την τεκμηρίωση, κάτι που τελικά έχει το αντίθετο αποτέλεσμα: σοβαρές υποθέσεις φτάνουν στα ακροατήρια και μετά κάθαρση δεν έρχεται.
Όμως, ο φάκελοι από τέτοιες κατά καιρούς διερευνήσεις έχουν πάντα «στοιχεία» προς διακίνηση.
Την ίδια στιγμή υπάρχουν και οι τράπεζες.
Οι τράπεζες είναι αλήθεια ότι έχουν στις ντουλάπες τους ξεχασμένους «σκελετούς» όλης της ελληνικής επιχειρηματικότητας και του πολιτικού συστήματος, διαχρονικά.
Οι τράπεζες προφανώς δεν είναι κρατικές και πλέον ελέγχονται από τους ιδιώτες.
Όμως, η κυβέρνηση επεδίωξε να περάσουν στους ιδιώτες και διεκδίκησε να έχει καλές σχέσεις με τους σημερινούς ιδιοκτήτες.
Και υπάρχουν και άνθρωποι της κυβέρνησης που έχουν ως βασικό καθήκον να συντηρούν την καλή σχέση με τις Τράπεζες.
Ο Γιάννης Δραγασάκης, επονομαζόμενος και Γκρομίκο, αυτή η «γκρίζα εξοχότητα» του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να μην κάνει πολλά για την ανάπτυξη, αλλά κάνει πολλά για τις Τράπεζες.
Και οι τραπεζίτες από τη μεριά τους δεν έχουν λόγους σε κάποιες περιπτώσεις να μην τα πάνε καλά με την κυβέρνηση ή τα διάφορα κέντρα που θέλουν «φακέλους».
Έχουν ανοιχτά θέματα με τα κόκκινα δάνεια και θέλουν να υπάρξει «ομαλή διαχείριση» των προηγούμενων εκκρεμοτήτων τους.
Σκεφτείτε ότι για διάφορες υποθέσεις εμπλέκονται και τραπεζικά στελέχη και απέναντι σε μια διαλυτική κατάσταση όπου όλοι είναι υπόλογοι για όλα, μια κατάσταση επιλεκτικών αποκαλύψεων διευκολύνει.
Πάρτε την Τράπεζα Πειραιώς για παράδειγμα.
Μια τράπεζα που λόγω των διαδοχικών απορροφήσεων άλλων τραπεζών, έχει στο χαρτοφυλάκιό της τα ίχνη και τα αποτελέσματα όλων σχεδόν των στρεβλώσεων του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.
Μια τράπεζα που έχει σήμερα διευθύνοντα σύμβουλο, έναν άνθρωπο τον Χρήστο Μεγάλου, που έχει εμπειρία και γνώση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, αλλά και που αναφέρεται ως ο «μετρ των συμβιβασμών».
Και όλοι ξέρουμε ότι η τέχνη του συμβιβασμού στηρίζεται στην βασική αρχή ότι για να πάρεις κάτι, πρέπει και να δώσεις κάτι.
Έστω και εάν αυτό σημαίνει στοιχεία από τα αρχεία σου.
Ιδίως εάν δεν είναι η πρώτη προτεραιότητά σου να υψώσεις ανάστημα.
Προσθέστε σε όσα αναφέραμε και το γεγονός ότι εκεί έξω περιφέρονται και ορισμένοι υπόδικοι ή άρτι απαλλαγέντες κατηγοριών επιχειρηματίες, υπεύθυνοι για μερικά πραγματικά «μεγάλα κόλπα» στο ελληνικό οικονομικό και τραπεζικό σύστημα, οι οποίοι σήμερα διαπραγματεύονται ευνοϊκή μεταχείριση ή προσπαθούν να «ξαναμπούν στο παιχνίδι».
Και ένα πράγμα που έχουν ως διαπραγματευτικό χαρτί: «στοιχεία» και «ιστορίες».
Όλα αυτά σημαίνουν επιπλέον «φακέλους» στο Μαξίμου, επιπλέον επικοινωνιακά όπλα, ακόμη και εάν εμπλέκουν συζύγους, συγγενείς, άσχετες υποθέσεις.
Το βασικό είναι ο τίτλος να έχει τις λέξεις «σκάνδαλο», «off-shore» και το όνομα επιλογής.
Μικρή σημασία έχει ότι συνήθως το σώμα του κειμένου ουδέποτε μιλάει ευθέως για σκάνδαλο, ποινική ευθύνη, παράνομη πρακτική (υπάρχει και ο φόβος των αγωγών…), το βασικό είναι ότι η «δουλειά έχει γίνει».
Θα βγει το δημοσίευμα στο Documento.
Θα το πάρει η Αυγή και το left.gr.
Θα το κάνει σχόλιο στο facebook και στήλη στην Αυγή ο Θανάσης Καρτερός.
Θα κάνει δήλωση ο Τζανακόπουλος «να απολογηθεί η ΝΔ για τις αποκαλύψεις για…».
Θα κάνει τουίτ ο Πάνος Καμμένος για λαθρέμπορους και ηρωίνη Τουρκίας.
Θα γράψει ο Πολάκης ποστ στο facebook επιπέδου «γατάκια τώρα θα δείτε τι θα πάθετε».
Και μετά πάλι από την αρχή.
Όμως, μερικές φορές οι επιλεκτικές «αποκαλύψεις» είναι τελικά οι καλύτερες συγκαλύψεις.
«Ταΐζεις» το φιλοθεάμον κοινό «κάθαρση» και την ίδια ώρα προετοιμάζεις τη «νέα διαπλοκή».
Καταγγέλλεις αλλά την ίδια στιγμή τίποτα δεν αλλάζει ως προς την πραγματική διαφάνεια.
Δείχνεις με το δάχτυλο, αλλά από πίσω συνεχίζεται, έστω και με άλλους παίκτες, το ίδιο πάρτι διαφθοράς.
Και το χειρότερο χρησιμοποιώντας επιλεκτικά στοιχεία από φακέλους, τελικά υπονομεύεται η ίδια η δικαστική διερεύνηση.
Μια βιαστική αποκάλυψη, χωρίς διασταύρωση, μπορεί να φτιάχνει πρωτοσέλιδα αλλά τελικά καταλήγει να «καίει» στοιχεία.
Τα χτεσινά πρωτοσέλιδα γίνονται τα αυριανά απαλλακτικά βουλεύματα.
Και στην ουσία δεν θα έχει γίνει απολύτως τίποτα.
Όμως, αυτά είναι ψιλά γράμματα για μια κυβέρνηση όπου συγκυβερνά η αριστερά με την ακροδεξιά, που έγραψε στα παλαιότερα των υποδημάτων τη λαϊκή ετυμηγορία και που ονομάζει τέλος της λιτότητας τα μνημόνια διαρκείας.
Μαϊμού αποκαλύψεις και άσχετα στοιχεία
Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο πρώην συνέταιρος του Καλογρίτσα με τα βοσκοτόπια, επαναφέρει στη δημόσια σφαίρα τις χειρότερες τακτικές του αυριανισμού.
Άσχετες φωτογραφίες, δικογραφίες και ατεκμηρίωτα στοιχεία γίνονται ένας αχταρμάς για την ανάγκη του πρωτοσέλιδου.
Πάρτε για παράδειγμα τη φωτογραφία που έχουν μιας χειραψίας ανάμεσα στο Βγενόπουλο και τον Μαρινάκη που επιλέγεται συνειδητά για να φτιαχτεί το αφήγημα ότι αυτοί ήταν «συνέταιροι» και δη σε παράνομες πράξεις.
Όμως, η φωτογραφία της χειραψίας Βγενόπουλου με Μαρινάκη είναι από το παιχνίδι Παναθηναϊκός – Ολυμπιακός στο ΟΑΚΑ το 2010, όπου ο Βγενόπουλος στα πλαίσια της καλής φιλοξενίας τον χαιρέτησε.
Ένα ματς στο οποίο τελικά ο πρόεδρος των ερυθρόλευκων έφυγε άρον άρον από το γήπεδο, διότι οι οπαδοί του Παναθηναϊκού κινήθηκαν απειλητικά εναντίον του.
Δηλαδή, ως απόδειξη «συνεργασίας» είναι ανάλογη με το να βγει φωτογραφία από συνάντηση Αλέξη Τσίπρα και Κυριάκου Μητσοτάκη στο Μαξίμου ως απόδειξη ότι ετοιμάζονται να συγκυβερνήσουν!
Όμως για τον νεο-αυριανιστή του Μαξίμου αυτά είναι ψιλά γράμματα. Το βασικό είναι να πουληθεί η «ιστορία». Ιδίως όταν ο Βγενόπουλος δεν ζει πια για να διαψεύσει.
Και τον Βγενόπουλο, για να μην ξεχνιόμαστε, ο πρώην συνέταιρος του Καλογρίτσα τον γνώριζε καλά.
Οι δικαστικές διαμάχες του Βγενόπουλου με τον πρώην συνέταιρο του Καλογρίτσα είναι γνωστές.
Όπως γνωστό και ότι ο τότε ιδιοκτήτης της Marfin μέχρι το 2011 είχε στενές «χορηγικές» επαφές με τον παραλίγο βοσκό του Καλογρίτσα.
Όταν έκλεισε η στρόφιγγα τότε άλλαξε ο τόνος των δημοσιευμάτων και έγινε πιο επιθετικός και εκβιαστικός.
Όπως συνήθως κάνει, ο νεοαυριανιστής του Μαξίμου καμία σημασία δεν έδωσε στην αξιολόγηση των στοιχείων του φακέλου που του προωθήθηκε.
Του έδωσαν κάποια χαρτιά, του είπαν μια ιστορία και αυτός την έγραψε, έβαλε και μια άσχετη φωτογραφία, χτύπησε και έναν κραυγαλέο τίτλο και κάθισε να περιμένει το Πούλιτζερ με κούριερ στο σπίτι.
Δεν κοίταξε ούτε να εξετάσει εάν αυτά είχαν όντως σχέση με τον Μαρινάκη, ούτε πώς συνδέονται με το ότι ο Μαρινάκης για πολλά έχει κατηγορηθεί, όχι όμως για ασυνέπεια στα δάνεια, ούτε εμφανίζεται ποτέ να έχει καθυστερήσεις στις συναλλαγές του.
Ούτε ενδιαφέρθηκε για το ότι το να κάνεις ένα πρωτοσέλιδο και μετά να σου έρχονται οι διαψεύσεις απανωτές, κακή δημοσιογραφία είναι.
Όμως, για μια κυβέρνηση που έχει κάνει τον κυνισμό ιδεολογία, η κακή δημοσιογραφία γίνεται επικοινωνιακή στρατηγική.
Και όλες οι στρατηγικές που πατάνε στον κυνισμό και στη παραπλάνηση χρειάζονται πάντα και τον χρήσιμo ηλίθιό τους.
ΥΓ: Παραμένει αναπάντητο για την στέγη που σε σκεπάζει ποιος την κλαίει.