Οι πανηγυρισμοί της κυβέρνησης για την «έξοδο από τα μνημόνια» δεν πρέπει να μας κάνουν να ξεχάσουμε τα ψέματα που είπε και εξακολουθεί να λέει για το χρέος.
Ένα από τα πράγματα που μπορεί κανείς να βρει στο διαδίκτυο είναι τα «ρολόγια χρέους». Αυτά χρησιμοποιούν τα δεδομένα από τους εθνικούς λογαριασμούς και παρουσιάζουν την πραγματική εξέλιξη του χρέους.
Το ελληνικό χρέος την τελευταία φορά που κοίταξα ήταν στα 336.831.429.175 ευρώ και πάνω από 180% του ΑΕΠ.
Άμα το σκεφτεί κανείς τίποτα δεν συμβολίζει περισσότερο την αποτυχία των μνημονίων από αυτό το ποσό.
Υποτίθεται ότι μπήκαμε στα μνημόνια επειδή είχαμε υπερβολικά μεγάλο χρέος που είχε ξεπεράσει το 120% του ΑΕΠ και δεν μπορούσαμε να δανειστούμε σε χαμηλό κόστος από τις αγορές.
Υποτίθεται ότι σκοπός των μνημονίων ήταν μέσα από μια «δημοσιονομική πειθαρχία» κάπου τώρα να είχαν οδηγήσει σε μείωση του χρέους.
Υποτίθεται ότι κάπου τώρα θα είχαμε «βγει στις αγορές».
Μόνο που τίποτα από αυτά δεν έγινε. Και δεν μπορούσε να γίνει όχι μόνο για τα μνημόνια ήταν δάνεια που αύξησαν το χρέος αλλά και γιατί σκοπός των μνημονίων δεν ήταν ποτέ στην πραγματικότητα η αντιμετώπιση της κρίσης χρέους.
Σκοπός των μνημονίων ήταν εξαρχής να αλλάξουν το κοινωνικό καθεστώς στη χώρα. Να αναιρέσουν όλα εκείνα που στα μάτια των «θεσμών» αλλά και των ελλήνων οπαδών τους ήταν ενοχλητικές «ανορθογραφίες»: τις δημόσιες επιχειρήσεις, τους αξιοπρεπείς μισθούς και συντάξεις, τις συλλογικές συμβάσεις, τη νομοθεσία για το περιβάλλον και την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Τα μνημόνια με αυτά ασχολήθηκαν. Όχι με το χρέος. Ακόμη και η μόνη μείωση του χρέους που έκαναν, με το διαβόητο PSI, στην πραγματικότητα κυρίως έπληξε τους δημόσιους οργανισμούς που έμαθαν ότι «κουρεύτηκαν» τα αποθεματικά τους και μερικούς άτυχους «ομολογιούχους» που σε αντίθεση με τις ευρωπαϊκές τράπεζες δεν είχαν τη δυνατότητα να «ξεφορτωθούν» τους τίτλους που είχαν στην κατοχή τους.
Γιατί τα μνημόνια σκοπό είχαν να κάνουν την Ελλάδα το πρώτο πετυχημένο πείραμα άγριας νεοφιλελεύθερης μετάλλαξης μιας κοινωνίας, έτσι ώστε να γίνει ένα «πεδίο βολής» για «επενδυτές», ένα μεγάλο οικόπεδο προς εκμετάλλευση, χωρίς καμία κοινωνική προστασία.
Γι’ αυτό και ποτέ δεν πήραν πραγματικά μέτρα για τη μείωση του χρέους. Γι’ αυτό και επέλεξαν τον παράλογο δρόμο σε μια χώρα υπερχρεωμένη αντί να της διαγράψουν χρέος, να της προσθέσουν ακόμη περισσότερα δάνεια.
Και προφανώς αυτό το χρέος δεν ήταν, δεν είναι και δεν θα είναι ποτέ βιώσιμο. Όμως, ενώ το γνωρίζουν το μόνο που κάνουν απλώς να μεταθέτουν στο μέλλον την «ώρα της αλήθειας». Μέχρι τώρα ήταν το 2023, τώρα αποφάσισαν να τη μεταφέρουν το 2032. Γνωρίζουν, βέβαια, ότι σε μια τέτοια συνθήκη δύσκολα μεσοπρόθεσμα θα υπάρξει «εμπιστοσύνη των αγορών» και άρα είναι πολύ πιθανό να έχουμε και νέα μνημόνια στο μέλλον.
Όμως, ακόμη και εάν δεν έχουμε κάποιο «επεισόδιο χρέους» το σίγουρο είναι ότι αυτό το χρέος θα το πληρώσουμε πολύ ακριβά ως κοινωνία.
Γιατί το τίμημα του χρέους δεν είναι μόνο το μέγεθος των πόρων που διατίθεται για την αποπληρωμή του αλλά και η υποχρέωση να έχουμε τα διαβόητα πρωτογενή πλεονάσματα. Κοντολογίς το χρέος το πληρώνουμε σε θέσεις εργασίας, σε ελλείψεις στα νοσοκομεία και τα σχολεία, σε δημόσια έργα που δεν γίνονται. Και αυτό για αρκετές δεκαετίες ακόμη.
Αυτή είναι η πραγματικότητα και δεν μπορούν να την κρύψουν οι πανηγυρισμοί για την «έξοδο από τα μνημόνια». Για την ακρίβεια οι ΣΥΡΙΖαίοι είναι εξίσου υπεύθυνοι με τους προηγούμενους για τη θηλιά του χρέους που εξακολουθεί να μας πνίγει.
Γιατί μπορεί να μην κυβερνούσαν αυτοί όταν δημιουργήθηκαν οι όροι για την ελληνική κρίση χρέους, αλλά ήταν η μόνη κυβέρνηση που υποτίθεται ότι είχε τη βούληση για «μονομερείς» ενέργειες και για σκληρή διαπραγμάτευση για να μειωθεί πραγματικά το χρέος. Και δεν το έκανε εκείνο το διαβόητο «πρώτο εξάμηνο» της διακυβέρνησης. Αντίθετα, προτίμησε τελικά να αποδεχτεί όλες τις απαιτήσεις των δανειστών και να γίνει ο καλύτερος μαθητής της Τρόικας.
Και αντί όλα αυτά να τα παραδεχτούν με ειλικρίνεια και κάποια διάθεση αυτοκριτικής, εξακολουθούν να μας κοροϊδεύουν.
Να μας λένε ότι έφεραν λύση για το χρέος. Να φορούν γραβάτες και να αλληλοσυγχαίρονται. Να λένε ψέματα σε μια κοινωνία που θα συνεχίσει να έχει ανασφάλεια για το παρόν, αγωνία για το μέλλον και μια βαθιά πίκρα για το πόσες φορές εξαπατήθηκε στο παρελθόν.
Και επειδή ο χρόνος κυλάει, το χρέος πρόλαβε όση ώρα έγραφα το κομμάτι αυτό να ανέβει στα 336.833.320.023 ευρώ.