O Πάνος Καμμένος ξέρει ότι τόσο οι ΑΝΕΛ όσο και ο ίδιος βρίσκονται στο τέλος. Αυτό εξηγεί γιατί καταφεύγει σε ανυπόστατες κατηγορίες.
Οποιοσδήποτε μπορεί να έχει έστω και μικρή επαφή με την πραγματικότητα γνωρίζει ότι ο Πάνος Καμμένος και το κόμμα του αντιμετωπίζουν μεγάλους μπελάδες. Η συνεργασία τους με το ΣΥΡΙΖΑ, αυτός ο γάμος συμφέροντος που πλέον απλώς δεν λειτουργεί, τους έχει οδηγήσει σε μια οριακή συνθήκη.
Οι ΑΝΕΛ σήμερα υφίστανται μια διπλή εξέγερση της όποιας εκλογικής τους βάσης.
Αφενός γιατί η χώρα, σε αντίθεση με όσα διακήρυξε όταν έφτιαχνε το κόμμα του ο Πάνος Καμμένος, παραμένει σε μνημονιακή επιτροπεία και έρχονται νέα μέτρα λιτότητας.
Αφετέρου, γιατί υποτίθεται ότι είναι «εθνικό», εθνικιστικό θα έλεγε κανείς κόμμα, το οποίο συμμετέχει και στηρίζει μια κυβέρνηση η οποία μόλις υπέγραψε μια συμφωνία που παραχωρεί τη χρήση του ονόματος Μακεδονία στους βόρειους γείτονές μας όπως και το δικαίωμά τους να αυτοπροσδιορίζονται ως μακεδόνες.
Αυτό οδηγεί αυτή τη στιγμή τους ΑΝΕΛ σε δημοσκοπική κατάρρευση και σε οργανωτική αποδιάρθρωση. Αυτό αναγκάζει βουλευτές τους είτε να κάνουν κινήσεις αποχώρησης είτε να σκέφτονται να μεταπηδήσουν «έγκαιρα» στον ΣΥΡΙΖΑ.
Αυτό σημαίνει ότι η πολιτική καριέρα του Πάνου Καμμένου ως αρχηγού κόμματος με κοινοβουλευτική εκπροσώπηση έχει ημερομηνία λήξης την επομένη των επόμενων εκλογών, όποτε και εάν γίνουν αυτές.
Ο Πάνος Καμμένος αυτά τα ξέρει πολύ καλά, μια που είναι αρκετά χρόνια στην επαγγελματική πολιτική. Και προσπαθεί να αντιδράσει, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να συγκρατήσει τη διαφαινόμενη πολιτική συντριβή του.
Και αντιδρά με τον τρόπο που ξέρει. Παρουσιάζοντας μια εικόνα για τον εαυτό του και το κόμμα του που καμιά σχέση δεν έχει με την πραγματικότητα, πετώντας λάσπη, αναζητώντας θεωρίες συνωμοσίας και πιέζοντας δημόσιους λειτουργούς, εμμέσως πλην σαφώς, να υιοθετήσουν τη δική του οπτική.
Αναρωτιέται κανείς πώς μπορεί να παρουσιάζει ο Πάνος Καμμένος όλους τους άλλους ότι δήθεν πούλησαν τη Μακεδονία, όταν αυτός ήταν –και όχι κάποιος που του έμοιαζε– που λίγες μέρες πριν δεν έριξε την κυβέρνηση που μόλις έκανε κάτι που για τη δική του οπτική μόνο ως «ξεπούλημα» μπορεί να περιγραφεί;
Για ποια κάθαρση μιλάει ο Πάνος Καμμένους και πώς μπορεί να κάνει τον τιμητή αυτών που υποτίθεται ότι έχουν σχέση με «νταβατζήδες» όταν ο ίδιος τις δικές του συμπάθειες για συγκεκριμένους επιχειρηματίες τις έδειξε αρκετά νωρίς και μάλιστα πριν το 2015;
Να του θυμίσουμε μήπως τη χαρά που έδειχνε όταν μπορούσε να φωτογραφίζεται με τον Δημήτρη Μελισσανίδη και τον Ιβάν Σαββίδη;
Από πού θεωρεί ότι αντλεί νομιμοποίηση ο Πάνος Καμμένος για να καταγγέλλει άλλους ότι έχουν σχέση με την ακροδεξιά;
Το δικό του κόμμα και τις θέσεις των δικών του βουλευτών τις έχει ακούσει, που είναι θέσεις υπερσυντηρητικές, αυταρχικές και ομοφοβικές;
Και μήπως κάποτε να σταματήσει να υποστηρίζει ότι δέχεται πόλεμο και είναι «θύμα»;
Γιατί στην πραγματικότητα, ως προς τον εκτραχηλισμό της δημόσιας συζήτησης αλλά και την προσπάθεια να εμπλακούν κρατικοί μηχανισμοί σε «ειδικές αποστολές» μάλλον θα αποδειχτεί ότι δεν είναι ακριβώς «θύμα».
Γιατί αυτός ήταν που συνομιλούσε με έγκλειστο ισοβίτη προσπαθώντας να τον πείσει να «δώσει τη σωστή κατάθεση».
Γιατί αυτός είναι που ακόμη και σήμερα θεωρεί ότι έχει το δικαίωμα να μιλάει χωρίς ανάληψη καμιάς ευθύνης για «Εσκομπάρ» και για «2,5 τόνους ηρωίνης» γράφοντας στα παλαιότερα των υποδημάτων κανόνες δικαίου, τεκμήρια αθωότητας, το χωρισμό των εξουσιών και το ίδιο το γεγονός ότι σε μια κανονική δημοκρατία οι υπουργοί δεν βγάζουν αποφάσεις υποκαθιστώντας τα δικαστήρια.
Γιατί αυτός είναι σήμερα που όταν αναφέρεται σε έναν «προϊστάμενο» που κατά τη γνώμη του δεν προωθεί μια δικογραφία, δεν εκφράζει απλώς μια γνώμη.
Γιατί όταν μιλάει έτσι ένας κορυφαίος υπουργός, εκ των πραγμάτων πιέζει ή ακόμη και εκβιάζει τον δημόσιο λειτουργό ο οποίος είναι στο στόχαστρο των σχολίων του.
Αυτές δεν είναι πρακτικές ενός «θύματος» συνωμοσιών, αλλά κυνισμός ενός πολιτικού που εκμεταλλεύεται και τη θέση που έχει και την εξουσία.
Όσο για το πόσο δυνατό είναι το κόμμα του και πόσο θα αντέξει, αυτό θα φανεί στις επόμενες εκλογές. Τα μέχρι τώρα σημάδια μάλλον δείχνουν ότι το αντίθετο ισχύει.
Κακά τα ψέματα, εάν οι ΑΝΕΛ δεν είχαν τόσους υπουργούς, είναι πολύ πιθανό τα σημάδια αποδιάρθρωσης να ήταν πολύ πιο γρήγορα.
Δεν ξέρω αν ο Πάνος Καμμένος δεν βλέπει αυτά τα σημάδια, ή εάν κάνει ότι δεν τα βλέπει.
Αυτός που τα βλέπει σίγουρα είναι ο Αλέξης Τσίπρας. Δεν υπάρχει καλύτερη απόδειξη για την αποδιάρθρωση των ΑΝΕΛ το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή ο ΣΥΡΙΖΑ έχει επιδοθεί σε έναν αγώνα δρόμου και σε μια χωρίς προηγούμενο επίθεση φιλίας προς το Ποτάμι και τους βουλευτές του ώστε να είναι σε θέση να μπορεί να καλύψει τις τυχόν απώλειες ως προς την κοινοβουλευτική εκπροσώπηση και άρα τη διατήρηση της «δεδηλωμένης».
Υποθέτουμε ότι τις επόμενες μέρες, όσο περισσότερο θα βλέπει αυτές τις τάσεις αποδιάρθρωσης, για τις οποίες ευθύνεται η δική του αλλοπρόσαλλη πολιτική και καμία «συνωμοσία» των ΜΜΕ ή άλλων κέντρων, ο Πάνος Καμμένος θα κλιμακώσει αυτού του είδους τη ρητορική.
Όμως, τίποτα δεν αναιρεί το γεγονός ότι ένας ολόκληρος κύκλος κλείνει. Μαζί με την μνημονιακή «κανονικότητα» που μονιμοποιείται (με συνευθύνη του Πάνου Καμμένου για να μην ξεχνιόμαστε) κλείνει και ο κύκλος μιας ιδιότυπης πολιτικής μυθολογίας που χτίστηκε γύρω από τη δυνατότητα να υπάρξει «αντιμνημονιακή δεξιά» και να ξεπεραστούν ιστορικές διάφορές για γίνουν νέοι «Γοργοπόταμοι» όπως με ανιστόρητη σχεδόν αμετροέπεια υπαινίχθηκε ο ίδιος ο Καμμένος πρόσφατα στη φιέστα του Ζαππείου.
ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ συνεργάστηκαν επειδή ήθελαν την εξουσία. Πολύ σύντομα έδειξαν ότι δεν είχαν πρόβλημα να ψηφίζουν και να εφαρμόζουν μνημόνια.
Με κυνισμό σχεδόν έκαναν τα «στραβά μάτια» στις τεράστιες ιδεολογικές και αξιακές διαφορές που είχαν γιατί τους ένωνε η εξουσία και τα όποια οφέλη της.
Τους ένωσε επίσης μια ιδιότυπη υποκρισία που ήθελε την «αριστεροσύνη» του ΣΥΡΙΖΑ να είναι περισσότερο αισθητική παρά ουσία και τον «πατριωτισμό» των ΑΝΕΛ να εκτονώνεται στο κιτς των στεφανιών στη μνήμη των… Σαλαμινομάχων και τις σέλφι του Καμμένου με όλες σχεδόν τις στολές των ένοπλων δυνάμεων.
Ας ελπίσουμε ότι το κλείσιμο αυτού του κύκλου για τους ΑΝΕΛ αλλά και συνολικά στην πολιτική σκηνή, θα ανοίξει το δρόμο για μια εποχή που οι πολιτικές παρατάξεις θα οριστούν ξανά με βάση προγράμματα, ιδεολογίες και αξίες και όχι με βάση τον κυνισμό και την υποκρισία με μόνο στόχο τη νομή της εξουσίας.