Η κυβέρνηση δεν είχε το δικαίωμα να πανηγυρίσει γιατί ήταν συνυπεύθυνη για την κατάσταση που οδήγησε στην παρατεταμένη δικαστική ομηρία των δύο νέων.
Σήμερα είναι μια καλή μέρα γιατί δύο νέοι άνθρωποι αθωώθηκαν από ανυπόστατες κατηγορίες και μπορούν να ξαναπιάσουν το νήμα της ζωής τους, έστω και εάν κανένας δεν μπορεί να τους επιστρέψει τον χρόνο που έχασαν μπλεγμένοι σε μια υπόθεση με αμφισβητούμενα στοιχεία και μια προσπάθεια να ποινικοποιηθούν φιλικές σχέσεις.
Γύρω από το αίτημα να αθωωθούν οικοδομήθηκε ένα μεγάλο κίνημα και οι άνθρωποι που στρατεύτηκαν σε αυτό μπορούν να αισθάνονται δικαιωμένοι.
Και αυτό γιατί κατάφεραν να αναδείξουν το δίκιο που είχαν, να φωτίσουν τις πλευρές της υπόθεσης που παρέπεμπαν σε σκευωρία και να διαμορφώσουν ένα πολιτικό και κοινωνικό κλίμα που καθιστούσε πολύ δύσκολη την καταδίκη.
Σήμερα, όμως, πανηγύρισε και η κυβέρνηση και μάλιστα δια στόματος πρωθυπουργού. Μόνο που στην πραγματικότητα δεν είχε το δικαίωμα γιατί ήταν συνυπεύθυνη για την κατάσταση που οδήγησε στην παρατεταμένη δικαστική ομηρία αυτών των δύο νέων ανθρώπων.
Γιατί η υπόθεση της Ηριάννας και του Περικλή δεν είναι απλώς υπόθεση μιας δικαστικής πλάνης ή ενός υπερβάλλοντος ζήλου των διωκτικών αρχών.
Η υπόθεση αυτή είναι αποτέλεσμα μιας δρακόντειας αντιτρομοκρατικής νομοθεσίας και μιας πολύ συγκεκριμένης νοοτροπίας, που υπάρχει και στην Αντιτρομοκρατική και σε μερίδα των εισαγγελικών και δικαστικών αρχών, που θεωρεί ότι πρέπει να διωχθεί ένας ολόκληρος πολιτικός χώρος, μια που στα μάτια τους αποτελεί «μήτρα» της τρομοκρατίας, ακόμη και εάν αυτό σημαίνει να μπαίνουν στο στόχαστρο ακόμη και απλές διαπροσωπικές σχέσεις.
Ο ΣΥΡΙΖΑ για όλα αυτά δεν έκανε τίποτα απολύτως.
Δεν τόλμησε να αγγίξει την αυταρχική νομοθεσία περί τρομοκρατικών οργανώσεων που μπορεί πολύ εύκολα να οδηγήσει σε καταδίκες για συμμετοχή.
Δεν έκανε τίποτα, παρά την κατακραυγή, ώστε να βελτιωθεί η νομοθεσία για τη χρήση του DNA ως αποδεικτικού υλικού και να μπουν ασφαλιστικές δικλείδες.
Δεν άλλαξε τίποτα το ουσιαστικό ως προς το ιδιότυπο «κράτος εν κράτει» της Αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας που κινείται με βάση τη δική της «ατζέντα» και τον δικό της κατάλογο «συνήθων υπόπτων».
Και βέβαια δεν έκανε σε κανένα βαθμό σαφές προς το δικαστικό σώμα ότι θεσμικά δεν θα ανέχεται κρούσματα αυθαιρεσίας και αυταρχισμού.
Και βέβαια μετά είναι πολύ εύκολο να τα βάζεις με τους δικαστικούς και να τους εγκαλείς, ιδίως όταν έχεις επιδείξει απροθυμία να αλλάξεις το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινούνται και το οποίο, κακά τα ψέματα, τους δεσμεύει στο να παίρνουν συγκεκριμένες αποφάσεις.
Κοντολογίς ο ΣΥΡΙΖΑ που υποτίθεται ότι ευαισθητοποιήθηκε για την υπόθεση της Ηριάννας και του Περικλή δεν έκανε τίποτα ώστε να αποτραπούν τέτοιες σκευωρίες στο μέλλον.
Απλώς, όπως και οι απλοί πολίτες, είχε «γνώμη» για την υπόθεση. Όμως, από μια κυβέρνηση περιμένει κανείς μέτρα και θεσμικές παρεμβάσεις όχι «γνώμες» και «ευαισθησίες».
Γιατί στην πραγματικότητα και εδώ είχαμε όχι την ευαισθησία αλλά τον κυνισμό του Τσίπρα και της κυβέρνησής τους.
Κυνισμό που φαίνεται και στην απροθυμία τους να αλλάξουν την αντιτρομοκρατική νομοθεσία, εκτός όλων των άλλων και για να μην δυσαρεστήσουν διάφορους δυτικούς συμμάχους μας, καθώς και στην εκ των υστέρων υποκριτική ευαισθησία για να διεκδικήσουν την αριστερή ψήφο, εφόσον και αυτοί φαίνονται «ευαίσθητοι» για αυτό το θέμα, ενώ στην πραγματικότητα θα έπρεπε αυτήν την ημέρα να δέχονται την κατακραυγή γιατί αυτοί ευθύνονται επειδή χρειάστηκε να περιμένουμε έως σήμερα για να δούμε να αποκτούν ξανά την ελευθερία τους η Ηριάννα και ο Περικλής.