Άλλα έλεγε πριν, άλλα τώρα ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ
Η 26η Οκτωβρίου απέχει μόλις τρεις εβδομάδες. Χρόνος ωστόσο που αποδείχτηκε επαρκής ώστε ο Στέφανος Κασσελάκης να συνειδητοποιήσει επιτέλους πόσο επικίνδυνη και καταστροφική ήταν η οικονομική πολιτική των κυβερνήσεων του Αλέξη Τσίπρα.
Τότε, στις 26 Οκτωβρίου, μιλώντας στο συνέδριο του Economist είχε πρακτικά εκθειάσει τον Ευκλείδη Τσακαλώτο για το πώς κατάφερε η χώρα να σχηματίσει το «μαξιλάρι» των 37 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Αναφερόμενος στην έκθεση της Standard & Poor’s για την ελληνική οικονομία είχε πει χαρακτηριστικά: «Πρώτα απ’ όλα, αναφέρει ότι μέχρι το 2019 η κατάσταση είχε βελτιωθεί πολύ όσον αφορά στη φοροδιαφυγή, στους όρους υγιούς ανταγωνισμού και στις μεταρρυθμίσεις στη Δικαιοσύνη. Εκθείαζε η ανάλυση τη ρύθμιση χρέους που έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ, επικεντρώνοντας στην πολύ μακριά διάρκεια ωρίμανσης του δημόσιου χρέους, 19,7 χρόνια και στο πολύ χαμηλό κόστος του δανεισμού που κλείδωσε ο ΣΥΡΙΖΑ, με 1,64% επιτόκιο. Σχεδόν 20 χρόνια με 1,64% επιτόκιο.
Αυτό είναι στο κέντρο της αξιολόγησης που πήρε η χώρα. Η S&P αναφέρεται επίσης στα 37 δισ. ευρώ ταμειακό απόθεμα ως πολύ μεγάλη ρευστότητα για το μέγεθος της οικονομίας. Και να θυμίσουμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ με υπουργό Οικονομικών τον Ευκλείδη Τσακαλώτο, είχε αφήσει 37 δισ. στα Ταμεία το 2019. Και σε μια οικονομία που τότε ήταν μικρότερη από τώρα.
Άρα δηλαδή η Νέα Δημοκρατία, παρά τα πάρα πολλά πακέτα στήριξης που έχει διοχετεύσει στην αγορά, έχει αναλογικά μειώσει το μαξιλαράκι που έχει η χώρα. Έχει ενδιαφέρον όμως να ακούσουμε τι άλλα είπε η Standard & Poor’s. Αναφέρθηκε στο πολύ υψηλό έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών, παρά τη μεγάλη ανάκαμψη στον τουρισμό. Περιέγραψε την εξωστρέφεια της χώρας ως αδύναμη. Θεωρεί τις δαπάνες για τις πυρκαγιές και τις πλημμύρες μεμονωμένες και τοπικού αντίκτυπου. Μια εκτίμηση με την οποία διαφωνώ πλήρως.»
Δηλαδή, τότε ο Στέφανος Κασσελάκης πίστευε ότι ορθά η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα είχε σχηματίσει με την πολιτική της το «μαξιλάρι» και ασκούσε δριμεία κριτική στη ΝΔ ότι το δικό της τρέχον «μαξιλάρι» είναι αναλογικά μικρότερο.
Τώρα, όμως, το τροπάρι άλλαξε. Κα πλέον ο Κασσελάκης κατηγορεί τον Τσακαλώτο για το μαξιλάρι: «Δεν έχει γίνει πιο μνημονιακή απόφαση από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ από αυτό το μαξιλάρι του κ. Τσακαλώτου», ήταν η χαρακτηριστική δήλωσή του στον Κυριάκο Μαντούβαλο και την κάμερα του MEGA.
Με αυτόν τον τρόπο υιοθετεί μια ρητορική που κυρίως είχε εκφράσει ο Παύλος Πολάκης το τελευταίο διάστημα αλλά εμμέσως πλην σαφώς και η ΝΔ και το «αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο» στις εκλογές του 2019 (άλλο βέβαια που αργότερα το «μαξιλάρι αποδείχτηκε ιδιαίτερα σημαντικό και για αυτήν ιδίως στην περίοδο της πανδημίας).
Όμως, το πρόβλημα είναι ότι όλα αυτά διατυπώνονται με όρους ιστορικής λαθροχειρίας που δεν στρέφεται μόνο κατά του Ευκλείδη Τσακαλώτου, καθώς ξαναγράφει την ιστορία συνολικά της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ.
Και το λέω αυτό γιατί υπάρχει πολύ συγκεκριμένη ιστορία και πολιτική διαμάχη πίσω από το «μαξιλάρι». Όταν η χώρα βγήκε από τα μνημόνια τέθηκε ένα ζήτημα για την «επόμενη μέρα».
Η Τρόικα πρότεινε ουσιαστικά δύο επιλογές. Η μία ήταν η «προληπτική πιστοληπτική γραμμή», μόνο που θα ερχόταν με το τίμημα μιας συνεχιζόμενης αυστηρής επιτήρησης. Δηλαδή, θα βγαίναμε από τα μνημόνια για να… ξαναμπούμε, για «ημιμνημόνιο» μιλούσε ο ΣΥΡΙΖΑ.
Η άλλη ήταν το «μαξιλάρι». Είχε το τίμημα της μεγαλύτερης λιτότητας για να σχηματιστεί αλλά προσέφερε το πλεονέκτημα της σχετικής ανεξαρτησίας από την επιτήρηση.
Η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα πήρε τότε συλλογικά μια απόφαση. Μπορεί να την υλοποίησε ο Τσακαλώτος, αλλά ήταν συλλογική.
Ο Κασσελάκης σήμερα δεν στρέφεται μόνο κατά του Τσακαλώτου, αλλά συνολικά κατά της κληρονομιάς του ΣΥΡΙΖΑ.
Προφανώς και κανείς μπορεί να έχει μια διαφορετική γνώμη για το ποια πολιτική έπρεπε να είχε ακολουθηθεί στην περίοδο 2015-2019. Η ουσιαστική αποτίμηση ακόμη εκκρεμεί. Αλλά, αυτό απαιτεί γνώση και τεκμηρίωση.
Και γι’ αυτό δεν μπορεί να γίνει με όρους καιροσκοπισμού.
Δεν μπορεί να γίνει επειδή «ακούγεται ωραίο» ή επειδή φαντάζει «δυνατό χτύπημα» σε βάρος αυτών που αποχωρούν. Δεν θέλω καν να σκεφτώ ότι μπορεί να έγινε μόνο και μόνο γιατί άλλαξε ο λογογράφος των δύο ομιλιών και ο πρόεδρος της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης έχει απλώς μετατραπεί σε εκφωνητή που όχι μόνο δεν κρίνει, αλλά ούτε καν θυμάται τι είπε.
Και αυτό γιατί τότε περνάμε επικίνδυνα στον αστερισμό του άκρατου λαϊκισμού.
Δηλαδή, της ρητορικής που «χαϊδεύει αυτιά», απλώς και μόνο για να κερδίσει συμπάθειες, που υπόσχεται τα πάντα, που δεν έχει πρόβλημα τη μία να πει το ένα και την άλλη το άλλο.
Χωρίς συνοχή, χωρίς συνέπεια και συνέχεια, χωρίς στρατηγική, χωρίς πρόγραμμα.
Ακριβώς όπως κάνει η ακροδεξιά στις διάφορες παραλλαγές της.