Αγώνας τότε και τώρα
«Κρατήστε καλά μέσα στην ψυχή σας το πνεύμα του μετώπου». Αυτή η φράση από το ιστορικό τελευταίο ανακοινωθέν του Ραδιοφωνικού Σταθμού Αθηνών, στις 27 Απριλίου 1941, την ώρα που τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής έμπαιναν στην Αθήνα, συμπυκνώνει ίσως τη σημασία που είχε ο πόλεμος που ξεκίνησε στις 28 Οκτωβρίου 1940.
Ποιο ήταν, όμως, «το πνεύμα του μετώπου»;
Δεν ήταν απλώς η συμμετοχή της Ελλάδας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη «συμμαχική προσπάθεια».
Διαβάστε επίσης: Και το όνομα αυτού ΠΑΡΙΖΑ! (ΠΑ)ΣΟΚ – ΣΥ(ΡΙΖΑ)
Δεν ήταν μόνο η απάντηση σε μια απρόκλητη και όντως ιταμή απαίτηση της φασιστικής Ιταλίας.
Δεν περιοριζόταν στο ότι οι «ημέτεραι δυνάμεις αμύνονται του πατρίου εδάφους», όπως με δωρική λιτότητα ανακοινώθηκε ο πόλεμος.
Ήταν αυτά και πολλά παραπάνω.
Ήταν αυτή η αίσθηση ενθουσιασμού και συλλογικής ανάτασης που δεν αποτυπώθηκε μόνο στα επίκαιρα της εποχής αλλά και περιλαμβανόταν πάντα στις αφηγήσεις των πατεράδων και των παππούδων μας.
Αυτό το «με το χαμόγελο στα χείλη» που αποτύπωνε την πεποίθηση ότι πήγαιναν να πολεμήσουν για το δίκιο και την ελευθερία.
Ήταν ο τρόπος που οι άνθρωποι όχι μόνο ήθελαν να καταταγούν αλλά και να πάνε στην πρώτη γραμμή.
Ήταν ο τρόπος που οι φυλακισμένοι και εξόριστοι κομμουνιστές, άνθρωποι βασανισμένοι, ζητούσαν να τους δοθεί η δυνατότητα να πάνε να πολεμήσουν.
Είναι όλες οι μικρές και μεγάλες ιστορίες ηρωισμού σε ένα μέτωπο δύσβατο και στις δύσκολες συνθήκες του χειμώνα.
Είναι η αλληλεγγύη και η συντροφικότητα των φαντάρων και στο μέτωπο και μετά την κατάρρευση του μετώπου και τη δύσκολη πορεία προς τα πίσω.
Ήταν η πεποίθηση ότι πολεμώντας τον ιταλικό φασισμό ταυτόχρονα διαμόρφωναν όρους και για καλύτερη πατρίδα.
Είναι ο τρόπος που λίγο μετά φτιάχτηκε το ΕΑΜ και οι μεγάλες αντιστασιακές οργανώσεις, με την πρωτοβουλία ανθρώπων σε γειτονιές πόλεις και χωριά.
Ήταν η μεγάλη μάχη κατά της πείνας τον πρώτο φριχτό χειμώνα της Κατοχής.
Ήταν αυτές και αυτοί που πήγαιναν στο εκτελεστικό απόσπασμα με υπερηφάνεια.
Ήταν όλες και όλοι που σε όλη τη μετέπειτα ιστορία όταν χρειάστηκε βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή, όποτε το ερώτημα αφορούσε την ελευθερία και τη δικαιοσύνη.
Σε όλους τους μεγάλους αγώνες, τα κινήματα, τα συλλογικά οράματα.
Τα μικρά και τα μεγάλα ΟΧΙ που ακούστηκαν όποτε χρειάστηκε.
Ακόμη και εάν προδόθηκαν στη συνέχεια.
Έχει μείνει κάτι σήμερα από το πνεύμα του μετώπου;
Μήπως πια η κοινωνία είναι παραιτημένη και παραδομένη απλώς σε έναν εξατομικευμένο αγώνα για επιβίωση και κάλυψη κατασκευασμένων αναγκών;
Μήπως πια οι άνθρωποι δεν εμπνέονται από αυτή την ανάγκη κοινού αγώνα;
Μήπως ο ηρωισμός και η αυτοθυσία αντιμετωπίζονται σαν εμμονές του παρελθόντος και τα ιδανικά σαν παρωχημένη έννοια;
Δύσκολη η απάντηση.
Θα πω μόνο ότι οι άνθρωποι ποτέ δεν γεννιούνται ήρωες. Στη στιγμή γίνονται, όταν νιώθουν το δίκιο να τους πνίγει, την οργή να ξεχειλίζει και την ελπίδα να αποκτά σχήμα μπροστά τους. Όταν συνειδητοποιήσουν ότι δεν έχουν τίποτα ουσιαστικό να χάσουν παρά μόνο να κερδίσουν αξιοπρέπεια, ελευθερία, δικαιοσύνη, νόημα για να ζουν.
Και αυτό σημαίνει ότι θα το ξαναβρούν το «πνεύμα του μετώπου» όταν χρειαστεί.
Και τότε όσοι πόνταραν στο ότι θα έχουν μια κοινωνία παθητική και άβουλη, θα διαψευστούν οικτρά.