Παρότι διακηρύσσεται σε πολλούς τόνους, το τέλος των ιδεολογιών αργεί να έρθει
Επέτειος της Μεταπολίτευσης σήμερα και εάν κάτι χαρακτήρισε την περίοδο αμέσως μετά την πτώση της Χούντας ήταν ακριβώς οι μεγάλες ιδεολογικές συζητήσεις και αναζητήσεις.
Παρότι κυρίως αφορούσαν την αριστερά, στην πράξη αφορούσαν το σύνολο των πολιτικών χώρων.
Όλοι οι πολιτικοί χώροι προσπαθούσαν να παρουσιάσουν την ιδιαίτερη ιδεολογία τους, το πώς ανέλυαν την πραγματικότητα αλλά και το όραμα που είχαν για το προς τα πού πρέπει να πάνε τα πράγματα στη χώρα.
Ήταν μια εποχή που τα κόμματα, ιδίως τα προοδευτικά, δεν είχαν κανέναν ενδοιασμό να παρουσιάζουν μεγάλες πολιτικοϊδεολογικές πλατφόρμες και μεγάλα σχέδια για το μέλλον της χώρας.
Να μην φοβούνται να υποστηρίξουν ότι σε όλα τα μεγάλα και ανοιχτά ερωτήματα της χώρας υπήρχαν διαφορετικές απαντήσεις, ανάλογα με την ιδεολογική αφετηρία όποιου προσπαθούσε να τα απαντήσει και να αντιπαρατεθούν σε αυτή τη βάση.
Και το πιο βασικό ήταν ότι ήταν μια εποχή που τόσο τα κόμματα όσο και οι άνθρωποι πίστευαν πραγματικά ότι μπορούσαν να υπάρξουν μεγάλες, «δομικές» αλλαγές και ήθελαν να συζητήσουν με πάθος για αυτό.
Ακούγεται σήμερα κάπως παράταιρο, αλλά υπήρξε μια εποχή, σε ένα όχι και τόσο μακρινό παρελθόν όπου ακόμη και τα οικογενειακά τραπέζια γίνονταν… πεδία σκληρής ιδεολογικής αντιπαράθεσης πάνω στο τι είδους σοσιαλισμός αναλογούσε σε μια χώρα όπως η Ελλάδα.
Και ακόμη και εάν όλα αυτά φαντάζουν τώρα ως μια φάση «υπερπολιτικοποίησης», εντούτοις δεν έπαυε να είναι και μια εποχή που υπήρχε μια άλλη αυτοπεποίθηση μέσα στην κοινωνία.
Τα χρόνια πέρασαν και πολλοί προσπάθησαν να μας πείσουν ότι δεν τίθεται θέμα ιδεολογίας και ότι αυτό που χρειάζεται είναι απλώς να βρούμε την αποτελεσματικότερη λύση από καθαρά τεχνική σκοπιά.
Βεβαίως έφτασαν να μας παρουσιάζουν ακόμη και τα μνημόνια ως «τεχνικές λύσεις», ενώ ήταν σαφέστατα μια στρατηγική με συγκεκριμένο πολιτικό και ιδεολογικό περιεχόμενο, την ώρα που όποιος αντιδρούσε εισέπραττε τη «ρετσινιά» του λαϊκιστή.
Και τώρα στην εποχή της «σταθερότητας» βλέπω αυτό το κλίμα να γίνεται ακόμη πιο έντονο.
Βοηθάει σε αυτό και η λογική ότι όλα τα κόμματα πρέπει να συγκλίνουν προς το Κέντρο, δηλαδή προς τον ίδιο τεχνοκρατικό, απολίτικο και βαθιά νεοφιλελεύθερο χυλό.
Αυτό δεν είναι μια θετική εξέλιξη.
Γιατί ανεξαρτήτως του τι κάνουν τα κόμματα, οι κοινωνίες παραμένουν σύνθετες, αντιφατικές, άνισες και τελικά συγκρουσιακές.
Όταν οι συγκρούσεις μεταφράζονται σε συγκροτημένες ιδεολογίες και πολιτικά προγράμματα (και οράματα), τότε οι κοινωνίες προοδεύουν, γιατί κάνουν την πραγματική συζήτηση και παίρνουν μεγάλες αποφάσεις για μεγάλες αλλαγές.
Όταν οι ιδεολογίες υποτιμώνται και κυριαρχεί η λογική της τεχνοκρατίας και της «πολιτικής επικοινωνίας» (δηλαδή της εικόνας), τότε οι συγκρούσεις δεν μεταφράζονται σε αντιπαραθέσεις προγραμμάτων αλλά στην αντίθεση ανάμεσα σε ένα πολιτικό σύστημα που απλώς αναπαράγει την κυρίαρχη λογική και αδυνατεί να συζητήσει πραγματικά και από την άλλη κοινωνικά κομμάτια που είτε απλώς εκρήγνυνται χωρίς να μπορούν να αρθρώσουν πολιτικά την οργή τους είτε, ακόμη χειρότερα, έλκονται από τον πολιτικό κανιβαλισμό της ακροδεξιάς.